November 1, 2012

Καινούργια τώρα ζωή / (Ελένη) Ζιώγα για (Έλεν) Ζιώγα μέσω (Βασίλη) Ζιώγα


Το Τέταρτο Κουδούνι / 1 Νοεμβρίου 2012


  
Καινούργια τώρα ζωή! Παλαιολιθικό το τραγούδι _ του ’44 _, η Βέμπο δεν είναι ανάμεσα στις φωνές που αγαπάω τρελά αλλά το βρήκα απόλυτα κατάλληλο για το πρώτο σε αποκλειστικά ηλεκτρονική μορφή «Τέταρτο Κουδούνι». Για φινάλε, άλλωστε, σας έχω κάτι πιο… φρέσκο. Η στήλη στα «Νέα» παρά ένα ακριβώς μήνα θα ’κλεινε τα δεκατρία της _ μπα, δεν είμαι προληπτικός… Ε, αποφάσισαν να μη συνεχιστεί _ η κρίση, περικοπές κλπ, κλπ. Εγώ όμως επιμένω να τη συνεχίσω εδώ, στην ιστοσελίδα totetartokoudouni.blogspot.com που, έτσι κι αλλιώς, τη φιλοξενεί ως αναδημοσίευση εδώ κι ένα χρόνο. Ενθάδε, λοιπόν, και μέσω facebook και Google+ θα τη βρίσκετε, κάθε Πέμπτη όπως πάντα, ίδια _ και, ίσως, πιο ελεύθερη από πάσης φύσεως «κανόνες», ακόμα και… ορθογραφικούς. Εκτός, δυστυχώς, απ’ την υποστήλη «Προ 50ετίας» την οποία αναγκάζομαι να τη σταματήσω επειδή την τροφοδοτούσα απ’ το Ιστορικό Αρχείο του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη και η οποία, επαναλαμβάνω, πολύ θα μου λείψει, ειδικά η γοητευτική έρευνα για να τη συνθέσω. Να θυμίσω στους ανθρώπους του θεάτρου, την ενημέρωσή τους να μου τη στέλνουν πια στο totetartokoudouni@gmail.com και μόνο.



Πολλά ακούστηκαν και γράφτηκαν ήδη, πολύ περισσότερα _ όοοοχι, δε θα γράψω πολλά περισσότερα… _ θ’ ακουστούν και θα γραφτούν προσεχώς. Αντικρουόμενα. Έτσι πάντα συμβαίνει όταν μια παράσταση αναμένεται ως θεατρικό γεγονός. Ειδικά στην Ελλάδα. Όπου η μισαλλοδοξία ανθεί και καρπίζει. Πόσω μάλλον όταν ο σκηνοθέτης είναι ένα όνομα διεθνούς βεληνεκούς, όπως ο Ρόμπερτ Γουίλσον που καλείται να σκηνοθετήσει εδώ. Κι ακόμα περισσότερο όταν τον καλεί το Εθνικό Θέατρο για μια ακριβή παραγωγή σε καιρούς χαλεπούς. Εγώ, προσωπικά, θέλω να καταθέσω τη γνώμη μου: πιστεύω πως η «Οδύσσειά» του είναι ένα έργο τέχνης αριστουργηματικό. Πως η κάθε εικόνα του σε πλημμυρίζει ομορφιά. Και πως, παραδόξως, σε μια παράσταση όπου ο ηθοποιός χρησιμοποιείται στιλιζαρισμένα, ως όργανο, οι ηθοποιοί της δε χωνεύονται αλλά αναδεικνύονται. Σας συνιστώ να τη δείτε. Θα επανέλθω αναλυτικότερα όταν την ξαναδώ. 





Δυο γυναίκες του θεάτρου μας, η Ελένη Ζιώγα ως συγγραφέας και ως ερμηνεύτρια κι η Μαριάννα Κάλμπαρη ως σκηνοθέτρια, θα φέρουν στη σκηνή τη ζωή μιας άλλης γυναίκας, της συνονόματης _ Έλεν _ γιαγιάς της πρώτης, ξαναφέρνοντας όμως στην επικαιρότητα και τον σημαντικό Βασίλη Ζιώγα, πατέρα της Ελένης και γιο της Έλεν, μια και πάνω στο μυθιστόρημά του «Όπως τα κούρντισες Θε’ μου» είναι βασισμένος ο μονόλογος αυτός που φέρει τον τίτλο «Το μυστικό της κυρίας Έλεν» _ «μια από σκηνής εξομολόγηση» χαρακτηρίζεται καθώς η Ελένη Ζιώγα εκμυστηρεύεται μια αληθινή οικογενειακή ιστορία _ και που θα παρουσιαστεί από 5 Δεκεμβρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης _ αίθουσα «Black Box». 



Στο μονόλογο μια σπάνια γυναίκα, ενσάρκωση της θεληματικής προσωπικότητας _ ξεκίνησε φτωχοκόριτσο στα Γιάννενα του 1914 αλλά κατάφερε, πολεμώντας παλικαρίσια με τα δυσανάλογα με τη φύση της και με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της εποχής της, εμπόδια, να γίνει μια επιτυχημένη αισθητικός _ ανοίγει την αυλαία στην πολυκύμαντη και ηρωική ζωή της που διατρέχει όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας της Ελλάδας κατά τον 20ο αιώνα. Αλλά και στην ιδιόμορφη σχέση της με το συγγραφέα γιο της του οποίου την αγωνιώδη πάλη για την ανακάλυψη της αλήθειας στο υπαρξιακό ερωτηματικό του θανάτου ποτέ δεν μπόρεσε να καταλάβει.
Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα που πρωτοκυκλοφόρησε το 1993 απ’ τις Εκδόσεις Καστανιώτης, ο γνωστός περισσότερο ως θεατρικός συγγραφέας Βασίλης Ζιώγας το 'γραψε μετά το θάνατο της μητέρας του κι είναι ένας φόρος τιμής, μια χειρονομία αγάπης αλλά κι ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με το σημαντικότερο ίσως πρόσωπο στη ζωή του. Κι η Ελένη Ζιώγα, αντλώντας το μονόλογό της απ’ αυτό και συμπληρώνοντας την ιστορία όπως την έζησε η ίδια, αποτίει το δικό της φόρο τιμής στον πατέρα της.
«Το μυστικό της κυρίας Έλεν» ανεβαίνει με σκηνικά  και κοστούμια Κωνσταντίνου Ζαμάνη, μουσική Ευανθίας Ρεμπούτσικα και φωτισμούς Στέλας Κάλτσου.
 

Διαβάζω ή ακούω τις συνεντεύξεις τους, διαβάζω κείμενά τους… _ διακεκριμένοι του θεάτρου μας, σου λέει. Μια σοβαρότητα, μια πνευματικότητα, ένα ήθος, ένα βάθος, ένα ύψος, ένα εύρος, μια σεμνότητα, μια ταπεινότητα, ένα νοιάξιμο για τα κοινά, ένα υπεράνω… Κι ο κόσμος ο πολύς να χάσκει. Και να τους πιστεύει. Κι ύστερα τους βλέπεις να πράττουν. Εκεί να δεις! Ό,τι κατηγορούν να το λούζονται πρώτοι και καλύτεροι, ν’ ανεβάζουν το προστυχούλι τους, να παίζουν το φτηνιάρικό τους, να κάνουν τη λογοκλοπή τους, να πηγαίνουν στο εξωτερικό για καλλιτεχνική ενημέρωση και να κατακλέβουν τους συναδέλφους τους, τους αλλοδαπούς, μια έπαρση στη σκηνή, ένα ύφος εκτός σκηνής, ΟΙ κουτσομπόλες, ΟΙ νάρκισσοι, ΟΙ κωλογλύφτες, να βυσσοδομούν, να ενσπείρουν ψεύδη και να ψεύδονται ασύστολα, να στέλνουν επιστολές, να συκοφαντούν, να λιβελογραφούν, Η χυδαιότητα, Η έπαρση, Η ψυχασθένεια, ΤΟ Βυζάντιο… Να σιχαίνεσαι, να ξερνάς αλλά και να μην μπορείς να πεις τίποτα: τα κυκλώματά τους παντού, παντού οι διαπλοκές τους. Σώσον Κύριε… 
  

Αλήθεια, την έχω την περιέργεια… Θα ’θελα να μάθω ποία η σχέση με το λυρικό θέατρο των δυο εκ των προσφάτως διορισθέντων στο Διοικητικό Συμβούλιο της Λυρικής, του νέου προέδρου του κ. Αθανασίου Θεοδωρόπουλου, δικηγόρου, Γενικού Διευθυντή του Κοινοβουλευτικού Έργου της Βουλής, και του νέου αντιπροέδρου, του κ. Γιώργου Γραμματικάκη, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης _ αστροφυσικού! _ και συγγραφέα. Θυμήθηκα την εποχή της χούντας ή γύρω απ’ τη χούντα, που διάβαζα ανάμεσα στα μέλη των Δ.Σ. των κρατικών Θεάτρων ονόματα με πλάι γραμμένη την ιδιότητα «θεατρόφιλος» ή «μουσικόφιλος».
  

«Έχω τη διάθεση να παίξω Τσέχοφ (σ.σ. μωρέ, κι εγώ την έχω, πάρα πολύ έντονη μάλιστα, αλλά κρατιέμαι…). Είναι ένας συγγραφέας που αγαπώ πάρα πολύ και θεωρώ ότι δεν τον έχουν αντιμετωπίσει όπως του πρέπει»: η Βίκυ Σταυροπούλου σε συνέντευξή της στο «Αθηνόραμα». Δηλαδή; Ποιοι ακριβώς είναι αυτοί που «δεν τον έχουν αντιμετωπίσει όπως του πρέπει»; Ο Στανισλάφσκι; Ο Νεμιρόβιτς – Ντάντσενκο; Οι Πιτοέφ; Ο Στρέλερ; Ο Πίτερ Μπρουκ; Ο Λιουμπίμοφ; Ή μήπως ο Κουν, ο Βολανάκης, ο Βογιατζής; Έτσι, για να καταλάβω ρωτάω.
  

Τα διάβαζα και τα σημείωνα το καλοκαίρι: «New age εποχή της open – air κινηματογραφικής εμπειρίας», «open – air απόδραση», «αξιοπρεπή fingerfood», «art – bar αισθητική», «home entertainment», «μια niche market λογική», «συνδυασμένες με special services», «open – air αίθουσες», «cinephile crowds», «snack – talk of the town», «ρετρό σταντ», «μια fan», «ιδανικό spot», «70s classic», «home entertainment» (σ.σ again…), «tips», «πριβέ εξώστης», «σουβλάκια must» (!!), «ημι-πριβέ», «full – screen view»… Κι όλα αυτά (σ.σ. and all these) σε τέσσερις μικρού μεγέθους σελίδες (σ.σ. four small size pages). Πού πα’ (σ.σ. where do you go), ρε Καραμήτρο;
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή...



Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι» είναι αφιερωμένο στη μνήμη της Ρίτσας Χατζηδάκη. Στις 28 Οκτωβρίου τα ξημερώματα, έχασα μια Φίλη. Ανεκτίμητη. Χανιώτισσα με μικρασιάτικη καταγωγή, αδελφή του ηθοποιού Γιάννη Ροζάκη, η Ρίτσα Χατζηδάκη έγινε το 1983 ιδρυτικό μέλος της ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας «Αρένα» που ίδρυσε στα Χανιά ο σκηνογράφος Γιάννης Κύρου. Μετά το θάνατό του κι απ’ το 1994 ανέλαβε τις τύχες της ομάδας. Κι έγινε η ψυχή της. Με πάθος αφοσιωμένη.
Έψαχνε, μανικά, έργα που να ταιριάζουν στους ερασιτέχνες της και στο κοινό τους, έψαχνε συνεργάτες, απ’ το 2001 άρχισε να σκηνοθετεί η ίδια ξεκινώντας με τον «Βικτόρ» του Βιτράκ, ήταν ο συνεκτικός κρίκος της μακρόβιας αυτής ομάδας. Τα «Σκουπίδια» του Γιάννη Ξανθούλη, όπως τα διασκεύασε η ίδια, ήταν η τελευταία της δουλειά _ τα καλύτερα άκουσα. Το ’σκαγε απ’ το νοσοκομείο και πήγαινε να κάνει πρόβες. Μέχρι και τη βραδιά της τζενεράλε άντεξε. Δεν μπόρεσε να ’ναι στην πρεμιέρα. Δεν είδε ποτέ την παράστασή της. 
Εκρηκτικής ενέργειας άνθρωπος, με πλούσιο εσωτερικό κόσμο, με τα χέρια ανοιχτά να προσφέρει παντού, στηρίζοντας με κάθε τρόπο τους φίλους της, τους ανθρώπους της, ανοιχτή να της εκμυστηρευτείς με ασφάλεια τα πάντα, φοβερή νοικοκυρά και μαγείρισσα, η προσωποποίηση της φιλοξενίας, χτυπήθηκε αλύπητα απ’ τη μοίρα όταν έχασε το γιο της ξαφνικά, στα 24 του χρόνια. Η μνήμη του τη στοίχειωσε. Δεν έβγαλε ποτέ τα μαύρα. Αλλά και το θέατρο δεν το άφησε ποτέ. Αυτό ίσως τη βοήθησε να ορθοποδήσει.
Το βράδυ της Κυριακής, μετά την κηδεία της, δόθηκε η τελευταία παράσταση των «Σκουπιδιών» μέσα σε μια βαριά και βαθιά συγκίνηση. Θα ’θελα να 'μουν εκεί. Αλλά δεν ήμουνα.
Καλό κατευόδιο, Ρίτσα. Και σ’ ευχαριστώ. Για όλα.

2 comments:

  1. Καλό μήνα, λοιπον. Από την παντοτινή σου φίλη, συνάδελφο και ναι!-φαν. Αν μπορείς πες το ελληνικά αυτό το τελευταίο. Σε προλαβαίνω: μη πεις θαυμάστρια, δεν αρκεί.

    ReplyDelete
  2. Εχω την μικρη υποψια, οτι τωρα η καθαρα bloggerική μορφη της στηλης θα γινει περισσότερο δημοφιλής. :)

    ReplyDelete