December 17, 2015

Το κώνειον σε μεταμοντέρνο ή Απ’ τον Κόκκοτα και την ΚΟΘ ποιον να διαλέξω;…


Το Τέταρτο Κουδούνι / 17 Δεκεμβρίου 2015 


Το υπογραμμίζω: Ο Βασίλης Παπαβασιλείου ανήκει -είδος σπανίζον, υπό εξαφάνισιν, κάτι σαν καρέτα καρέτα…- σ’ αυτό που κάποτε ονομάζαμε Δάσκαλοι του Γένους. Όσο κι αν αυτό ακούγεται -δεν το ισχυρίζεται ο ίδιος, άλλωστε, εγώ το ισχυρίζομαι- μεγαλόσχημο, υπερφίαλο, στομφώδες και, ίσως, σήμερα, κάπως φαιδρό. Η οξύτατη σκέψη του, η διορατικότητά του κι ο τρόπος που την εκφράζει είναι γνωστά εδώ και πολλά χρόνια. Η τύχη τον έριξε, κατ’ επιλογή του βέβαια, στο θέατρο: σπουδαίος ηθοποιός, σκηνοθέτης-Δάσκαλος, μ’ επιτεύγματα στο ενεργητικό του, συνιδρυτής το 1981, μαζί με τον Λευτέρη Βογιατζή και τους άλλους εκλεκτούς, της εμβληματικής «Σκηνής» -ξεκίνησε στην «Οδό Κυκλάδων» το 1983-, του τρίτου, μετά το άνοιγμα του Εθνικού το 1932 και την ίδρυση του «Θεάτρου Τέχνης», απ’ τον Κάρολο Κουν, το 1942, μεγάλου γεγονότος που σημάδεψε το σύγχρονο θέατρό μας.
Άνθρωπος σκεπτόμενος, μυαλό κοφτερό, με πολιτική συνείδηση και με την καυστική ειρωνεία όπλο βασικό στη φαρέτρα του, ο Βασίλης Παπαβασιλείου επέλεξε φέτος έναν καινούργιο θεατρικό δρόμο: έγραψε έναν πολιτικής υφής και τρέχουσας επικαιρότητας μονόλογο που τον ερμηνεύει άμεσα απευθυνόμενος στους θεατές του, face to face που λέμε πια, απ’ τη σκηνή του «Θεάτρου Τέχνης» της Φρυνίχου, αυτοσκηνοθετημένος -«Σιχτίρ ευρώ, μπουντρούμ δραχμή, θα πεις κι ένα τραγούδι», ο τίτλος του κι ο Φωκίων Καπνίδης, τρόφιμος του ΑΑΨΟΥ (Ασύλου Ανιάτως Ψεκασθέντων Ολικής Υστερήσεως) που κατέκτησε την πρώτη θέση στο διαγωνισμό για τον «Τρόφιμο της Χρονιάς», δίνει μια «διάλεξη», με τον ψυχίατρό του ωσεί παρόντα στις κουβέντες του.
Ένα μονόλογο -καταγόμενο, προφανώς, εξ ου και τ’ όνομα του ήρωα, απ’ τις «Βλαβερές συνέπειες του καπνού» του Τσέχοφ- για τη σημερινή -και νυν και αεί…-ελληνική μας πραγματικότητα, ο οποίος καθόλου δεν αμελεί το παρελθόν μας, τη νοοτροπία μας, τις παγιωμένες, ακλόνητες αντιλήψεις και πεποιθήσεις μας, τα «χτισμένα» πιστεύω μας. Ένα μονόλογο σπαρταριστό -διότι ο Παπαβασιλείου δεν παύει να ’ναι σπουδαίος ηθοποιός κι η γκάμα του αγγίζει έως και το γκροτέσκο- που η κυνικότητά του κι η ευθυβολία του, τελικά, τον κάνουν βαθιά σπαρακτικό.
«Μετεπιθεώρηση»; Κάτι σαν Λαζόπουλος; Ή, για να πάμε πιο πίσω, κάτι σαν Χάρρυ Κλυνν; Δε θα το ’λεγα. Θα ’λεγα κάτι σαν γραμμένο -αν είχε γράψει- απ’ τον Διογένη τον Κυνικό, εκείνο τον αρχαίο.
Νομίζω πως δεν πρέπει να παραλείψετε να τον δείτε -και να τον ακούσετε βέβαια- τον Βασίλη Παπαβασιλείου. Είναι απολαυστικός. Τουλάχιστον. Και τα λέει ΟΛΑ.
Τις τους κάνουν αυτούς της συνομοταξίας του; Παλιά -τα ’γραφα και τις προάλλες σε σχέση με τον Γιώργο Λούκο του Ελληνικού Φεστιβάλ...- είχαν το κώνειον. Τώρα, στους μεταμοντέρνους καιρούς μας, αντί κωνείου, αρκεί κι ένας εξαναγκασμός σε παραίτηση από μια σκηνοθεσία για την Επίδαυρο που μπορεί να ’χουν αναλάβει…


Διάβασα, με κάποια απορία, σε δελτίο Τύπου του ΚΘΒΕ ότι «μετά από δύο δεκαετίες, η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης επιστρέφει στις αίθουσες του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, στο πλαίσιο μιας νέας συνεργασίας που ξεκινά. Η αρχή θα γίνει με δύο συναυλίες οι οποίες θα δοθούν τον Απρίλιο στο θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών» κι ότι «η συνεργασία θα διευρυνθεί την επόμενη περίοδο με τακτική παρουσία της ΚΟΘ στις σκηνές του ΚΘΒΕ».
Κι εγώ, ο αφελής, που, μη όντας πλήρως ενημερωμένος για τα πολιτιστικά της Θεσσαλονίκης, νόμιζα πως η ΚΟΘ στεγαζόταν μόνιμα στο Μέγαρο Μουσικής της Θεσσαλονίκης… Και πως, πέραν της μεγαλομανίας και του μιμητισμού, ένας εκ των λόγων που κτίστηκε το Μέγαρο Μουσικής στην Θεσσαλονίκη ήταν για να στεγάσει, ως ο αρμόζων χώρος -και ακουστικά καταλληλότερος, φαντάζομαι, απ’ το θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών…-, την άστεγη και περιφερόμενη από αιθούσης εις αίθουσαν συμφωνική ορχήστρα της πόλης… Κάτι όπως έχει γίνει πια -μετά βασάνων, ειν’ η αλήθεια…- στην Αθήνα, στο δικό μας Μέγαρο Μουσικής, όπου η κατάσταση μόλις επισημοποιήθηκε με ανακήρυξη της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών σε resident orchestra του Μεγάρου μέσα από ένα σύμφωνο συνεργασίας που περιλαμβάνει, βέβαια, πακέτο ανταλλαγών τις οποίες δεν έχω ακριβώς εκτιμήσει ακόμα.
Αλλά, ξέχασα -την περασμένη Πέμπτη τα ’γραφα… Εκεί, στο ΜουΜουΘου, προτιμούν -απ’ την Κική και την Κοκό ποια να διαλέξω…- αντί ΚΟΘ, Κό(θ)κκοτα. Με το άλοθι πως δεν είναι στο πρόγραμμα του ΜΜΘ, είναι «φιλοξενούμενος». Όπως -θυμάστε;- τότε, που στο Ηρώδειο στο π.Λ.(ούκου) Φεστιβάλ Αθηνών, είχαμε τις «εντός» και «εκτός» Φεστιβάλ εκδηλώσεις… -κάτι που σα να πάει να επανέλθει επ’ εσχάτοις…
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


Έκλεισαν προχτές, 15 Δεκεμβρίου, δέκα χρόνια απ’ το θάνατο του Δημήτρη Κεχαΐδη, του αξέχαστου. Κι η φετινή χειμερινή θεατρική σεζόν εξελίχτηκε -αν και χωρίς να ’χει προγραμματιστεί, δε νομίζω ότι το σκέφτηκαν- σε Σεζόν Δημήτρη Κεχαΐδη. Διότι δεν ανέβηκαν -ή ανεβαίνουν-, όπως σας τα χα εντοπίσει στο «Τέταρτο Κουδούνι» ήδη απ’ τις 3 Σεπτεμβρίου, μόνον τα τρία μεγάλα έργα του -τα δυο που συνυπογράφει με τη σύντροφό του Ελένη Χαβιαρά «Δάφνες και πικροδάφνες» (σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη στο «Μουσούρη) και «Με δύναμη από την Κηφισιά» (σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου στην «Στοά») και το παλαιότερο «Πανηγύρι» (σε σκηνοθεσία, επίσης, Θανάση Παπαγεωργίου προσεχώς στο Εθνικό)- αλλά συνεχίζουν, για δεύτερη σεζόν
και τα μονόπρακτά του «Η βέρα» (σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Κάππα στο «Από Μηχανής») και «Το τάβλι» (σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λάλου στο «Ακαδημία Πλάτωνος»).
Μ’ επιστέγασμα ένα αξιέπαινο αφιέρωμα -μπράβο στους εμπνευστές!- που οργανώθηκε την περασμένη Τρίτη, ανήμερα την επέτειο του θανάτου του ανθεκτικού στο χρόνο, καλού συγγραφέα, στο «Τριανόν» με συντονίστρια την Αθηνά Κεφαλά.




Μετά τα όσα μεσολάβησαν -στα επόμενα 32 χρόνια, μέχρι σήμερα δηλαδή- στο χώρο του χορού, το «Available Light», η δημιουργία (1983) -επί ίσοις όροις, με αλφαβητική σειρά κατά τη λατινική αλφάβητο-, του συνθέτη Τζον Άνταμς, της χορογράφου Λουσίντα Τσάιλντς -τι πανέμορφη, τι υπέροχη η 75χρονη πια κυρία που χαιρέτησε στο τέλος!- 
και του αρχιτέκτονα -εδώ ως σχεδιαστής των σκηνικών- Φρανκ Ο. Γκέρι, την οποία μας παρουσίασε, σε αναβίωση, ο Χοροθίασος της Λουσίντα Τσάιλντς στην Στέγη, φυσικό ήταν να δείχνει πάνω του τα σημάδια του χρόνου. Αλλά τι αρμονία! Τι ισορροπία! Πώς η κάθε κίνηση ανάβλυζε απ’ την προηγούμενη! Πώς έβλεπες καθαρά στο -τότε- μεταμοντέρνο την κατευθείαν γραμμή, τη διαδοχή απ’ το μοντέρνο και του μοντέρνου απ’ το νεοκλασικό του Μπαλανσίν!
Να σημειώσω, πάντως, πως ήταν -παραδόξως- η πρώτη φορά που βλέπαμε «καθαρή» χορογραφία της, εκ των κορυφαίων, αμερικανίδας χορογράφου στην Ελλάδα αλλά όχι και δουλειά της γενικότερα: η Λουσίντα Τσάιλντς υπέγραφε τη σκηνοθεσία, τη χορογραφία και την κινησιολογία στην έξοχη -μουσικά, σκηνικά, ερμηνευτικά- παράσταση της όπερας του Χέντελ «Αλέξανδρος» που είχε παρουσιάσει η Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, τον Ιούνιο του 2013, στο Μέγαρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών -ναι, αυτού με  το οποίο διαφωνούν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρολιάκος και Άννα Βαγενά και άλλοι τινές και θέλουν να το παστρέψουν-, σε μουσική διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου και με μια μνημειώδη, αξέχαστη σκηνογραφική κι ενδυματολογική δουλειά του Πάρι Μέξη.




«Και νυν πάλιν, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, ότι πολύ αγάπησας» (Ηγάπησας δεν είναι;), και Παπαδιαμάντης, και Ντοστογιέφσκι (σ.σ. ανεβάζει στο Εθνικό το «Έγκλημα και τιμωρία» σε μετάφραση Παπαδιαμάντη), και χριστιανισμός, και ορθοδοξία, και (εξ ύψους) παρηγορία, κι άλλος χριστιανισμός κι άλλη ορθοδοξία κι ακόμα περισσότερη ορθοδοξία… Όταν διάβασα τη συνέντευξη του Σωτήρη Χατζάκη στον Παύλο Αγιαννίδη που δημοσιεύτηκε στα «Νέα» στις 11 Δεκεμβρίου αντί να κάνω κλικ στο go back, έτσι μου ’ρθε -στο τσακ!- να σταυροκοπηθώ και να πάω κατευθείαν να εξομολογηθώ και να μεταλάβω. Κύριε εκέκραξα προς σε…

No comments:

Post a Comment