September 9, 2019

Πέφτουν οι κλανιές σαν το χαλάζι κι ο τραυματισμένος Μολιέρος αναστενάζει ή Έκλανε ο Μολιέρος; ή Υπουργός-σπασικλάκι



Το Τέταρτο Κουδούνι / 9 Σεπτεμβρίου 2019 



Αυτό, πάλι, με την νέα υπουργό Πολιτισμού, την κα Λίνα Μενδώνη... Αυτό με τον συνεχή βομβαρδισμό μας με βόμβες ενημέρωσης -μια δήθεν υπερδραστηριότητα... Τι σπουδή! Επί -ούτε- δυο μήνες αφότου έχει αναλάβει, και πέφτουν τα δελτία Τύπου κι οι ανακοινώσεις κι οι απομαγνητοφωνήσεις των συνεντεύξεών της σαν το χαλάζι, που λες ότι το ένα εκατοστό αυτών που εξαγγέλλονται να γίνει θα πρόκειται περί θαύματος. Λειτουργεί το αναβατόριο στην Ακρόπολη, δε λειτουργεί, λειτουργεί, δε λειτουργεί, θα παραγγείλουν καινούργιο, δε θα παραγγείλουν καινούργιο, αμάν πια. Γκώσαμε! «Κοιτάξτε πόσο επιμελείς είμαστε, πόσο to the point, σ’ αντίθεση με τους προηγούμενους». Μου θυμίζει κάτι σπασίκλες συμμαθητές/-ήτριες που ’χα κάποτε, οι οποίοι/ες πετάγονταν σαν τις πορδές -κυρία! Κυρία! Κύριε! Κύριε!- για να δείξουν πόσο καλύτεροι είναι, πόσο πιο διαβασμένοι, πόσο πιο έξυπνοι, πόσο πιο ετοιμόλογοι, πόσο πιο γρήγοροι, με στόχο, βασικό κι αποκλειστικό, να ’ναι αρεστοί στη δασκάλα/δάσκαλο. Η υπουργός-σπασίκλας! 
Μέχρι που ’φτασα στο σημείο να διαβάσω, ανάμεσα σε διαρκείς σπόντες για τους «ανίκανους προηγούμενους», που αυτή θ’ αποδείξει πόσο ικανότερη είναι, ακόμα κι ότι, σχετικά με τα αυτοκίνητα της τέως βασιλικής οικογένειας που βρίσκονται στο Τατόι, πως «δήλωσε επίσης ότι υπάρχει η σκέψη να απευθυνθούν στις κατασκευάστριες εταιρείες των αυτοκινήτων για να ζητήσουν να αναλάβουν με μορφή δωρεάς την αποκατάσταση. Για παράδειγμα, να απευθυνθούν στην Rolls Royce για το αντίστοιχο όχημα...». Βοήθεια!!!! «Για παράδειγμα»! Έλα, παράδειγμα, στον τόπο σου!
Αλλά, με τη σπουδή που ανέλαβε να ξελασπώσει την πρωθυπουργική γκάφα για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα -κατ’ ανάθεσιν ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας άραγε;-, είναι που ξεπέρασε εαυτήν η κυρία υπουργός. Το τι γέλιο έκανα με τις ακροβασίες και 
τις κυβιστήσεις και τις περικοκλάδες και τις τσιριτσάντζουλες και τα... ακλόνητα επιχειρήματα που πρόβαλε...: «Θέλουμε μεν να τα δανειστούμε αλλά μη νομίσουν ότι είναι και δικά τους...».
Άσε για την Αμφίπολη που νάτη πετιέται από ξαρχής κι αντριεύει και θεριεύει... Και στο βάθος, όχι κήπος αλλά η σύμβουλος σε θέματα επικοινωνίας της υπουργού κα Άννα Παναγιωταρέα...




Απ’ την άλλη διασκεδάζω έως και θλίβομαι με τη δημοσιογραφία à la carte. Τους συναδέλφους που, έτσι και κάποιος κυβερνητικός -νυν και πριν και αεί...- κάνει κάποια στραβή, αναλαμβάνουν, αμέσως, πριν αλέκτορα φωνήσαι, ως φερέφωνα, ως ενεργούμενα, ως γραφεία Τύπου, να στήσουν συνεντεύξεις και να «εκφράσουν» απόψεις κατά παραγγελίαν -sur mesure- που να «βάζουν τα πράγματα στη σωστή τους θέση»...






Δεν το ’χω εντοπίσει ποτέ σ’ ό,τι έχω διαβάσει σχετικά με τον Μολιέρο-ηθοποιό επί σκηνής: αν αμολούσε τεχνητές κλανιές, ειδικά όταν έπαιξε τον Αργκάν στον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του. Κι αν τυχόν υπάρχει κάποια παράδοση στο ρόλο, που με σεβασμό την έχει ακολουθήσει ο Πέτρος Φιλιππίδης. Ο οποίος ανέβασε φέτος το καλοκαίρι, σε περιοδεία, την ύστατη κωμωδία του γάλου κλασικού ερμηνεύοντας και τον βασικό ρόλο.
Πάντως, την παράσταση που ’δα στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη» και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων», με κλανιά την άνοιξε. Κι οι κλανιές, βροχή, χαλάζι να πέφτουν στη συνέχεια. Και δύσοσμες, μάλιστα -υποτίθεται. Τόσο δύσοσμες που η Τουανέτ, η υπηρέτρια του Αργκάν, να εμφανίζεται με αντιασφυξιογόνο προσωπίδα και να τρέχει ν’ ανοίξει το παράθυρο του σκηνικού «για να ξεβρομίσει ο τόπος». Όπως βροχή έπεφταν τα «μωρή», στη μετάφραση-απόδοση που υπογράφει ο ίδιος ο Πέτρος Φιλιππίδης με το γιο του Δημήτρη Φιλιππίδη, και τα «μαλάκας», ενώ άκουσα και για «πουτάνες» και για «τζιτζί»... -και τι δεν άκουσα, πού να τα συγκρατήσω όλα, τα απώθησα... 
Αλλά και τι είδα...: είδα τον Τομά Ντιαφουαρίς να ερμηνεύεται απ’ τον Αντίνοο Αλμπάνη, σεινάμενο και κουνάμενο, όχι ως γκέι απλώς, αλλά -επιτρέψτε μου το μη πολιτικώς ορθό- ως κραγμένη αδερφή, είδα καλούς ηθοποιούς, όπως η Μυρτώ Αλικάκη, ο Λαέρτης Μαλκότσης κι ο -ευεπίφορος...- Τάσος Γιαννόπουλος, οδηγημένοι, προφανώς, απ’ τη σκηνοθεσία, να ’χουν εκτραπεί στην μπαλαφάρα -μόνον ο Τάκης Παπαματθαίου περισώζει την αξιοπρέπειά του- και τι δεν είδα... Κι όλοι να ξεφωνίζουν, να ουρλιάζουν, να ξελαρυγγιάζονται, με κορυφαία την Ιωάννα Ασημακοπούλου-Τουανέτ -εμφανώς πληθωρικό τάλαντο, που χρειάζεται το σκηνοθέτη της, γιατί, κρίμα να χαραμίζεται έτσι. Κι όλα αυτά με τον Πέτρο Φιλιππίδη να γίνεται, ανάμεσα στις κλανιές με τις οποίες διανθίζει το ρόλο, απολαυστικός. Γιατί είναι σπουδαίος ηθοποιός.
Του τα ’χα ξαναγράψει, πριν από μερικά χρόνια, όταν, ανάλογα, είχε ανεβάσει τον «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» του Γκολντόνι, με τον τίτλο «Ένας υπηρέτης με δύο αφεντικά», στο «Μουσούρη». Ας γίνω πάλι «ο κακός» κι «ο τοξικός»... Θλίβομαι ΒΑΘΥΤΑΤΑ να βλέπω τον σημαντικότερο ηθοποιό κωμωδίας -κι όχι μόνον- που ’χουμε να ευτελίζει την τέχνη του έτσι. Προφανώς «για ν’ αρέσει στο μεγάλο κοινό» -για τα φράγκα δηλαδή. Δεν ειν’ ο πρώτος. Χρόοονια τώρα βλέπω ηθοποιούς άξιους, τάλαντα μεγάλα, κυρίως στην κωμωδία, ν’ ακολουθούν αυτό τον θλιβερό δρόμο και να σπαταλιούνται έτσι. Ελπίζω κι εύχομαι, όταν έρθει η ώρα του απολογισμού, να μη μετανοιώσει. 
Ευτυχώς, πάντως, που ο Μολιέρος δε ζει. Έχει ήδη πεθάνει απ’ το 1673. Μετά την τέταρτη παράσταση του «Κατά φαντασίαν ασθενή», που την ολοκλήρωσε, ως Αργκάν, κακήν-κακώς, κάνοντας αιμόπτυση επί σκηνής αλλά κρύβοντάς την. Αν έβλεπε το συγκεκριμένο ανέβασμα φοβάμαι ότι θα πέθαινε πριν απ’ την τέταρτη παράσταση...
Για να ’μαι, πάντως, δίκαιος ομολογώ πως το κοινό γελούσε με την ψυχή του -δηλαδή, τι γελούσε; Ξεκαρδιζόταν. Ειδικά με τις κλανιές. Και καταχειροκρότησε στο τέλος -κι ενδιάμεσα. Ω, κοινό, πόσα εγκλήματα διαπράττονται εν ονόματί σου -για να παραφράσω την κυρία Ρολάν της Γαλικής Επανάστασης.
(Συγχωρείστε μου το λεξιλόγιο που χρησιμοποίησα αλλά πιστεύω ότι όφειλα να αρθώ στο ύψος -στον πάτο θα ’ταν το πιο σωστό- της περίστασης...).  




Έχω δει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες και δυο εξαιρετικές παραστάσεις του Θάνου Παπακωνσταντίνου: «Μετατόπιση προς το ερυθρό» του Γιάννη Μαυριτσάκη, στην «Πειραιώς 260», για το Φεστιβάλ Αθηνών του 2014, παράσταση που επαναλήφθηκε στο Φεστιβάλ του 2015, και την περσινή του «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή με το Εθνικό Θέατρο, την καλύτερη, πιστεύω, παράσταση του Φεστιβάλ Επιδαύρου 2018. 
Είναι, λοιπόν, εύλογο, ότι περιμένω πώς και πώς τη φετινή του με την οποία ανοίγει τις εκδηλώσεις της για το 2019/2020 η «Στέγη» του Ιδρύματος Ωνάση. Πόσο μάλλον όταν ο Θάνος Παπακωνσταντίνου φέρνει στη σκηνή -κι ας μην είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει- την «Αποκάλυψη» του Ιωάννου (;) και μάλιστα ως «σύγχρονη τελετουργία», πόσο μάλλον όταν περιστοιχίζεται από εκλεκτούς και δοκιμασμένους συνεργάτες, με πρώτο ατού τον έμπειρο και έγκυρο Μάρκελλο Χρυσικόπουλο (μουσική επιμέλεια, μουσική διεύθυνση και στο εκκλησιαστικό όργανο), πόσο μάλλον όταν το θίασο απαρτίζει μια ομάδα καλών ηθοποιών με πρώτη τη τάξει την εξαιρετική Αλεξία Καλτσίκη, η οποία, με οδηγό ακριβώς τον Θάνο Παπακωνσταντίνου, έχει δώσει, στις δυο παραστάσεις του που 

προαναφέρω, συγκλονιστικές ερμηνείες -εκ των οποίων μια αξέχαστη, λασπωμένη Ηλέκτρα.
Εύχομαι οι ελπίδες μου, μέσα στον ορυμαγδό των παραστάσεων που αναγγέλλονται ή επαναλαμβάνονται και μέσα στις πολλές απογοητεύσεις, να ’χουν αντίκρισμα (Φωτογραφίες: 1 Stavros Habakis, 2 Nick Knight, 3 Ελίνα Γιουνανλή). 


Πολύ μου αρέσουν αυτά τα... «after». Τι θα μπορούσε να συμβεί στους ήρωες κλασικών έργων «μετά» το έργο. Φέτος έχουμε δυο «μετά». «Μετά» απ’ τον «Βυσσινόκηπο» του Αντόν Τσέχοφ -ή, έστω, παράλληλα.

«Μετά τον Βυσσινόκηπο» μονόλογο του Βασίλη Μυριανθόπουλου, που θα επωμιστεί, σε σκηνοθεσία του, η Γωγώ Μπρέμπου, στο «Γκλόρια Μικρό», το πρώτο. 
Το δεύτερο θα το παρουσιάσει στο «Θησείον» η Ομάδα «Nunc» που, διαβάζω, «διαρρηγνύει τη δραματική ροή του έργου», σε σκηνοθεσία Μάριας Φλωράτου. Τίτλος της παράστασης «Ένας κάποιος τέτοιος Βυσσινόκηπος»! Ελπίζω να καταλάβουν πόσο κακόγουστος είναι, μ’ αυτό το «τέτοιος» που χρησιμοποιούν -εμένα, πάντως, μου πληγώνει μάτια κι αυτιά-, και να τον αλλάξουν. Έγκαιρα (Φωτογραφία 2: Αλέξανδρος Γκαρτζονίκας).




Στο Δημοτικό Θέατρο Ηλιούπολης και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ηλιούπολης -αχ, αυτά τα «φεστιβάλ», βογγάει πλέον από «φεστιβάλ» η Ελλάς...- είδα, απ’ την Ομάδα «Σημείο Μηδέν», την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή κατά Σάββα Στρούμπο. Μαθητής του Θεόδωρου Τερζόπουλου, βοηθός του, ηθοποιός του -στενός συνεργάτης του, εν ολίγοις, καθώς, επιπλέον, στεγάζει την ομάδα του στη δεύτερη Σκηνή του «Άττις» του δασκάλου του, τον Νέο Χώρο, ο Σάββας Στρούμπος βρίσκεται απολύτως στον αστερισμό του σκηνοθετικού ύφους Τερζόπουλου.
Και στην «Αντιγόνη» του, τη «Μέθοδο Τερζόπουλου» ακολουθεί: έντονη σωματικότητα, ο λόγος ως έκλυση ενέργειας, ειδική τεχνική στις αναπνοές, παλλόμενα σώματα, παλλόμενοι μύες, έμφαση στους ρυθμούς, τελετουργικό ύφος, κατά μέτωπον παρατάξεις, επαναλήψεις λέξεων και φράσεων, μακριά απ’ την ψυχολογία, μακριά απ’ τη συγκίνηση... Σε πολύ λίγες παραστάσεις μ’ έχει γοητεύσει αυτός ο τρόπος. Στη συγκεκριμένη αντιλαμβανόμουν και σέβομαι την πολλή δουλειά που ’χε γίνει, τον κόπο τους αλλά οι νέοι ηθοποιοί ένοιωσα ότι προσπαθούν ν ακολουθήσουν, ότι δίνονται, ότι πάσχουν αλλά ότι ακόμα στο στάδιο της μίμησης βρίσκονται.
Το παραστασιακό αποτέλεσμα, συντελούσης της στεγνής, δύσκαμπτης μετάφρασης του Δημήτρη Δημητριάδη, μου φάνηκε, άσχετα με τα φωτιστικά προβλήματα που υπήρχαν τη μέρα που ’δα την παράσταστη, επιγονικό και στείρο (Φωτογραφία: Αντωνία Κάντα).


«Καταθέτει μια παράσταση-ζωντανός οργανισμός». «Με πρωταγωνιστή ένα παιδί-δολοφόνος». Άι, άι, άι, άι, άι... Ούτε με βαζελίνη.
Εδώ, θα μου πείτε, ανέβηκε έργο θεατρικό με τη λέξη «φανταστικότητα» στον τίτλο του...

No comments:

Post a Comment