Δεν υπέγραψα την επιστολή υπέρ του Γιώργου Λούκου. Ούτε θα
την υπογράψω. Αν και τη συμμερίζομαι, όσο βιαστικά και πρόχειρα και εν θερμώ κι
αν είναι γραμμένη, όσο και λάνθασμένη κίνηση κι αν τη θεωρώ πιστεύοντας πως
στρώνει βούτυρο στο ψωμί της αντίδρασης. Δεν την υπέγραψα όχι για να μην «εκτεθώ»
_ έχω «εκτεθεί» ανεπανόρθωτα, χρόνια
τώρα, γράφοντας αυτά που πιστεύω... Αλλά επειδή σιχαίνομαι τη συλλογή
υπογραφών. Και επειδή τη βρίσκω χωρίς νόημα _ αφού η απόφαση είναι, ως
φαίνεται, ειλημμένη. Κυρίως, όμως, επειδή απαιτώ εν έτει 2012 από αυτή την
εξαθλιωμένη Πολιτεία να γίνει από μόνη της επιτέλους ΔΙΚΑΙΗ και ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΚΗ και
ικανή να κρίνει, χωρίς παρεμβάσεις και υπογραφές, ποιος αξίζει να γίνει _ ή να
παραμένει _ λειτουργός της.
Γνωρίζω τον Γιώργο Λούκο απ’ το 1994, όταν πρωτοήρθε στην
Αθήνα με το Μπαλέτο της Όπερας της Λιον του οποίου ήταν και συνεχίζει να είναι ο
καλλιτεχνικός διευθυντής. Μου έκανε εντύπωση στη συνέντευξη Τύπου, όπου μου τον
σύστησε η κριτικός χορού Κλημεντίνη Βουνελάκη. Είδα έναν έξυπνο, άμεσο, απλό,
φιλικό άνθρωπο, το ένστικτό μου _ ας μου επιτραπεί _ κάτι αντελήφθη περί των
ικανοτήτων του ανδρός και του έκανα στα «Νέα» μια συνέντευξη που ίσως και να
ήταν η πρώτη που έδωσε σε ελληνική
εφημερίδα. Τον παρακολουθούσα από τότε.
Παρακολουθούσα τις επιτυχίες του συγκροτήματος που διηύθυνε και το οποίο
εκείνος ανέδειξε και του προσέδωσε κύρος διεθνές.
Παρακολουθούσα, παράλληλα, και τη βαθμιαία παρακμή των
Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου: κάποιες ενδιαφέρουσες παραστάσεις, κάποιες
ενδιαφέρουσες μετακλήσεις που οφείλονταν αποκλειστικά σε _ αδρά και κάποτε
προκλητικά αμειβόμενους _ καλλιτεχνικούς πράκτορες που έλυναν και έδεναν πουλώντας
πακέτα με ονόματα αλλά και με δευτεράντζες, και ουσιαστικά αυτοί, με πρώτο και
καλύτερο τον Θόδωρο Κρίτα, αποφάσιζαν για τις τύχες του Φεστιβάλ Αθηνών
χρησιμοποιώντας, ως όργανα εκτελεστικά, άβουλους εντεταλμένους υπαλλήλους του
ΕΟΤ, στη δικαιοδοσία του οποίου τα Φεστιβάλ υπάγονταν, και «καλλιτεχνικές επιτροπές»
που άγονταν και φέρονταν, άνωθεν παρεμβάσεις _ ακόμα και πρωθυπουργικών συζύγων!
_ στην κατάρτιση του προγράμματος, παρασκηνιακή δράση διαφόρων «παραγόντων»,
αναθέσεις σε κομματικούς φίλους, ο νόμος του 1998 που ανεξαρτητοποίησε το
Ελληνικό _πια _ Φεστιβάλ απ’ τον ΕΟΤ, οι ελπίδες που γέννησε η ανάληψη της
θέσης του προέδρου απ’ τον επιτυχημένο, μέσω Διεθνούς Φεστιβάλ Πάτρας, Θάνο
Μικρούτσικο, οι κάποιες καινοτομίες του που γρήγορα φυλλορρόησαν, η επαναφορά
στις Πρό Νέου Νόμου αντιλήψεις, η με το έτσι θέλω «μονιμοποίηση» καλλιτεχνών
και συγκροτημάτων, στην Επίδαυρο κυρίως, τα συμφέροντα των μεσαζόντων που είχαν
αρχίσει να απλώνουν τα πλοκάμια τους ως κράτος εν κράτει σκανδαλωδώς… _ επανειλημμένα
είχα γράψει για την καθοδική πορεία του Φεστιβάλ.
Όλα αυτά και όλοι αυτοί οι «βολεμένοι» επλήγησαν από την
εμφάνιση στο φεστιβαλικό προσκήνιο του Γιώργου Λούκου _ ο οποίος και βέβαια από
την κυβέρνηση Καραμανλή διορίστηκε στη θέση του προέδρου του Ελληνικού Φεστιβάλ
αλλά καμιάς κλαδικής μέλος δεν ήταν ούτε πολιτικές διασυνδέσεις είχε. Η «μονιμότητα»
ήρθη, οι πράκτορες έχασαν τα τερατωδώς πλέον διογκωμένα ποσοστά με τα οποία είχαν
καλομάθει, οι κομματικοί δεν βρήκαν ευήκουον ους τεταμένο διότι ο Λούκος χρόνια
έλειπε από την Ελλάδα, σχέσεις με κόμματα δεν είχε, άρα δεν ήταν εύκολο να τον
πιέσουν. Ούτε ανάγκη είχε κανέναν μια και διατήρησε τη θέση του στο Μπαλέτο της
Λιον.
Το Φεστιβάλ γρήγορα απέκτησε καινούργιο προφίλ. Νέοι, ενδιαφέροντες
χώροι, πέραν του δύσκαμπτου, «ακαδημαϊκού» Ηρωδείου, σύνδεση με ξένα φεστιβάλ, μια
φρέσκια αντίληψη μακριά απ’ τον επαρχιωτισμό μας _ που, όταν τον θυμίσεις, κάποιοι
σκυλιάζουν διότι προφανώς αντιλαμβάνονται πως ισχύει… _, επαφή με τα ευρωπαϊκά
καλλιτεχνικά πράγματα, άνοιγμα σε νέα πρόσωπα και σε προτάσεις τολμηρές και
προκλητικές έστω κι αν τα αποτελέσματα δεν ήταν πάντα επιτυχημένα... Το
Φεστιβάλ άνοιξε τους ορίζοντές του, απέκτησε νέο κοινό, απέκτησε φανατικούς,
ανανεώθηκε.
Ο Γιώργιος Λούκος δεν ανακάλυψε την πυρίτιδα. Πολλά μπορούν
να του καταλογιστούν. Η απουσία του για μεγάλα διαστήματα από την Ελλάδα λόγω
των υποχρεώσεών του, η έλλειψη άμεσης, στενής επαφής του με τα ελληνικά καλλιτεχνικά
πράγματα, οι διοικητικές αδυναμίες που δεν μπόρεσε να τις ξεπεράσει, η κάποια
εμμονή του σε άτομα, η οποία δημιούργησε ένα περιορισμένο κύκλο καλλιτεχνών γύρω
από το Φεστιβάλ, όπου έβλεπες τα ίδια πρόσωπα να επαναλαμβάνονται, κάποτε και δύο
και τρεις φορές μέσα στο ίδιο καλοκαίρι, η κάποια αμηχανία ως προς το πρόγραμμα
της Επιδαύρου ήταν ανάμεσά τους. Αλλά η επιτυχία του δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί
_ οι αριθμοί είναι εύγλωττοι. Παρά μόνον από τους κακοπροαίρετους. Οι οποίοι
δεν λείπουν.
Στην Ελλάδα, ειδικά, το είδος ανθεί. Οι κοριοί και τα
ενεργούμενά τους, με γνωστές τοις πάσι διασυνδέσεις, εκ των οποίων ορισμένοι
ουδεμία σχέση με το Φεστιβάλ είχαν και ούτε έχουν πατήσει το πόδι τους στις
εκδηλώσεις του _ προ και μετά Λούκον… _, άρχισαν από την πρώτη στιγμή να
ροκανίζουν. Συστηματικά. Και κατά βάση ανωνύμως. Λασπολογώντας, ρίχνοντας στην
πιάτσα συκοφαντίες _ αν γράψεις ή αν υπογράψεις υπέρ του Λούκου αυτομάτως θεωρούν πως πληρώνεσαι, εξ ιδίων κρίνοντες τα αλλότρια... _, διασπείροντας φήμες και οι πιο θρασείς και επηρμένοι
μιλώντας δημόσια για να δημιουργήσουν εντυπώσεις. Το ροκάνισμα ήταν δύσκολο. Η
επιτυχία του Λούκου τους αφόπλιζε.
Με την αλλαγή της κυβέρνησης και με την ανάληψη της
πρωθυπουργίας από ένα πρόσωπο ιδιαίτερα τρωτό στο μικροκομματισμό, τα φαντάσματα
του παρελθόντος βγήκαν στο κουρμπέτι. Με μια ψυχή, με μια καρδιά. Σιωπηλά
ανμφιβόλως. Όλοι στον χώρο τούς γνωρίζουμε. Δεν κάνουν κιχ. Δεν εκτίθενται.
Δουλεύουν στο παρασκήνιο. Αλλά ο τόπος είναι μικρός. Ο καλλιτεχνικός, ο «πνευματικός»
_ τρομάρα τους _ κύκλος ακόμα στενότερος. Και όλα μαθαίνονται. Στο πρόσωπο του
ατόμου που «ανέλαβε τα ηνία» του πολιτισμού βρήκαν τον κατάλληλο μοχλό.
Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Καμιά υπογραφή διαμαρτυρίας
δεν μπορεί να το ανατρέψει. Και βέβαια ουδείς αναντικατάσταστος. Εύχομαι ο επόμενος
να τα καταφέρει και καλύτερα. Αλλά όλα τα σημάδια δείχνουν πως πρέπει να είμαστε
έτοιμοι να δούμε επιστροφή στις «δοκιμασμένες», συντηρητικές λύσεις. Δηλαδή στη
γερασμένη μούχλα. Όσο για τον Γιώργο Λούκο, ε, υπάρχει και η ιστορία. Που, όσο κι
αν προσπαθούν ή προσπαθήσουν να την αλλοιώσουν, θα γραφτεί. Και φοβάμαι πως δεν θα τους δικαιώνει τους κοριούς.
Τα φράγκα πάντως στα οποία αποβλέπουν και την εξουσία η οποία τους προκαλεί αλλεπάλληλους
οργασμούς θα την έχουν ευχαριστηθεί στο μεταξύ.
Εύγε!
ReplyDelete