July 23, 2025

Στο Φτερό / Ένας Μεγάλος που μας δρόσισε μέσα στον καύσωνα

 
Ντανιίλ Τρίφονοφ: ρεσιτάλ πιάνου
 

Πριν από τέσσερα χρόνια -το 2021- τον γνωρίσαμε από κοντά στην Ελλάδα. Πρωτοήρθε στην Αθήνα συμπράττοντας, στο Ηρώδειο και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ως σολίστ στο δημοφιλές Δεύτερο Κοντσέρτο για Πιάνο και Ορχήστρα του Ραχμάνινοφ. Και έγινε μία έκρηξη: ένας Μεγάλος πιανίστας. Ένας Μεγάλος ρόσος πιανίστας που αποθεώθηκε. Φέτος, ευτυχίσαμε ο Ντανιίλ Τρίφονοφ να επιστρέψει: Φεστιβάλ Αθηνών, Ηρώδειο, σεμνός, ντροπαλός, αμήχανος... Αλλά με ένα ρεσιτάλ απαιτήσεων αυτή τη φορά. Με το οποίο μας στερέωσε τη φήμη του. Το άνοιξε με μία έκπληξη -για μένα, τουλάχιστον, που δεν το γνώριζα αλλά, σίγουρα, όχι ευρέως γνωστό έργο: Σονάτα για πιάνο αρ. 2 

(1865, πρώτη έκδοση 1900 ως μεταθανάτιο έργο 80) του συμπατριώτη του Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι. Ένα υπέροχο, αν και γραμμένο όταν ο Τσαϊκόφσκι ήταν ακόμα σπουδαστής, ρομαντικό, τρυφερό αλλά και δυναμικό κομμάτι που εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Απόλυτα συγκεντρωμένος, και ας είχε τόση ζέστη και ας τον εμπόδιζαν τα ενδιάμεσα χειροκροτήματα του άσχετου, στο μεγάλο του μέρος, ελληνικού κοινού (ώσπου κάποιος ακροατής τους φώναξε να συγκρατήσουν τον ενθουσιασμό τους για το τέλος του κομματιού…), βυθισμένος στο έργο, καμπουριασμένος, ώρες-ώρες, σαν να τον ρουφούσε το κλαβιέ, ο Ντανιίλ Τρίφονοφ το ανέδειξε. Στο έπακρον. Για να συνεχίσει με έξι βαλς του Γαλοπολονού Φρεντερίκ Σοπέν -σε μι μείζονα, έργο 70 αρ. 2, έργο 64 αρ. 3 και αρ.1, έργο 34 αρ.2, και σε μι ελάσσονα 1824-1849). Μοναδική η ικανότητά του να εκφράσει το ύφος του κάθε συνθέτη και να περάσει από τον Τσαϊκόφσκι στον Σοπέν -στα βαλς του ανάλαφρος και ενίοτε μελαγχολικός. Το δεύτερο 

μέρος το άνοιξε με ένα κομμάτι που, επίσης, δεν παίζεται συχνά: Σονάτα για πιάνο σε μι ύφεση ελάσσονα, έργο 26 (1949) του Αμερικανού Σάμιουελ Μπάρμπερ -δομή κλασική αλλά ύφος μοντέρνο, δυναμικό και, στο τελευταίο μέρος, εκρηκτικό. Ο πιανίστας και πάλι ανέσυρε τις ποιότητες της Σονάτας στην επιφάνεια υπηρετώντας την. Για να κλείσει το βασικό πρόγραμμα του ρεσιτάλ του και πάλι με Τσαϊκόφσκι: «Ωραία κοιμωμένη», μπαλέτο (1890) αλλά με μεταγραμμένα (πιθανόν 1978) για πιάνο πολλά μέρη του ως σουίτα κοντσέρτου από τον Μιχαήλ Πλετνιόφ, ομότεχνο του Τρίφονοφ, που πρόσφατα έχουμε ακούσει στο Μέγαρο Μουσικής. Μία δυναμική μεταγραφή υψηλής δεξιοτεχνίας  

που απλώς αντλεί  από τη μουσική του Τσαϊκόφσκι καταλήγοντας σε μία απολύτως αυτοτελή σύνθεση, ίσως πιο δημιουργική από τις ανάλογες μεταγραφές του Λιστ. Ο Ντανιίλ Τρίφονοφ με την ντοστογιεφσκική φιγούρα, δεινός δεξιοτέχνης που δεν μένει, όμως, στις «ακροβασίες» αλλά και εμβαθύνει στα έργα που παίζει, αποθεώθηκε και αυτή τη φορά, πιο έντονα μάλιστα, από το κοινό που είχε σχεδόν γεμίσει το Ηρώδειο. Και για να το ευχαριστήσει, ικανοποιημένος αλλά και γενναιόδωρος, έπαιξε όχι ένα, όχι δύο, όχι τρία αλλά τέσσερα -πρωτοφανές!- ανκόρ:  «Βαλς του Σάντο Ντομίνγκο» του 

Δομινικανού Ραφαέλ Μπουλούμπα Λανδεστόι  και «Σπουδή στην σάμπα» του ίδιου συνθέτη, «Γλυκά όνειρα», αρ. 21 από το «Λεύκωμα των παιδιών» του Τσαϊκόφσκι και «Παραλλαγές σε ένα θέμα του Σοπέν» (1938-1954) του Ισπανού Φεδερίκο Μονπόου (από το Πρελούδιο αρ. 7 του Σοπέν). Τέτοια αποθέωση ελάχιστες φορές συνάντησα στο Ηρώδειο. Μεγάλος πιανίστας ο Ντανιίλ Τρίφονοφ! Πολύ Μεγάλος πιανίστας! Από τις κορυφές της εποχής μας. Που μας δρόσισε εν μέσω καύσωνος.
Είναι κρίμα που το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, απερίσκεπτα και ανοήτως, προγραμμάτισε το ένα και μοναδικό ρεσιτάλ του την ίδια μέρα με τη μία και μοναδική συναυλία του Θεόδωρου Κουρεντζή και της ορχήστρας του «Utopia» στην Επίδαυρο, συναυλία-μουσικό γεγονός, επίσης, που απευθυνόταν στο ίδιο target group. Κρίμα, επίσης, που η Διεύθυνση Επικοινωνίας και Προβολής του Φεστιβάλ ουδεμία αξιόλογη προβολή επιφύλαξε σ’ αυτό το άλλο φετινό μουσικό γεγονός του (Φωτογραφίες: Έλλη Πουπουλίδου. Στην τελευταία, τα ανκόρ γραμμένα με το χέρι του Ντανιίλ Τρίφονοφ. Θερμές ευχαριστίες στην πολύτιμη Υπεύθυνη Χώρων του Ηρωδείου κ. Καίτη Βαβαλέα που μεσολάβησε).

(Ενημερωτικό το -δίγλωσσο, ελληνικά και αγγλικά-, τετράπτυχο πρόγραμμα του ρεσιτάλ. Εξαιρετικά προσεγμένος ο -δωρεάν- τόμος/πρόγραμμα -γενική επιμέλεια Δήμητρα Κονδυλάκη- με το σύνολο των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, που κυκλοφορεί δωρεάν σε δύο εκδόσεις -στα ελληνικά και στα αγγλικά. Μειονέκτημα, τα μαλακά εξώφυλλα που τον κάνουν εύχρηστο αλλά πολύ εύκολα τσακίζονται και του προσδίδουν μία ευτέλεια). 

(Το ρεσιτάλ παρακολουθήσαμε με εισιτήρια που αγόρασα. Και γράφω, κατ’ εξαίρεση το σημείωμα για εκδήλωση του Φεστιβάλ  από προσωπική ανάγκη και λόγω της σημασίας του συγκεκριμένου γεγονότος).

Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, Κύκλος «Κλασική Μουσική», 19 Ιουλίου 2025.

July 21, 2025

Εκτός χωρικών υδάτων

 

Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες,Τέτοια Λόγια… 250 

 



Ποτέ δεν πείστηκα απ’ τις θεατρικές «συνθέσεις». Από τότε που ο Δημήτρης Ποταμίτης έκανε, με το δικό του «Θέατρο Έρευνας», τους «Ατρείδες», μια «σύνθεση» απ’ τον Κ. Χ. Μύρη αποσπασμάτων αρχαίων τραγωδιών, απ’ το «Η Ελλάδα των θαυμάτων, των τραυμάτων, των υπάτων και των πάτων» -τι τίτλος...- που παρουσίασε -και μάλιστα εις δύο μέρη/παραστάσεις- ο Χρήστος Τσάγκας με το «Παλκοσένικό» του, επίσης «σύνθεση» του Κ. Χ. Μύρη, απ’ «Το τέλος των Ατρειδών», «σύνθεση» αποσπασμάτων τραγωδιών που ανέβασε, σε σκηνοθεσία του, ο Νίκος Χουρμουζιάδης για τη θεσσαλονικιώτικη «Πειραματική Σκηνή της ‘Τέχνης’» ή απ’ το «Θέατρο, θεατρίνοι, θεατές», «σύνθεση» σκηνών από έργα τα οποία παρουσίασε το «Θέατρο Τέχνης», που τη σκηνοθέτησε ο Γιώργος Λαζάνης, ως εναρκτήρια, στη σκηνή της οδού Φρυνίχου του «Τέχνης». Σόλα και στα επόμενα μέτριο έως  κακό είχα βρει το αποτέλεσμα. 


Δεν πιστεύω πως πετυχαίνει η παρατακτική σύνδεση σκηνών, βίαια αποσπασμένων από διαφορετικά έργα του ίδιου συγγραφέα. Πόσο μάλλον διαφορετικών συγγραφέων που ο καθένας έχει και διαφορετικό ύφος. Και που το καθένα έχει τη λογική του. 
Κι άντε να υπάρχει μια συνισταμένη, ένας κρίκος -η οικογένεια των Ατρειδών, ο Ευριπίδης, η Αθήνα…- που υποτίθεται ότι μπορεί να τα «συνθέσεις». Όταν συνισταμένη είναι απλώς οι στίχοι της ίδιας στιχουργού στα χορικά ή στα τραγούδια παραστάσεων που ανέβηκαν στην Ελλάδα;
Ποιος ν’ αμφισβητήσει το τάλαντο της Λίνας Νικολακοπούλου ή ηθοποιών, όπως η σπουδαία Αννίτα Σαντοριναίου, η Στέλα Φυρογένη ή η Νιόβη Χαραλάμπους;  Αλλά και πώς να δεθούν μονόλογοι της Εκάβης με Γιουρσενάρ, με «Το σκλαβί» και με τη μεσοπολεμική γαλική κοινωνική κωμωδιούλα «Έκτο πάτωμα» του Αλφρέντ Ζερί; Επειδή έχει γράψει σε παραστάσεις τους για διάφορους συνθέτες τους στίχους χορικών ή τραγουδιών τους η Λίνα Νικολακοπούλου; Μόνον, ίσως, αν βρισκόταν ένας σκηνοθέτης θαυματουργός. Ε, και η Λίνα Νικολακοπούλου που έγραψε τα συνδετικά κείμενα και υπογράφει και τη σκηνοθεσία δεν είναι σκηνοθέτης θαυματουργός. Γιατί να επιδιώξει να βρεθεί εκτός των χωρικών υδάτων της; 

Και φοβάμαι πως δεν έλαβε υπόψη της ούτε το «μέτρον άριστον». Μπατάρει η παράσταση «Χορικά ύδατα» του ΘΟΚ, που είδα «Στη σκιά των Βράχων» του Βύρωνα, όταν το «Έκτο πάτωμα» απλώνεται τόσο πολύ και τεντώνεται και ξεχειλώνει τη διάρκεια της παράστασης με τ αλλεπάλληλα φινάλε στις δυο ώρες. Ομολογώ ότι κουράστηκα στα σανίδια του θεάτρου «Άννα Συνοδινού», βαρέθηκα και ταλαιπωρήθηκα.

July 20, 2025

Επίδαυρος: Γαλήνια νύχτα έρωτα και θανάτου. Ο αποχαιρετισμός της Πίνα Μπάους στο ελληνικό κοινό

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 249 

Τέσσερα Σάββατα πριν, στις 28 Ιουλίου, «Τα Νέα / Σαββατοκύριακο»  κυκλοφόρησαν με την ένθετη ειδική έκδοση «Ιστορίες», αφιερωμένη στα εβδομηντάχρονα του Φεστιβάλ Επιδαύρου που περιλάμβανε εξαιρετικά ενδιαφέροντα κείμενα. Αρχισυντάκτης, ο πανάξιος Δημήτρης Δουλγερίδης. Ο οποίος μου έκανε την τιμή να συμπεριλάβει και ένα ευρύτατο απόσπασμα από δικό μου κείμενο, τυπωμένο στο φύλλο της Δευτέρας 21 Ιουλίου του 2008: την «κάλυψη», όπως λέγαμε τότε, της παράστασης του Μπαλέτου της Εθνικής Όπερας του Παρισιού, με την όπερα του Γκλουκ «Ορφέας και Ευρυδίκη», ως όπερα-μπαλέτο, σε σκηνοθεσία-χορογραφίες της αξέχαστης Μεγάλης Πίνα Μπάους -η τελευταία δουλειά της την οποία έδειξε στην Ελλάδα πριν από το θάνατό της χάρη στον τότε πρόεδρο και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργο Λούκο. Ανεβάζω το πλήρες κείμενο με την ίδια συγκίνηση που το έγραψα. Γραμμένο στις 20 Ιουλίου του 2008 -ακριβώς 17 χρόνια πριν. Αν μου ζητούσαν να επιλέξω ένα κείμενο από τις δεκάδες «καλύψεις» παραστάσεων της Επιδαύρου που έκανα, αυτό -τι σύμπτωση!- θα διάλεγα. Ευχαριστώ. 

 


Είδα ανθρώπους να κλαίνε το Σάββατο στην Επίδαυρο. Αλλά μερικές φορές είναι δύσκολο να βρεις τα λόγια να περιγράψεις αυτό που είδες και ένοιωσες. Το «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους που παρουσιάστηκε από το Μπαλέτο της Εθνικής Όπερας του Παρισιού στην Επίδαυρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, στην κατηγορία αυτή υπάγεται. 

Μέρος πρώτο-«Πένθος». (Το με τη μορφή «χοροόπερας» έργο του Γκλουκ παίχτηκε σε τέσσερα μέρη και τραγουδημένο στα γερμανικά, χωρίς ελληνικούς υπέρτιτλους -κι αυτό ήταν το παράπονο αρκετών θεατών). Ένα πατάρι στημένο στην ορχήστρα της Επιδαύρου, τριγύρω λευκές κουρτίνες να ανεμίζουν, ένα ξεριζωμένο, ξεραμένο δέντρο πεσμένο -κλαδεμένο από το Χάρο-, μία υποψία τύμβου εγκιβωτισμένου σε έναν τεράστιο κύβο από διάφανο βινίλιο και στην άκρη μία πανύψηλη, κατάλευκη μαντόνα με ένα μπουκέτο σκούρα κόκκινα τριαντάφυλλα στα γόνατά της. Και μία εικόνα πένθους. Φιγούρες απεγνωσμένες στα μαύρα, να περιφέρουν τον πόνο τους, το σώμα της Ευρυδίκης ανυψωμένο στα χέρια τους, με ένα μακρύ, λευκό πέπλο να σκεπάζει το πρόσωπο, και ο Έρωτας εναποθέτει στον «τάφο» ένα βαλσαμωμένο μαυροπούλι.  
Η υπό τον Τόμας Χένγκελμπροκ ορχήστρα και η χορωδία σε ειδικά φτιαγμένη «τάφρο» μπροστά από τη σκηνή και πάνω της τρία «ζευγάρια» -τραγουδιστής και χορευτής: Ορφέας, Ευρυδίκη, Έρωτας. Ορφέας, η έξοχη μέτζο Μαρία Ρικάρντα Βέσελινγκ και ο Ιάν Μπριντάρ, Ευρυδίκη η σοπράνο Σβετλάνα Ντόνεβα και η συναρπαστική Μαρί-Ανιές Ζιλό, Έρωτας η σοπράνο Σουνάι Ιμ και η Μιτέκι Κούντο -οι τραγουδίστριες πάντα στα μαύρα. 
Μέρος δεύτερο-«Βία». Μία τεράστια ξύλινη σύνθεση σαν αργαλειός, οι ψυχές, στα λευκά και τυφλές, πλέκουν και ξεπλέκουν τα νήματα της μοίρας -η μία με ένα τεράστιο καρβέλι στα χέρια -και ένα βίαιο τρίο -«επιστάτες» του Χάροντα;-, με ολόσωμες μαύρες πέτσινες ποδιές και κορυφαίο τον εκπληκτικό Βενσάν Κορντιέ: ο Ορφέας στον Άδη ψάχνει την Ευρυδίκη του.  


Μέρος τρίτο-«Ειρήνη». Τριγύρω «καναπέδες» λαξευμένοι στην «πέτρα», λίγα λουλουδάκια που φυτρώνουν στις χαραμάδες του βράχου: τα Ηλύσια Πεδία. Ο Ορφέας θα συναντήσει την Ευρυδίκη του. Έχει καταφέρει το ακατόρθωτο -κραταιά ως θάνατος αγάπη: να του δώσουν το ελεύθερο να την πάρει μαζί του στον Πάνω Κόσμο, αρκεί στο δρόμο της επιστροφής να αντέξει και να μη γυρίσει να την κοιτάξει -είναι ο όρος.  


Μέρος τέταρτο-«Θάνατος». (Μικρές παύσεις-ανάσες για την αλλαγή των σκηνικών χώριζαν τα τέσσερα μέρη). Στη σκηνή το «διπλό» ζευγάρι. Ο Ορφέας δεν αντέχει και την κοιτάζει. Το ντυμένο στα μαύρα σώμα της Ευρυδίκης-τραγουδίστριας λυγίζει άψυχο. Το ντυμένο με ένα κατακόκκινο του έρωτα και της φωτιάς σώμα της Ευρυδίκης-χορεύτριας λυγίζει κι αυτό άψυχο και σωριάζεται κάθετα πάνω στο πρώτο. Ο Ορφέας-μέτζο, γονατιστός πάνω τους, θα τραγουδήσει το σπαρακτικό «Τι θα κάνω χωρίς την Ευρυδίκη». Και η Πίνα Μπάους της κίνησης για τη στιγμή αυτή θα επιλέξει την πλέον ιδιοφυή ιδέα της βραδιάς: την ακινησία. Ο χορευτής Ορφέας, πεσμένος στα γόνατα, διπλωμένος, συντριμμένος, θα μείνει πλάτη, ακίνητος, όσο ακούγεται η άρια. Και μετά -πώς γίνεται να ζήσει πια;- θα χαθεί μαζί με την Ευρυδίκη που τη σκότωσε η αγάπη του. Το μαύρο «τρίο» του Άδη βάζει ένα κομμάτι πορφυρό βελούδο κάτω από τα πέλματά του και το κορμί του λυγίζει στα χέρια τους σαν μια Πιετά για να το ωθήσουν, να το τσουλήσουν, πάνω στα βελούδο που γλιστράει στο δάπεδο, στο προσκήνιο, όπου το εναποθέτουν ενώ η μέτζο Ορφέας σωριάζεται πάνω στα δύο σώματα της Ευρυδίκης, με τα φωτισμό αμείλικτο πάνω στα τέσσερα νεκρά κορμιά -ένα φινάλε που χαράζεται πύρινο στη μνήμη.  


Γεωμετρία έρωτα και θανάτου, ένα διαμάντι κατεργασμένο από μία ιδιοφυή δημιουργό στα πρώτα της, τότε, βήματα -η παράσταση, με τις μαρθαγκραχαμικές μνήμες έγινε το 1975 για το Χοροθέατρο του Βούπερταλ, αναβίωσε για το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού το 2005 και, παρά τα τριάντα τρία της χρόνια, μοιάζει ένα αξεπέραστο ιστορικό δημιούργημα-, το «Ορφέας και Ευρυδίκη» σημάδεψε όσους είχαμε την τύχη να το δούμε. 
Το χειροκρότημα στο τέλος ήταν ενθουσιώδες και με «μπράβο» για όλους. Όταν, όμως, εμφανίστηκε στη σκηνή η Πίνα Μπάους -που είχε χειροκροτηθεί και κατά την είσοδό της στο θέατρο-, ε, τότε ξέσπασε μία ομοβροντία ιαχών από τους θεατές που πολλοί τινάχτηκαν όρθιοι.  
Έχουνε γνωρίσει οι πέτρες της Επιδαύρου εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια πολλές συγκινήσεις -οι οποίες τελευταία όλο και αραιώνουν, όλο και σπανίζουν… Η πεποίθησή μου είναι πως μετά από χρόνια θα μιλάμε -θα μιλάνε- για τις δύο βραδιές του «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους στην Επίδαυρο, όπως μιλάμε σήμερα για την «Νόρμα» και την «Μήδεια» της Κάλλας: μία Μεγάλη Στιγμή. Κι ας έχουν «μικρύνει» απελπιστικά 
οι καιροί μας.  
Η παράσταση, που λειτούργησε εξαιρετικά -μουσικά και σκηνικά- στην Επίδαυρο, σαν η γαλήνη της μουσικής του Γκλουκ και ο λυρισμός της χορογραφίας / σκηνοθεσίας της Πίνα Μπάους να γεννιόντουσαν από την ηρεμία του τοπίου, συγκέντρωσε 6000 με 6500 άτομα -κατάμεστη η περιορισμένη κατά τέσσερις κερκίδες κάτω ζώνη. Ανάμεσά τους, Κώστας Σημίτης, Ευάγγελος Αντώναρος, Γιάννος Παπαντωνίου, ο πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργος Λούκος, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ Νικήτας Τσακίρογλου, οι Κυρίες Ασπασία Παπαθανασίου _ την είδα να βγαίνει πνιγμένη από τη συγκίνηση _ και Σμάρω Στεφανίδου, Λευτέρης Βογιατζής, Γιώργος Βέλτσος, Βασίλης Νικολαΐδης, Κωνσταντίνος Καρύδης, Λία Μελετοπούλου, Λήδα Σάνταλα, Μιχάλης Γκανάς. 

June 6, 2025

Στο Φτερό / Μπουλέζ intercontemporain

 
Γκλόρια Τσενγκ, πιάνο - Ραλφ φαν Ράατ, πιάνο: ρεσιτάλ για δύο πιάνα «100 χρόνια Πιερ Μπουλέζ»
 


Μία προσωπικότητα στο διεθνή χώρο της σύγχρονης μουσικής: ο Γάλος Πιερ Μπουλέζ. Σημάδεψε τον 20ο αιώνα: συνθέτης αφοσιωμένος στα σύγχρονα ιδιώματα, αρχιμουσικός κλάσεως, ιδρυτής στο Κέντρο Πομπιντού, στο Παρίσι, του διεθνούς ακτινοβολίας ερευνητικού κέντρου για την 
ηλεκτρονική μουσική IRCAM (Ινστιτούτο Ακουστικής/Μουσικής Έρευνας και Συντονισμού) και του ειδικευμένου στη μουσική του 20ου αιώνα οργανικού συνόλου «Ensemble Intercontemporain». Ήταν οφειλή να γιορτάζονται φέτος τα 100 χρόνια από τη γέννησή του (1925-2006). Και, πολύ σωστά, η πρωτοπόρα «Εναλλακτική Σκηνή» της ΕΛΣ τον τίμησε με ένα ρεσιτάλ για δύο πιάνα δύο καλλιτεχνών -πιανιστών- διεθνούς κύρους και με μουσικολογική κατάρτιση, οι οποίοι έχουν διακριθεί στις εκτελέσεις έργων του αλλά και, γενικώς, στην εκτέλεση έργων σύγχρονης -και όχι μόνον- μουσικής: της Αμερικανίδας, με ρίζες στην Σανγκάι ,Γκλόρια Τσενγκ και του 
Ολανδού Ραλφ φαν Ράατ. Ένα ρεσιτάλ με σοφή δομή του προγράμματός του: έργα του Μπουλέζ αλλά και συνθετών που συνδέθηκαν μαζί του με διάφορους τρόπους. Με Μπουλέζ άνοιξε η βραδιά -με το Ia από τις «Δομές-Πρώτο βιβλίο για δύο πιάνα»(1951-1952)-  και με Τζον Κέιτζ (με τον οποίο ο Μπουλέζ είχε συνδεθεί με στενή φιλία μεταξύ 1949 και 1952) συνεχίστηκε -τα αρ.4 και αρ.19 από την «Μουσική για πιάνο για οποιονδήποτε αριθμό πιάνων (1953) και «Εμπειρίες αρ.1 για δύο πιάνα» (1945). Το «Σκέρτσο» του Μπουλέζ, από το έργο του «Πρελούδιο, τοκάτα και σκέρτσο για πιάνο» (1944-1945) ήταν η πιο ελκυστική στιγμή της βραδιάς. Γραμμένο από τον οργισμένο με το 

συντηρητισμό της μουσικής  ζωής που αντιμετώπιζε, 19χρονο, τότε, Μπουλέζ στο Παρίσι -ένα, όντως, πολύ οργισμένο κομμάτι-, παίχτηκε έξοχα από τον Ραλφ φαν Ράατ και καταχειροκροτήθηκε. Το κομμάτι «Δύο πιάνα» για δύο πιάνα (1957) του Αμερικανού Μόρτον Φέλντμαν, τον οποίο ο αυστηρός Μπουλέζ απέρριπτε αλλά και ο οποίος τον επηρέασε, και το δεκαμερές «Play» (1958) του συνδεμένου με το IRCAM Φινλανδού Μάγκνους Λίντμπεργκ έκλεισαν το πρώτο μέρος. Με Μπουλέζ άνοιξαν και το δεύτερο μέρος οι δύο πιανίστες: το Κεφάλαιο 2 από το έργο «Δομές. Δεύτερο Βιβλίο, για δύο πιάνα» (1956-1961) και το «Σύντομες περιδιαβάσεις με αφετηρία το έργο ‘Λάμψη’ για πιάνο» (1996),

γραμμένο ως δώρο γάμου στην Γκλόρια Τσενγκ η οποία και το ερμήνευσε. Το επόμενο κομμάτι ήταν η έκπληξη της βραδιάς: «Η Ρουθ κοιμάται για δύο πιάνα» (1992) του -καθόλου, εδώ, ροκ- Φρανκ Ζάπα -εκλεκτικές συγγένειες. Και το ρεσιτάλ έκλεισε επιβεβαιώνοντας το αξίωμα «Στραβίνσκι πατήρ πάντων (της σύγχρονης μουσικής)»: οι δύο πιανίστες -εξαιρετική η σύμπνοιά τους- 
 
ερμήνευσαν την τριμερή του «Σονάτα για δύο πιάνα» (1943-1944), από τη νεοκλασική περίοδο του συνθέτη, για να κλείσουν την πολύ ενδιαφέρουσα -κυριολεκτικά επιμορφωτική- βραδιά που χειροκροτήθηκε θερμά, με ανκόρ έναν Ραβέλ παιγμένο για τέσσερα χέρια: «Ο νεραϊδόκηπος», πέμπτο και τελευταίο κομμάτι από τη σουίτα «Η μάνα μου η χήνα» του γάλου συνθέτη (Φωτογραφίες: Γιάννης Αντώνογλου).   

(Μία δωρεάν καρτολίνα με το πρόγραμμα του ρεσιτάλ και κάποια στοιχειώδη το συνόδευε. Νομίζω πως μία έκδοση-αφιέρωμα στον Πιερ Μπουλέζ, με τα 
βιογραφικά των δύο  πιανιστών και κάποια σύντομα λόγια για τα έργα της βραδιάς μάς την όφειλε η «Εναλλακτική». Έτσι θα αποφεύγονταν και τα προλογίσματα των δύο καλλιτεχνών σε κάθε έργο, με μετάφραση στα ελληνικά, που πιστεύω πως διασπούσαν τη ροή του ρεσιτάλ και κούραζαν).

Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», 4 Ιουνίου 2025.

May 22, 2025

Πετάει, πετάει, η Εναλλακτική!

 

 Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 248

 



Γίνεται πολλή δουλειά. Και καλή δουλειά. Στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής.
Στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της ανθούσας ΕΛΣ του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της Γιώργου Κουμεντάκη και των συνεργατών του και με την αποτελεσματική στήριξη του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» που, θαρραλέα και χωρίς μιζέριες, χώνει βαθιά το χέρι στην τσέπη, είδαμε και βλέπουμε καλές παραστάσεις που γεμίζουν και γεμίζουν, ξανά και ξανά, το θέατρο. Αλλά αυτό ήταν, λίγο-πολύ, αναμενόμενο. 
Το καινούργιο, το μη αναμενόμενο το συναντήσαμε και το συναντούμε στην Εναλλακτική Σκηνή. Του Υπεύθυνου του Καλλιτεχνικού Προγραμματισμού της Αλέξανδρου Ευκλείδη, του περιτριγυρισμένου από άξιους ανθρώπους, όπως ο Διευθυντής Παραγωγής της Εναλλακτικής Μανώλης Σάρδης, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και υπεύθυνος Επικοινωνίας της Εναλλακτικής Βάιος Μαχμουντές, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και Υπεύθυνος Δραματολογίας και Εκδόσεων της Εναλλακτικής Χαράλαμπος Γωγιός και άλλοι και άλλοι. Η Εναλλακτική τολμάει. Επιλέγει, συστήνει, προτείνει, δοκιμάζει, παραγγέλλει και, πέραν των αποτελεσμάτων που -φυσικό είναι- ποικίλλουν, εντάσσει, σιγά-σιγά, στο ενεργητικό της υλικό φρέσκο και νέες εκφράσεις που θέλω να ελπίζω ότι θα πλουτίσουν το νεοελληνικό, το σύγχρονο ρεπερτόριο του μουσικού θεάτρου μας με έργα που θα μπορούν να ξαναπαίζονται και να μην παραμένουν κολλημένα στην «παγκόσμια πρώτη» τους, έργα που θα μπορέσουν να ξεπεράσουν τα σύνορα και να ενταχθούν στο ρεπερτόριο και ξένων μουσικών


ιδρυμάτων. 
Ιδού κάποια παραδείγματα πρόσφατα: ο Νικόλας Τζώρτζης δούλεψε πάνω στο συνειρμικής γραφής πεζογράφημα του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη «Ο πεθαμένος και η ανάσταση», εμπνεύστηκε, προσάρμοσε τη μουσική του -μουσική καθόλου εύκολη- στο δύστροπο αυτό κείμενο αλλά αυτή τη «χασμωδία» τη μετέτρεψαν σε αρμονία η Αναστασία Κουμίδου με τη σκηνοθεσία της και ο Γιάννης Κατρανίτσας με τα σκηνικά, τα κοστούμια του και το σχεδιασμό βίντεο.
Ή το «The Fall of the House of Commons». Όπου ο Αλέκος Λούντζης, ο οποίος υπογράφει και τη σύλληψη και τη δραματουργία, άντλησε για το λιμπρέτο του, που συνυπογράφει με τον Ορφέα Απέργη, απ’ την «Πτώση του Οίκου των Άσερ», το μυθιστόρημα του Έντγκαρ Άλαν Πόου. Και το λιμπρέτο αυτό, που αφορά απολύτως το σήμερα, το μετέτρεψε σε μια όπερα δωματίου έξοχη ο Ορέστης Παπαϊωάννου. Μια όπερα δωματίου που ο Αλέξανδρος Ευκλείδης, ως σκηνοθέτης, της έδωσε, μαζί με τον Γιάννη Κατρανίτσα, στα σκηνικά και στα κοστούμια, φτερά.
Και δεν είναι τα μόνα παραδείγματα. Απλώς είναι πρόσφατα. Γιατί μπορώ πρόχειρα, ζητώντας συγγνώμη που ξεχνώ άλλα, να θυμηθώ το «Ζ» του Μηνά Μπορμπουδάκη, σε λιμπρέτο Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη απ’ το ομώνυμο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού, έξοχα σκηνοθετημένο απ’ την Κατερίνα Ευαγγελάτου ή την εξαιρετική όπερα του Γιώργου Δούση «Έντα Γκάμπλερ», σε λιμπρέτο που υπογράφει η Έρι Κύργια, απ’ το αριστούργημα του Ίψεν, σκηνοθετημένη απ’ την Ράια Τσακηρίδη ή τον συναρπαστικό «Αποτυχημένο» του Τόμας Μπέρνχαρντ που κανε θέατρο και σκηνοθέτησε σπουδαία, με «βογιατζιδικές» λεπτομέρειες  ο Έκτορας Λυγίζος -τι σκηνικό η Μυρτώ Λάμπρο! Ή το εκπληκτικά ντυμένο με μουσική απ' τον Ζήση Σέγκλια «Όχι εγώ» του Σάμουελ Μπέκετ» σκηνοθετημένο με τέλειο στιλιζάρισμά απ τον Σάββα Στούμπο
Εν ολίγοις, πετάει η Εναλλακτική! (Φωτογραφίες: Γιάννης Αντώνογλου).