May 10, 2012

«Ρωμαίος…» σε λάιφ στάιλ εκδοχή


Ομολογώ πως κάτι περισσότερο περίμενα. Απ’ το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και τον χορογράφο / σκηνοθέτη της παράστασης Ρενάτο Τζανέλα μετά τον πολύ καλό «Φάουστ» που ανέβασε. Λατρεύω το μπαλέτο του Σεργκέι Προκόφιεφ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» (1935, πρώτη παρουσίαση 1938). Ο Προκόφιεφ αποστάζει το σεξπιρικό δράμα _ ο χαμός δύο παιδιών που ερωτεύτηκαν, καρπός της έχθρας δυο αριστοκρατικών οικογενειών της αναγεννησιακής Βερόνας, στις οποίες ανήκουν _ και η μουσική του είναι από τις πιο γνήσια μπαλετικές αλλά και ταυτόχρονα μια συμφωνική σύνθεση περιωπής που μόνο με τα μεγάλα μπαλέτα του Τσαϊκόφσκι και κάποια άλλα ακόμα του ίδιου του Προκόφιεφ μπορώ να συγκρίνω.
Ο Ρενάτο Τζανέλα στην καινούργια αυτή χορογραφία του δεν αποτόλμησε πολλά. Έκανε μία, κατά βάση, συμβατική, αδιάφορη έως και αμήχανη ανάγνωση συμπυκνώνοντας ελαφρά το μπαλέτο και απλώς πρόσθεσε μερικά στοιχεία προσπαθώντας τεχνητά, μεσοβέζικα, δειλά να το εκμοντερνίσει. Με τη σκηνή του μεγάλου καυγά Μοντέγων – Καπουλέτων, που καταλήγει στους φόνους Μερκούτιου και Τιβάλδου, τοποθετημένη σε κλαμπ με dj κλόουν, με τον Ρωμαίο να σκοτώνει με περίστροφο _ από τυχαία εκπυρσοκρότηση; _ τον Τιβάλδο αφού όμως έχει προηγηθεί και μακρές μονομαχίες με ξίφη και με σύγχρονα κοστούμια δεν κάνεις μοντέρνο ένα έργο που έχει στο παρελθόν του αναγνώσεις συγκλονιστικά σύγχρονες όπως του Πρελιοτσάι. Όταν όλα τα άλλα στη χορογραφία όζουν συμβατικότητος.
Η παράσταση _ οργανωμένη και επαγγελαμτικότατη ομολογώ _ στηρίζεται σε μια καλή, δυναμική εκτέλεση από την Ορχήστρα της Λυρικής υπό τη διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού της προκοφιεφικής παρτιτούρας ενώ τα σκηνικά του Κωνσταντίνου Θεοφάνη, ευέλικτα, καλόγουστα, διακριτικά, έξοχα φωτισμένα από τον ίδιο το σκηνοθέτη, την εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο. Δεν θα μπορούσα όμως να πω το ίδιο και για τα κοστούμια της νεοεισερχόμενης στο χώρο σχεδιάστριας Σήλιας Κριθαριώτη. Άλλο η υψηλή μόδα και άλλο η ενδυματολογία _ σπανίως επιτυγχάνουν ουσιαστικά, πέραν του ντόρου, τα πειράματα αυτά. Ο ενδυματολογικός άξονας της παράστασης, χωρίς να στερείται γούστου, κινείται γύρω από μία λαϊφστιλίστικη αντίληψη, με το κορ ντε μπαλέ στη γιορτή των Καπουλέτων να θυμίζει μπομπονιέρες, την Ιουλιέτα με το μαύρο ντεζαμπιγιέ να χάνει κάθε ίχνος αθωότητας παραπέμποντας σε στριπτιτζού, με τον Πάρη φασκιωμένο σ’ ένα άβολο λευκό σακάκι με μακρύτερα του δέοντος μανίκια και με τις ομάδες «καλών» Μοντέγων στα άσπρα και «κακών» Καπουλέτων στα μαύρα να αποπνέουν μια αφέλεια σκέψης στη σύλληψη, σχεδόν παιδαριώδη.
Μεγάλο μειονέκτημα της παράστασης, κατά τη γνώμη μου, και το πρωταγωνιστικό ζευγάρι. Ο θαμπός Βαγγέλης Μπίκος και η ακατάλληλη ως φιζίκ για το ρόλο, Μαρία Κουσουνή – Φίκα, αν και χόρεψαν καλά _ ειδικά η Μαρία Κουσουνή _ δεν διαθέτουν τη φρεσκάδα και τη νεανικότητα που, εγώ τουλάχιστον, φαντάζομαι πως απαιτούν οι ρόλοι.
Σε ικανοποιητικό επίπεδο οι υπόλοιποι σολίστες και το κορ ντε μπαλέ. Ξεχώρισα τον Τιβάλδο του Κυριάκου Κοσμίδη. Αν και δεν είναι στην πρώτη του νεότητα πια, αν και έχει πάρει κιλά, ξέρει να χορεύει με προσωπικό στιλ και, κυρίως, ξέρει να ερμηνεύει.
Συμπέρασμα. Μια ευπρεπής αλλά επίπεδη, χωρίς τίποτα το καινούργιο, παράσταση. 

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 9 Μαΐου 2012

No comments:

Post a Comment