May 14, 2018

Τι χύνει ο κύριος Χήνυ;


Το Τέταρτο Κουδούνι / 14 Μαΐου 2018 
Πέμπτη παράταση! Η επιτυχία μάς υποχρεώνει σε αναρτήσεις έως το τέλος Μαΐου.


Kill Γιώργος Μπλάνας -ποιητής, μεταφραστής: το επ’ εσχάτοις αγαπημένο παιχνίδι ορισμένων φιλολογικών, δημοσιογραφικών, θεατρικών κύκλων. Παίζεται με πάθος.
«Συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, όλο και κάτι θα μείνει» (Γκέμπελς)… 


Από Μπέργκμαν σε Μπέργκμαν το πάει η «νέα Σκηνή» στο «Οδού Κυκλάδων/Λευτέρης Βογιατζής» -η καλλιτεχνική διευθύντρια Ειρήνη Λεβίδη απ’ τον περασμένο Οκτώβριο είχε αναγγείλει αφιέρωμα στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν για τη φετινή επέτειο των 100 χρόνων απ’ τη γέννηση (14 Ιουλίου 1918) του κορυφαίου (φτωχή η λέξη…) σκηνοθέτη/συγγραφέα, με τρεις παραστάσεις. Με Μπέργκμαν θα κλείσει τη φετινή σεζόν -το

«Μετά την πρόβα» του Περικλή Μουστάκη (φωτογραφία: Κώστας Ορδόλης)-, με Μπέργκμαν θ’ ανοίξει -τις «Μαριονέτες» (κατά τον ελληνικό τίτλο της ταινίας) ή «Από τη ζωή των μαριονετών» (ο 
τίτλος της παράστασης δεν έχει ακόμα οριστικοποιηθεί) του Γιάννη Μόσχου- την επόμενη.
Έμαθα την -καλή- διανομή: Νίκος Χατζόπουλος, Υβόννη Μαλτέζου, Μιχάλης Οικονόμου, Ανθή Ευστρατιάδου, Γιώργος Χριστοδούλου, Κατερίνα Παπανδρέου (του -καθηγητή θεατρολογίας και σκηνοθέτη και μεταφραστή και ιδρυτή στην Θεσσαλονίκη της Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης»- Νικηφόρου και της -ηθοποιού- 
Έφης (Σταμούλη) αλλά σαφώς αυτόφωτη, απόφοιτη 2013 της δραματικής σχολής του Εθνικού και μ’ άλλες σπουδές και με τριετή θητεία σε γερμανικές Σκηνές, που επιστρέφει στην Ελλάδα. Φωτογραφία: BigAlejandro).
Το έργο θα παρουσιαστεί σε μετάφραση του -γερμανικού- μπεργκμανικού σεναρίου -ο Μπέργκμαν γύρισε την ταινία το 1980, κατά τη διάρκεια της «αυτοεξορίας» του απ’ την Σουιδία στην Γερμανία- Γιώργου Δεπάστα, μεταφορά για το θέατρο του 

σκηνοθέτη Γιάννη Μόσχου, με σκηνικά και κοστούμια Τίνας Τζόκα, κίνηση Ανθής Θεοφιλίδη, μουσική Άγγελου Τριανταφύλλου, φωτισμούς Αλέκου Αναστασίου.
Η πρεμιέρα έχει οριστεί για τις 31 Οκτωβρίου.



Άκουγα ατάκες του τύπου «Χύνει ο κύριος Χήνυ μας;» (σ.σ. clin d’ œil -κλείσιμο ματιού-, προφανώς, στον νομπελίστα Σέιμους Χίνι). «Ο κύριός μας Χήνυ χύνει… […] Τι χύνει ο κύριος Χήνυ μας;… Μέλι και ταχίνι […]» και μια γλυκιά νοσταλγία με κυρίευε για τα γυμνασιακά μου χρόνια -τότε που λέγαμε για «τον αδελφό της Ελένης, ποιας Ελένης;» κ.λπ κ.λπ. Αλλά κι αναρωτιόμουνα σ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης: ΓΙΑΤΙ επέλεξε το έργο αυτό -«Ένας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ» του Ιάσονα Σίγμα- το Εθνικό Θέατρο και το ανέβασε στην Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος»; Για να προωθήσει το ελληνικό έργο; Κι αναρωτιόμουνα, επίσης -ακόμα πιο έντονα: ΓΙΑΤΙ η -αξιοσέβαστη- επιτροπή του υπουργείου Πολιτισμού του ’χει απονείμει ΟΜΟΦΩΝΑ, το 2016, το Κρατικό Βραβείο Συγγραφής Θεατρικού Έργου;
Τη δεύτερη απορία μου την έλυσα μετά την παράσταση, όταν έψαξα και διάβασα στο διαδίκτυο το σκεπτικό της: «Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι αρετές του εν λόγω θεατρικού έργου αφορούν τόσο στην πρωτοτυπία του θέματος όσο και στην ανάπτυξη αυτού. Ο συγγραφέας είναι σε θέση να αναδείξει έναν πολιτικό προβληματισμό χωρίς να προσφεύγει στην επικαιρικότητα και χωρίς να περιορίζεται σε ένα στενό πλαίσιο εντοπιότητας. Η επιλογή ενός απροσδιόριστου, δυστοπικού περιβάλλοντος ενισχύει την εμβέλεια του έργου, ενώ και το πλάσιμο των χαρακτήρων, τόσο του κεντρικού πρωταγωνιστή όσο και των δορυφορικών αυτού ρόλων, είναι ευφάνταστο και ολοκληρωμένο. Η κλιμάκωση της δράσης είναι σχεδιασμένη προσεχτικά, κρατώντας σε εγρήγορση το ενδιαφέρον του θεατή. Οι όποιες ανιχνεύσιμες επιρροές στο ύφος γραφής μοιάζουν καλοχωνεμένες, ενώ και η συνομιλία με διαφορετικά ρεύματα και είδη (όπως παραμύθι, αρχαία τραγωδία, ‘in your face’ κ.λ.π.) αποδεικνύεται γόνιμη. Ο
συγγραφέας κατορθώνει ακόμα να ξεπεράσει τον κίνδυνο της συναισθηματολογίας και του μελοδραματισμού και να παραδώσει ένα έργο δραματουργικά στέρεο, ικανό να σταθεί σε οποιαδήποτε σύγχρονη θεατρική σκηνή». Άμα ’ν’ ειν’ έτσι… Εγώ, «κάπως αλλιώς» το δα.
Όσο για την Ελένη Μποζά που υπογράφει τη σκηνοθεσία δεν κατάλαβα τι ακριβώς έπραξε. Αλλά και τι να πράξει ενώπιον ΑΥΤΟΥ του κειμένου… Πολλά θα ’θελα και θα μπορούσα να γράψω (η ατάκα που επέλεξα στην αρχή είναι απλώς ενδεικτική, δεν είναι αποφασιστικής σημασίας ενώπιον -γνώμη μου- του, στο σύνολό του, ποιητικής «υφής» αλαλούμ -λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι…) αλλά θα προτιμήσω την ατάκα που επανερχόταν ως λάιτ μοτίφ στην παράσταση: «Σιωπή. Βουβότερη (σ.σ. πρόκειται, προφανώς, για τον συγκριτικό βαθμό του βουβή) από πριν». Και να εκφράσω στους ηθοποιούς, στις δύσκολες αυτές ώρες τους, τη συμπαράστασή μου.


Ιάσονας Σίγμα παίζεται στην Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος», Αλεξάνδρα Κ* (ναι, με αστερίσκο αλλά χωρίς υποσημείωση…) 
-«Επαναστατικές μέθοδοι για τον καθαρισμό της πισίνας σας»- στην Πειραματική, σε Stereo Nova (Κωνσταντίνος Βήτα, Μιχάλης Δέλτα, Αντώνης Πι) εξελίσσεται πια το Εθνικό…


Όπου πήγαν, ο Πρίγκιψ της Ουαλίας μετά της Δουκίσης της Κορνουάλης, μια φωτογραφία τους μ’ αφιέρωση για δώρο κι όξω από δω…
Πω, πω, ξιπαστήκαμε, εντελώς… Και στο facebook να στριμώχνονται οι ειδικοί που παίζουν στα δάχτυλα το Πρωτόκολλο της Αυλής του Αγίου Ιακώβου -της Βασιλικής Αυλής του Ηνωμένου Βασιλείου: «Τους αγγίζουμε τους εστεμμένους ή δεν Τους αγγίζουμε γιατί κάνουν τζιζ;». Και να, έτοιμες οι απαντήσεις!
Αφήστε αυτό, που η κ. Γιάννα Αγγελοπούλου εξομολογήθηκε ότι, για να «διευκολύνει» το -τότε που…, προ διαζυγίου, επί Νταϊάνα και ταξιάρχου του Ιππικού Πάρκερ Μπόουλς- παράνομο ζεύγος τους πρόσφερε την γκαρσονιέρα της -ή κάτι τέτοιο- στο Λονδίνο -ξέρετε, «μου δανείζεις για σήμερα, πέντε με εφτά, τα κλειδιά της γκαρσονιέρας; Θα τα χρειαστώ». Κάπως το λέγαμε αυτό στο χωριό μου αλλά άσε…
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Μόλις που ανέβηκε στο «Σταθμός», σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, η παράσταση «Ο ουρανός… και το παντελόνι του» -δίπτυχο Ιάκωβου Καμπανέλλη («Αυτός και το παντελόνι του») και Λούλας Αναγνωστάκη («Ο ουρανός κατακόκκινος«).
Όπως σας είχα γράψει στο «Τέταρτο Κουδούνι», στις 5 του περασμένου Σεπτεμβρίου, αναγγέλλοντας το φετινό ρεπερτόριο του, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Μάνου Καρατζογιάννη, θεάτρου. Με μια διαφορά: το μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη ερμηνεύει μεν η Νένα Μεντή αλλά του Ιάκωβου Καμπανέλλη, αντί του Ηλία Λογοθέτη, τελικά, ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης.



Το διάβασα στα «Νέα», σε ρεπορτάζ για το -νέο- βιβλίο «Αθηνά Ωνάση-Κόκκινος Φάκελος» του Αλέξη Μανθεάκη (σιγά που δε
θα ’βγαζε -και δεύτερο επί του θέματος, μοσχοπουλάνε…-βιβλίο ο τέως «εκπρόσωπός» της και του πατέρα της Τιερί Ρουσέλ): «Θα παρουσιαστεί σε παγκόσμια ΠΡΕΜΙΕΡΑ (σ.σ. τα κεφαλαία του συντάκτη) στο Μερόπειον Ιδρυμα».
Όπου το «όλος ο κόσμος, μια σκηνή…» συναντά την κυριολεξία του.


Μήπως κάποιος πρέπει, εκεί, στο «Θέατρο Τέχνης», ν’ ασχοληθεί, εκτός απ’ την τέχνη -το ’χω ξαναγράψει…- και με τις τουαλέτες; ΚΑΙ στο Υπόγειο ΚΑΙ στην Φρυνίχου. Ε, ας ανεβάσουν μια παραγωγή λιγότερη. Δεν πάει παρά πέρα. Κάτι μυρίζει…



Διάβασα σ’ έγκριτη κριτική θεάτρου για τον «Φεγγίτη» του Ντέιβιντ Χέαρ, που παιζόταν και θ ανοίξει και την επόμενη χειμερινή περίοδο στο «Εμπορικόν», ότι «[…] ο αξιολογότατος συγγραφέας (είναι ο ίδιος που έχει γράψει το έργο ‘Πράβντα’, το οποίο ανέβασε το Θέατρο Τέχνης πριν από χρόνια και που εξευτέλισε την υποκρισία του σοβιετικού καθεστώτος, το οποίο στους Ολυμπιακούς Αγώνες εξαφάνισε τις πόρνες και καθοδήγησε τον Τύπο εξαγιάζοντας τον αυταρχισμό του καθεστώτος που σε λίγο κατέρρευσε) […]».
Να τα ξεκαθαρίσουμε λίγο. Όντως ο Ντέβιντ Χέαρ έχει (ΣΥΝ)υπογράψει, με -πρώτο στη σειρά- τον Χάουαρντ Μπρέντον, το έργο «Πράβντα. Το οποίο, όντως, ανέβασε το «Θέατρο Τέχνης» (το 1986/1987). Μόνο που το έργο είναι «μια κωμωδία για τον Τύπο» -σάτιρα για το ρόλο της δημοσιογραφίας στην κοινωνία, τη δεκαετία του ’80 με βασικό στόχο τον επελαύνοντα, τότε, στον βρετανικό Τύπο αυστραλό ηγεμόνα των ΜΜΕ Ρούπερτ Μέρντοκ. Το έργο «που εξευτέλισε την υποκρισία του σοβιετικού καθεστώτος, το οποίο στους Ολυμπιακούς Αγώνες εξαφάνισε τις πόρνες και καθοδήγησε τον Τύπο εξαγιάζοντας τον αυταρχισμό του καθεστώτος που σε λίγο κατέρρευσε» είναι -χωρίς το «καθοδήγησε τον Τύπο» στο θέμα του…- το «Αστέρια στον πρωινό ουρανό» του σοβιετικού Αλεξάντρ Γκάλιν, που, επίσης, ανέβασε το «Θέατρο Τέχνης» (την επόμενη σεζόν 1987/1988).
Αλληλούια-πατερλούια που ’λεγε κι η μανούλα μου. Αλλά αυτά συμβαίνουν και στις καλύτερες όχι μόνον οικογένειες αλλά και κριτικές…



Το «Ακροπόλ», τελικά, φέτος, εκτός απ’ την επανάληψη του «Mamma Mia», το «Jesus Christ Supestar» και το «Τσάρλι Τσάπλιν», επέστρεψε ΚΑΙ στην επιθεώρηση. Την παρουσίασε, μάλιστα, τσάμπα. Αναλώμασι «πάρα πολύ Χριστιανών». Όχι μέσα στο θέατρο, απόξω, στα πεζοδρόμια και την Ιπποκράτους -street theatre. Είχα μάθει ότι στο φινάλε των παραστάσεων θα συνέπραττε, ως guest star, ο Αιγιαλείας και Καλαβρύτων Αμβρόσιος, σε νούμερο ειδικά γραμμένο απ’ τους δικαστικούς λειτουργούς που τον έκριναν αθώο του αίματος, με τον τίτλο «Μπαμ-μπουμ και παρ’ τον πούστη κάτω». Αλλά, τελικά, το ματαίωσε -δε συμφωνούσε για το κοστούμι (Φωτογραφία: Μάριος Βαλασόπουλος).



Και σίκουελ, και πρίκουελ -που μας τα ’πρηξαν πια-, και φραντσάιζ, και ριμέικ, και ριμπούτ και σπιν οφ, επ’ εσχάτοις… Βρε, πώς κατάντησε έτσι το Χόλιγουντ; Φωτοτυπίαι-φωτοαντίγραφα.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…






Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι», το πρώτο που αναρτάται μετά τις 14 Απριλίου, όταν έφυγε απ’ τη ζωή, δε θα μπορούσε παρά να ’ναι αφιερωμένο στον Πολύτιμο Άγγελο Δεληβορριά -φίλο και του θεάτρου. Ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης για όσα -πολλά- μας άφησε.



Το «Τέταρτο Κουδούνι» θυμάται, όμως, σήμερα -αλλά όχι μόνο σήμερα…- και το δημοσιογράφο και κριτικό θεάτρου Βάιο Παγκουρέλη. Τον Φίλο. Που πολλά του χρωστάει προσωπικά ο υπογράφων. Στις 29 Απριλίου έκλεισαν 20 χρόνια- πότε κιόλας!- απ’ τη μέρα που ένα αυτοκινητικό δυστύχημα μας τον στέρησε, στα 52 του μόλις χρόνια.




Το σημερινό «Τέταρτο Κουδούνι» δε θα ξεχνούσε, πάντως, και τον Λευτέρη Βογιατζή. Στις 2 Μαΐου έκλεισαν πέντε χρόνια απ’ τη δική του «αποχώρηση». Το θέατρό μας, έκτοτε, δεν είναι το ίδιο.

No comments:

Post a Comment