July 16, 2019

Στο Φτερό / Το βρέφος που έγινε θρύψαλα ή Χους ει και εις χουν...


«Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή / Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης 



Ο Οιδίπους -γιος, όπως πιστεύει, του Πόλυβου, βασιλιά της Κορίνθου, και της γυναίκας του, της Μερόπης- που είχε εγκαταλείψει την Κόρινθο κάτω από το φόβο ενός χρησμού ότι θα σκότωνε τον πατέρα του και θα γινόταν σύζυγος της μάνας του, 
βασιλιάς της Θήβας πια, αφότου έλυσε το αίνιγμα που έθετε η Σφίγγα, η οποία βασάνιζε την πόλη σκοτώνοντας όσους δεν έλυναν το αίνιγμά της, και την αφάνισε, γλυτώνοντας την Θήβα από το 
στυγερό τέρας, αναζητά το φονιά του προκατόχου του βασιλιά Λάιου, του οποίου έχει παντρευτεί τη χήρα Ιοκάστη και έχουν αποκτήσει τέσσερα παιδιά, για να απαλλάξει το λαό του από το λοιμό που τον έχει πλήξει εξαιτίας, σύμφωνα με χρησμό που έφερε ο γυναικάδελφός του Κρέων από τους Δελφούς, του μιάσματος από το φόνο που δεν τιμωρήθηκε. Ο μάντης Τειρεσίας τού αποκαλύπτει, υπονοώντας και άλλα δεινά, ότι φονιάς είναι ο ίδιος ο Οιδίπους ο οποίος τον κατηγορεί ότι εξυφαίνουν μαζί με τον Κρέοντα συνωμοσία για να τον ανατρέψουν. Αλλά οι λεπτομέρειες
για το φόνο που του αποκαλύπτει η Ιοκάστη τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι όντως είναι ο φονιάς, καθώς ο φόνος ταυτίζεται
με το φόνο που διέπραξε, ερχόμενος από την Κόρινθο στην Θήβα, στη διάρκεια μιας φιλονικίας που είχε. Αγγελιαφόρος από την Κόρινθο φέρνει μία θλιβερή είδηση που γίνεται, όμως, για τον Οιδίποδα και την Ιοκάστη πηγή ανακούφισης: ο Πόλυβος πέθανε από φυσικά αίτια, άρα ο χρησμός, κατά το μέρος ότι θα σκοτώσει ο Οιδίπους τον πατέρα του, ακυρώνεται. Ο βασιλιάς, όμως, φοβάται 

να επιστρέψει στην Κόρινθο: ο χρησμός πρόβλεπε και ότι θα παντρευτεί τη μητέρα του. Και η Μερόπη ζει. Ο Κορίνθιος Άγγελος τον «καθησυχάζει»: του αποκαλύπτει ότι δεν είναι φυσικό παιδί του Πόλυβου και της Μερόπης και ότι δεν ήταν παρά ένα βρέφος με τρυπημένους τους αστραγάλους -εξ ου και το όνομά του Οιδίπους- που το είχε εμπιστευτεί στον ίδιο, βοσκό τότε του Πόλυβου στον Κιθαιρώνα, ένας υπηρέτης του Λαΐου, στον οποίο το είχαν παραδώσει από το παλάτι της Θήβας για να το σκοτώσει αλλά εκείνος το είχε λυπηθεί. Ο βοσκός το είχε παραδώσει στο άτεκνο  βασιλικό
ζευγάρι της Κορίνθου που το υιοθέτησε. Ο επιζών υπηρέτης του Λαΐου, ο οποίος, και ως ο μόνος επιζών αυτόπτης μάρτυς του φόνου του βασιλιά, φοβισμένος, μετά την ανάρρηση στο θρόνο του Οιδίποδος, είχε ζητήσει να τον στείλουν μακριά από το παλάτι και είναι πια βοσκός που ο ανάστατος Οιδίπους διατάζει να προσαγάγουν ενώπιόν του, αποκαλύπτει, κατ’ αντιπαράθεση με τον Κορίνθιο, ότι το βρέφος ήταν παιδί του βασιλιά και της Ιοκάστης που του το είχε παραδώσει να το σκοτώσει για να μην εκπληρωθεί χρησμός που έλεγε πως θα καταλήξει φονιάς του πατέρα του, όπερ 

και εγένετο. Η Ιοκάστη, μετά τις αποκαλύψεις, κρεμιέται και ο Οιδίπους, συντριμμένος, βγάζει τα μάτια του. Με τον «Οιδίποδα τύραννο» (που, χαλαρά, χρονολογείται μεταξύ 440 και 420 π.Χ. και, κατά ορισμένους, ειδικότερα, μεταξύ 429 και 425 π.Χ.), ο Σοφοκλής άφησε το σημαντικότερο -από τα σωζόμενα, έστω- δράμα του και το υπόδειγμα, το μοντέλο αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, έργο συναρπαστικό μέχρι σήμερα, καθώς ισορροπεί τέλεια ανάμεσα στην πλοκή που κόβει την ανάσα και στον υπαρξιακό στοχασμό κεντημένο με τραγική ειρωνεία -ένα κορυφαίο αριστούργημα του θεάτρου. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης που ανέλαβε τη

σκηνοθεσία είδε τον Οιδίποδά του πρώτα ως άνθρωπο -ως τον Άνθρωπο. Απαλλάσσοντάς τον από το θεολογικό του βάρος. Ο Θεός είναι παρών αλλά για να κινεί, αμείλικτος, τα νήματα και ο Οιδίπους μία τραγική μαριονέτα, έρμαιο στα χέρια της Μοίρας. Η παράσταση είναι λιτή. Ακουμπάει στην παράδοση -στην όποια ελληνική παράδοση στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος- χωρίς να φαίνεται ή να ηχεί παλιά, χωρίς να στομφάρει, αφήνει το λόγο του ποιητή να ακουστεί στην πεντακάθαρη μετάφραση του Γιάννη
Λιγνάδη, προβάλλει όσο πρέπει την ειρωνεία του κειμένου ενώ τα ευρήματα και τα σύμβολα που χρησιμοποιεί είναι ευκρινή και αβίαστα: η ευφυής ενεργή χρήση της θυμέλης -ο αλαζών, σίγουρος Οιδίπους της αρχής του έργου πατάει αγέρωχα, με ασέβεια πάνω της ενώ, όσο οι αποκαλύψεις εις βάρος του προχωρούν, η θυμέλη γίνεται σεβαστή για να καταλήξει, στο συντριπτικό τέλος,

ικετήριος βωμός που πάνω του θα θρηνήσει ο εκπεσών βασιλιάς, ο Τειρεσίας, ο κομίζων τα ζοφερά, εμφανίζεται ως μεσαιωνικός Θάνατος, τα τραγικά μαντάτα που ο Εξάγγελος φέρει στην ορχήστρα ακούγονται μέσα, σχεδόν, στο σκοτάδι -πώς γίνεται να ακουστούν στο φως;...-, τα πήλινα βρέφη-Οιδίποδες αλλά και βρέφη που πλήττει ο λοιμός, τα οποία εναποθέτει από την αγκαλιά του στην ορχήστρα ο Χορός, ποτίζονται χοϊκά και ενώνονται με υδάτινες σπείρες όσο τα μυστικά νήματα του έργου αποκαλύπτονται και ενώνονται ενώ το πήλινο βρέφος της ύπαρξής του που ο Οιδίπους του Μαρκουλάκη συντρίβει στην ορχήστρα όταν σιγουρεύεται για την Αλήθεια

-κομμάτια και θρύψαλα- είναι τόσο εύγλωττο όσο και μία κραυγή σπαραγμού ξεκολλημένη από τα σπλάχνα του (εμένα η συγκλονιστική αυτή στιγμή-κορύφωση της παράστασης με παρέπεμψε σε μία άλλη αξέχαστη, συγκλονιστική στιγμή: στο φινάλε του τσεχοφικού «Γλάρου» που παρουσίασε το ουγγαρέζικο Θέατρο «Κρέτακορ» στο Φεστιβάλ Αθηνών του 2007, σε σκηνοθεσία Άρπαντ Σίλινγκ, όταν ο αυτοκτονικός πυροβολισμός 
που ακούγεται off να ρίχνει ο Τρέπλιεφ στο κεφάλι του είχε αντικατασταθεί από το βιολί που παίζει σε όλη την παράσταση και που το συντρίβει, ενώπιόν μας, με τα πόδια του). Όσο για την Έξοδο ο Οιδίπους δεν χρειάζεται να εμφανιστεί με αίματα και με κολλημένα, πλαστικά, βγαλμένα μάτια. Αρκεί να φέρει στα μάτια δύο από τα θραύσματα του συντριμμένου πήλινου βρέφους: αυτή και αν είναι Η Αλήθεια... Η γυμνή ορχήστρα, η εγκατεσπαρμένη 
με τα πήλινα βρέφη που επέλεξε για σκηνικό ο Πάρις Μέξης υπηρέτησε απόλυτα την παράσταση. Αλλά τα κοστούμια του, συνδυασμός βαλκανικής παράδοσης και απωανατολίτικων επιρροών, δεν με γοήτευσαν, ειδικά της Ιοκάστης, όσο και αν ο συμβολισμός -το προβαλλόμενο στήθος ως σύμβολο της μητρότητας και της θηλύτητας- ήταν εμφανής. Αντίθετα οι μουσικές -με ρίζες συχνά στην παραδοσιακή μουσική μας- που έγραψε ο Μίνως Μάτσας και που παίζονται ή δημιουργούνται ζωντανά από τους ηθοποιούς, βοηθούν στην εκτόξευση της 
παράστασης. Έξοχοι οι φωτισμοί του Αλέκου Γιάνναρου και ικανοποιητική η κίνηση που δίδαξε η Κική Μπάκα. Κάποιες αντιρρήσεις, βέβαια, έχω: στη μετάφραση, όπου ο Γιάννης Λιγνάδης αποτελεσματικότατα συσσωματώνει στίχους του αρχαιοελληνικού πρωτοτύπου, άκουσα αρκετά στοιχεία καθαρεύουσας που τα βρήκα περιττά, εκτός και αν χρησιμοποιούνται επίτηδες, ως άγκιστρα ανάμεσα στην νεοελληνική και στα στοιχεία της αρχαιοελληνικής που χρησιμοποιούνται. Βρήκα, επίσης, άνισο τον Χορό: με εξαιρετικά μέλη -όπου ξεχώρισα το συναρπαστικό τραγούδι του Γιωργή Τσουρή- αλλά και με ορισμένα αδύναμα, με αποτέλεσμα την ανομοιογένεια. Η σπουδαία ηθοποιός Αμαλία Μουτούση μου φάνηκε πως δεν εξαντλεί τα όρια των δυνατοτήτων της εδώ, ως Ιοκάστη   
ενώ θεωρώ ότι δεν ήταν απόλυτα κατάλληλος, ως επιλογή, ο Νίκος Χατζόπουλος, με την ιδιαίτερη εκφορά του λόγου του, για το ρόλο του Κρέοντος. Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης-Τειρεσίας, ο Γιώργος Ζιόβας-Κορίνθιος Άγγελος και ο Νικόλας Χανακούλας-Εξάγγελος, απολύτως δεμένοι με την παράσταση αλλά ξεχώρισα τον Γιώργο Ψυχογιό (Θεράπων Λαΐου) που φέρει, μέσα από τους δισταγμούς και τους φόβους του, την Κάθαρσιν. Ο Δημήτρης Λιγνάδης, απολύτως ώριμος ως ηθοποιός και στην κατάλληλη στιγμή για να παίξει Οιδίποδα, αποδεικνύει για άλλη μία φορά το Μέγεθος του γκραν ρολίστα που διαθέτει. Η κλιμάκωση του ρόλου -αλαζονεία, πρόωρο γέννημα της αμφιβολίας ήδη από τα λεγόμενα του 

Τειρεσία, απεγνωσμένη οργή και πείσμα καθώς γαντζώνεται από κάποιες αρχικές θετικές ενδείξεις περισσότερο για να πείσει τον εαυτό του, βαθμιαία κατάρρευση, ξεφούσκωμα της έπαρσης μέχρι την ολοσχερή συντριβή με «φάλτσες» νότες-, είναι υποδειγματική και καταφανώς ευκρινής. Λόγος στερεωμένος, καρφωμένος στο κείμενο, κίνηση καρφωμένη στη σκηνή...-μία εξαιρετική στιγμή του ηθοποιού. Είναι κρίμα ότι, παρά την υψηλή τεχνική του, παρά την επιδαύρια πείρα του στην τραγωδία, είχε «χτυπήσει», στη γενική δοκιμή, τη φωνή του, την προικισμένη με φύσει χαρισματικό μέταλλο και στην πρεμιέρα, αν και προσπάθησε να εντάξει τα φωνητικά προβλήματα στην ερμηνεία του, αυτά μείωσαν κάπως τις εντυπώσεις. Είμαι σίγουρος ότι θα έχει ήδη ανακτήσει τις φωνητικές δυνάμεις του για τη συνέχεια. Δείτε αυτήν την παράσταση! Δείτε τον Οιδίποδα του Λιγνάδη! Δεν θα μετανιώσετε (Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας).

(Εξαιρετικό το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -επιμέλεια Νίκος Μανουσάκης: καθόλου φορτωμένο, με καίριες επιλογές κειμένων που δεν πλατειάζουν ή αποσπασμάτων, προσιτών στον μέσο αναγνώστη. Τύχη, ότι αυτό συνοδεύει την ιδιαίτερα προσεγμένη έκδοση της «Κάπα Εκδοτικής» με τη μετάφραση του Γιάννη Λιγνάδη, στην οποία προτάσσονται σοβαρότατη εισαγωγή της Καίτης Διαμαντάκου και εξαντλητικό υπόμνημα του μεταφραστή ενώ τη συμπληρώνει εξίσου σοβαρό επίμετρο της Adele C. Scafuro).


Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, «Αθηναϊκά Θέατρα», Φεστιβάλ Επιδαύρου, 12 Ιουλίου 2019.


No comments:

Post a Comment