Όταν ο Κουνέλλης συναντάει τον Χατζιδάκι: μία αξιομνημόνευτη συναυλία
Με την «Εποχή της Μελισσάνθης» του Μάνου Χατζιδάκι με συνδέει μία τραυματική εμπειρία. Μέρες Πάσχα του ’80, φαντάρος στον Τύρναβο μέχρι τότε, με άδεια για να παρουσιαστώ την δεύτερη μέρα του Πάσχα στο Ναύπλιο πια, βρίσκομαι στην Αθήνα. Το Τρίτο Πρόγραμμα -του Μάνου Χατζιδάκι τότε- οργανώνει εβδομάδα μουσικών εκδηλώσεων στο -στατικά ευαίσθητο- Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά. Η προγραμματισμένη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου ματαιώνεται επεισοδιακά για λόγους ασφαλείας -το πλήθος που έχει συγκεντρωθεί, λόγω προσκλήσεων, ξεπερνάει κάθε όριο. Στις 2 Απριλίου, Μεγάλη Τετάρτη, είναι προγραμματισμένη συναυλία-πρώτη παρουσίαση της
«Μελισσάνθης». Με την Ορχήστρα και την Χορωδία του Τρίτου, υπό τη διεύθυνση του συνθέτη, και με βασική ερμηνεύτρια την Μαρία Φαραντούρη. Ο Χατζιδάκις, τότε, στο απόγειό του. Η Μαρία Φαραντούρη επίσης. Το Τρίτο στις δόξες του. Ο δίσκος δεν έχει ακόμα κυκλοφορήσει -θα βγει στο τέλος του χρόνου- αλλά, θες το ένστικτο, θες ότι από το Τρίτο έχουν δοθεί κάποια εναύσματα, έχω κινητοποιηθεί: θέλω οπωσδήποτε να πάω στη συναυλία αυτή. Τα -πανάκριβα- εισιτήρια έχουν εξαφανιστεί. Ικετεύω για πρόσκληση μία γνωστή μου που είναι το κλειδί στο Τρίτο. Δεν μου βρίσκει -ένας φαντάρος, του ’80 μάλιστα, δεν μετράει…-, από την άλλη έχουν φοβηθεί με όσα συνέβησαν στη συναυλία του Σαββόπουλου. Κατεβαίνουμε τη βραδιά της συναυλίας με φίλους, έξω από το θέατρο, ως ικέτες. Δεν θα μας βάλουν βέβαια. Δεν είναι αυτό, όμως. Είναι ποιοι βλέπω να μπαίνουν... Εδώ, τελεία. Έστω αποσιωπητικά.
Γυρίζω από την καινούργια εκτέλεση του έργου -την τέταρτη, αν δεν κάνω λάθος, μεσολάβησαν άλλες δύο από το Μουσικό Σύνολο «Μάνος Χατζιδάκις», το 2001 και το 2015, στο Μέγαρο Μουσικής -στην Λυρική Σκηνή (στην Κεντρική Σκηνή «Σταύρος Νιάρχος»). Εφόσον καλλιτεχνικός διευθυντή της είναι πια ο Γιώργος Κουμεντάκης, ήταν απολύτως λογικό στα πρώτα του μελήματα να βρίσκεται η οργάνωση ενός Κύκλου Μάνου Χατζιδάκι -διάρκειας,
μάλιστα, τριών ετών (2017-2020), με έργα του γνωστά αλλά και ανέκδοτα. Η καλλιτεχνική επιμέλεια, του Γιώργου Χατζιδάκι. Ο Κύκλος εγκαινιάζεται με την «Εποχή της Μελισσάνθης», έργο του 1980, πάνω σε ποιήματα του Μάνου Χατζιδάκι, που οι ρίζες του, ως ιδέα, βρίσκονται στο μεταπολεμικό 1945, ιδέα, που, ως ομότιτλο ποίημα, πήρε μορφή το 1965. Έργο, καταρχάς, πολιτικό με το οποίο ο συνθέτης καταπιανόταν δέκα χρόνια -από το 1970- και που το έχει χαρακτηρίσει καντάτα, μετασχηματίζει τα γεγονότα που το γέννησαν και απογειώνεται ως πράξη ποιητική. Ο Χατζιδάκις τολμηρά συνδυάζει ετερογενή μουσικά στοιχεία που δένονται, εντούτοις, σε ένα αποτέλεσμα συγκινητικό, δυνατό, συγκλονιστικό συγκροτώντας ένα από τα πιο σημαντικά έργα του. Το φινάλε, με το μπουζούκι να διατρυπά με προκλητική ευαισθησία το βυζαντινό
μέλος «Επίβλεψον επ᾿ εμέ και ελέησόν με, κατά το κρίμα των αγαπώντων το όνομά Σου» του ψάλτη, από τη νεκρώσιμη ακολουθία, που μπλέκεται με το «Αι γενεαί πάσαι», από τα Εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής, της χορωδίας, αυτό να δίνει τη θέση του σε μπάντα στρατιωτική και εκείνη στη φωνή της κοντράλτο στο ανεπανάληπτο «Η λησμονημένη» που σβήνει σε λίγες νότες του Εθνικού μας Ύμνου, από τις κορυφαίες στιγμές του χατζιδακικού έργου -ανεπανάληπτη: η Μελισσάνθη, τελικά, είναι η
μέλος «Επίβλεψον επ᾿ εμέ και ελέησόν με, κατά το κρίμα των αγαπώντων το όνομά Σου» του ψάλτη, από τη νεκρώσιμη ακολουθία, που μπλέκεται με το «Αι γενεαί πάσαι», από τα Εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής, της χορωδίας, αυτό να δίνει τη θέση του σε μπάντα στρατιωτική και εκείνη στη φωνή της κοντράλτο στο ανεπανάληπτο «Η λησμονημένη» που σβήνει σε λίγες νότες του Εθνικού μας Ύμνου, από τις κορυφαίες στιγμές του χατζιδακικού έργου -ανεπανάληπτη: η Μελισσάνθη, τελικά, είναι η
Ελλάδα. Το σύνολο δωματίου από την Ορχήστρα της ΕΛΣ, ιδανικά οδηγημένο από τον γνώστη Λουκά Καρυτινό -έχει διευθύνει και τις δύο προηγούμενες εκτελέσεις του έργου-, οι πρόσθετοι μουσικοί με κορυφαίους τους δύο μπουζουξήδες, η Χορωδία και η συγκινητική Παιδική Χορωδία της Λυρικής με διευθυντές, αντίστοιχα, τον Αγαθάγγελο Γεωργακάτο και την Κωνσταντίνα Πιτσιάκου, και η μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού υπό τον Γεώργιο Τσιλιμπάρη
δίνουν ένα εξαιρετικό, συνολικά, αποτέλεσμα. Γνήσια χατζιδακικές φωνές νέας γενιάς, ο Γιώργος Περρής και ο Σταύρος Νιφοράτος συντελούν αποφασιστικά σ’ αυτό, όπως και ο ψάλτης Ιωάννης Τσιοτσιόπουλος. Η μέτζο Θεοδώρα Μπάκα πραγματοποιεί άθλο:
μάχεται την εμβληματική ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρη και δεν ηττάται. Με ζεστό φωνητικό μέταλλο, άριστο φραζάρισμα και εξαιρετικά κρατήματα επιτυγχάνει το δυσκολότατο: να ισορροπήσει στην κόψη του ξυραφιού, δηλαδή να μην μπατάρει το έντεχνο τραγούδι αξιώσεων στην όπερα. Εξαιρετική η ιδέα να
στηθεί -φόρος τιμής σε έναν διεθνή καλλιτέχνη μας που πρόσφατα χάθηκε-, με επιμέλεια του άξιου Ντένη Ζαχαρόπουλου, προς το βάθος της σκηνής, ως εσωτερική αυλαία, η εγκατάσταση του Γιάννη Κουνέλλη «Sipario-Uscite» («Αυλαία-Έξοδοι»), με τα κρεμασμένα ανάποδα, σε σειρές από λεπτούς, ενισχυμένους σπάγκους που ξεκινούν από την οροφή, κολονάτα ποτήρια: μία γυάλινη, παγωμένη βροχή που σαν να φιλοτεχνήθηκε ειδικά για τη συναυλία. Η σκηνή με την
No comments:
Post a Comment