November 22, 2017

Ντμίτρι Χβοροστόφσκι: μια Μεγάλη φωνή σώπασε



Μια Μεγάλη φωνή (με κεφαλαίο το Μι) έσβησε σήμερα. Πρόωρα. Ο ρόσος βαρύτονος Ντμίτρι Χβοροστόφσκι ανήκει πια στην ιστορία της όπερας. Στις χρυσές σελίδες της -ένας σπουδαίος Ερμηνευτής.  Πέθανε στο Λονδίνο, στα 55 του χρόνια. 
Στην Ελλάδα, τον Ντμίτρι Χβοροστόφσκι, είχαμε την ευκαιρία να τον δούμε και να τον ακούσουμε στη σειρά των ζωντανών μεταδόσεων απ’ την Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Ιόρκης MET Live αρκετές φορές. Πρόχειρα τον θυμάμαι Τζόρτζο Ζερμόν στην «Τραβιάτα», Κόμη ντι Λούνα στον «Τροβατόρε», Ντον Κάρλο στον «Ερνάνη»…
Είχαμε, όμως, και κάτι περισσότερο: την ευτυχία να τον ακούσουμε ζωντανά. Στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στη σειρά «Μεγάλοι Ερμηνευτές». Στα 45 του χρόνια -στην κορυφή της ακμής του. Ήταν Παρασκευή 16 Μαρτίου 2007 -δέκα χρόνια και κάτι πριν: ένα ρεσιτάλ συνοδεία πιάνου. Η αίσθηση που μου είχε αφήσει παραμένει αναλλοίωτη. Έγραψα στα «Νέα» μετά τη συναυλία. Στη στήλη «Δίκτυο». Αναρτώ το κείμενο αυτό στη μνήμη του:




Ό, τι έχει σχέση με την σταθερή εικόνα «καλλιτέχνης» της όπερας ξεχάστε το. Πανύψηλος, λεπτός, με σώμα καλοφτιαγμένο, με… μέση, νεότατος -παρά τα κατάλευκα μαλλιά του-, άνετος, γοητευτικός, κομψός -μαύρο, στενό, μεσάτο παντελόνι, φαρδομάνικο, χωρίς κουμπιά, με σκίσιμο στο στήθος, μαύρο, μεταξωτό πουκάμισο… Κάτι πιο κοντά σε χορευτή του φλαμένκο παρά σε βαρύτονο. Ο Ντμίτρι

Χβοροστόφσκι στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής κόμισε έναν «αέρα» διαφορετικό. Και μια μεγάλη φωνή. Ένας βαρύτονος με διεθνή καριέρα που βρίσκεται στην κορυφή της, γλυκόλαλος, με πειθαρχημένη, απόλυτα ελεγχόμενη, άψογη τεχνική, με τέλειο φραζάρισμα, με δυνατότητα να περνάει από το ένα ύφος στο άλλο με καταπληκτική ευκολία και με ένα ξεχωριστό πρόγραμμα -καθόλου από τα «εύκολα», εξ ου, προφανώς, και το Μέγαρο πολλές κενές θέσεις είχε στο ρεσιτάλ του: ρόσικες 

μελωδίες του 19ου και του 20ου αιώνα. Τσαϊκόφσκι και Μούσοργκσκι στο πρώτο μέρος και το δεύτερο με άξονα την ποίηση του Πούσκιν -τραγούδια από Γκλίνκα, Νταργκομίζσκι, Μποροντίν και Ρίμσκι-Κόρσακοφ μέχρι Μέντνερ, Ραχμάνινοφ, Βλάσοφ και Σβιρίντοφ. Με αποφασιστικό στήριγμά του τον εσθονό πιανίστα Ίβαρι Ίλια ο ρόσος -σιβιριανός- βαρύτονος άφησε να ξεχειλίσει η μουσικότητα και η αισθαντικότητά του κερδίζοντας απόλυτα το κοινό. Στα «ανκόρ», βέβαια, έδωσε μια κλωτσιά κι αναποδογύρισε την καρδάρα με το γάλα -ίσως γιατί ήθελε να αποδείξει την γκάμα του, ίσως γιατί την ήθελε ο 

οργανισμός του την εύκολη την επευφημία. Γυρίζοντας την πλάτη στο βαθύ ψυχισμό της ρόσικης μελωδίας, μας επανήλθε με δυο φθαρμένες από τη χρήση καντσονέτες και, ανάμεσά τους, το «Κρέντο» του Ιάγου από τον βερντιάνικο «Οθέλο». Ομολογώ βέβαια -και αμαρτίαν ουκ έχω- ότι κι εκεί υπέροχος ήταν. Ειδικά στην άρια, συγ–κλο–νι-στι–κός -ανάσα δεν ακουγόταν στην Αίθουσα των Φίλων της Μουσικής. Στο τέλος εξομολογιόμουν σε φίλους ότι και Φοίβο να τραγουδούσε καρτερικά θα το αποδεχόμουν. Γιατί ο Χβοροστόφσκι είναι σπουδαίος. Και μακάρι να τον ξανακούσουμε. 


Λυπάμαι που δεν τον ξανακούσαμε. Λυπάμαι ακόμα περισσότερο που δεν θα τον ξανακούσουμε (Στις φωτογραφίες ρόλων: 3. Τζόρτζο Ζερμόν στην «Τραβιάτα», 4. Κόμης ντι Λούνα στον «Τροβατόρε», 5. Ντον Κάρλο στον «Ερνάνη»).

3 comments:

  1. «…Στα «ανκόρ», βέβαια, έδωσε μια κλωτσιά κι αναποδογύρισε την καρδάρα με το γάλα -ίσως γιατί ήθελε να αποδείξει την γκάμα του, ίσως γιατί την ήθελε ο οργανισμός του την εύκολη την επευφημία….»
    .

    Η γνωστή λανθασμένη άποψη ότι όταν ασχολείσαι με τη «σοβαρή» μουσική δεν πρέπει να καταδέχεσαι τα «εύκολα». Η μουσική είναι μία. Οι μεγαλύτεροι λυρικοί τραγουδιστές της ιστορίας έχουν τραγουδήσει τις «φθαρμένες» καντσονέτες χωρίς να έχουν ανάγκη ούτε περισσότερης υστεροφημίας ούτε περισσότερες επευφημίες. Θα σοκαριστείτε αν μάθετε ότι ο Χβοροστόβσκυ ήταν επίσης λάτρης του χέβυ μέταλ και όταν ήταν νέος ήταν μέλος συγκροτήματος τέτοιου είδους.

    ReplyDelete
  2. Η μουσική σαφώς και είναι μία. Και δεν με σοκάρει καθόλου ότι ο Χβοροστόφσκι ήταν λάτρης του χέβι μέταλ και, νέος, μέλος συγκροτήματος τέτοιου είδους. Σκεφτήκατε ότι τον φανταζόμουν να ακούει νυχθημερόν Μπαχ ή να τραγουδάει στο μπάνιο του Σοστακόβιτς; Αλλά, κατά τη γνώμη μου, ένα πρόγραμμα συναυλίας θα έπρεπε να έχει μια ενιαία γραμμή. Και, ναι, πιστεύω ότι οι καντσονέτες και οι θαρθουέλες, που προστίθενται πολύ, τελευταία, σε συναυλίες καλλιτεχνών της όπερας στόχο έχουν αποκλειστικά να εκμαιεύσουν, ως ευκολότερες και δημοφιλέστερες, το χειροκρότημα. Δεν θα με πείσετε για το αντίθετο. Γι αυτό άλλωστε προστίθενται στο τέλος της συναυλίας ή ως ανκόρ. Αν ο καλλιτέχνης ήταν Έλληνας και τραγουδούσε ως ανκόρ την «Συννεφιασμένη Κυριακή» θα συμφωνούσατε;

    ReplyDelete
  3. Καταρχάς ευχαριστώ για την απάντησή σας.
    Το "Συνεφιασμένη Κυριακή" ως παράδειγμα είναι ατυχές, διότι δεν μπορεί σε καμμία περίπτωση να συγκριθεί με τις καντσονέτες και οι θαρθουέλες οι οποίες επηρέασαν την φωνητική οπερατική μουσική και τη μελωδική κυρίως, δομή της άριας από τα πρώτα βήματά της. Νομίζω ότι η μελωδική αυτή συγγένεια είναι ηχητικά ξεκάθαρη και επαρκώς τεκμηριωμένη. Με αυτή την έννοια ο Χβοροστόφσκυ "δικαιούταν" να τραγουδήσει καντσονέτες και όχι π.χ. Lady Gaga. Στη τελευταία περίπτωση δεν θα είχα σχολιάσει.

    ReplyDelete