February 1, 2023

Στο Φτερό: Το τίλιο που κρύωσε... ή Ο φόνος ως ιεροτελεστία

 

«Οι δούλες» του Ζαν Ζενέ / Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας 

 

Παρίσι, τέλος δεκαετίας του ’40. Οι αδελφές Λεμερσιέ, η Σολάνζ και η Κλερ, είναι δούλες -έτσι τις έλεγαν τότε, μετά έγιναν «υπηρέτριες», τώρα τις αποκαλούμε «τα κορίτσια του σπιτιού», «οικιακές βοηθούς»... Είναι δούλες στο σπίτι της -ανώνυμης στο έργο- Κυρίας. Της «ανωτέρας τάξεως». Την λατρεύουν -ίσως και ερωτικά-, η Κλερ κυρίως. Αλλά και τη μισούν -θέλουν τον αφανισμό της. Και,

όταν η Κυρία λείπει για  τις «κοινωνικές της υποχρεώσεις» και μένουν μόνες στο σπίτι, παίζουν ένα αλλόκοτο παιχνίδι: πότε η μία, πότε η άλλη «ντύνονται» η Κυρία -πουδράρονται, μακιγιάρονται, φοράνε μία τουαλέτα της...- και η άλλη υποδύεται την αδελφή της που 

έχει ντυθεί Κυρία. Ένα παιχνίδι όπου πολλές αλήθειες λέγονται και μυστικά φανερώνονται. Απώτερος στόχος τους, να βλάψουν και, τελικά, να σκοτώσουν την Κυρία. Η Κλερ, εν γνώσει της αδελφής της, με ανώνυμες επιστολές στην αστυνομία έχει καταγγείλει τον -επίσης ανώνυμο στο έργο- Κύριο, τον εραστή της Κυρίας, ως κλέφτη -που μπορεί και να είναι...- και τον έχουν συλλάβει. Η Κυρία αναστατωμένη έχει ξεχυθεί να μάθει την τύχη του. Ο δικαστής, πάντως, αφήνει τον Κύριο

προσωρινά ελεύθερο. Εκείνος τηλεφωνεί στο σπίτι, η Κυρία λείπει, λέει στην Κλερ, που σήκωσε το ακουστικό, να της πει, όταν γυρίσει, ότι την περιμένει σε ένα κλαμπ. Οι αδελφές Λεμερσιέ, μπροστά στον εμφανή πια κίνδυνο να αποκαλυφθούν, αποφασίζουν να υλοποιήσουν το σχέδιό τους: θα δηλητηριάσουν την Κυρία με το ζεστό τίλιο που συνηθίζει να πίνει ρίχνοντας μέσα δέκα χάπια Gardenal -είναι αρκετά. Η Κυρία επιστρέφει, «καταρρακωμένη» από τη σύλληψη του Κυρίου, παίζει το μελόδραμα της Μεγάλης Δυστυχισμένης, αποφασίζει να φοράει πια μαύρα, χαρίζει τη ρενάρ της στην Σολάνζ και μία κατακόκκινη βελούδινη τουαλέτα της στην Κλερ που

της φέρνει το τίλιο της αλλά η Κυρία αμελεί να το πιει. Εκείνες δεν της λένε τίποτα για τον Κύριο, ώσπου κάτι τους ξεφεύγει και το ομολογούν: ο Κύριος είναι προσωρινά ελεύθερος και την περιμένει. Η Κυρία αρπάζει και ρίχνει βιαστικά στους ώμους της τη ρενάρ που... χάρισε στην Σολάνζ, παρατάει οριστικά το τίλιο που, άλλωστε, έχει κρυώσει εντελώς και τρέχει στον Κύριο. Η Σολάνζ και η Κλερ αντιλαμβάνονται ότι αυτό είναι το τέλος τους: η Κυρία και ο Κύριος θα ψάξουν να βρουν ποιος έστειλε τις ανώνυμες επιστολές στην αστυνομία και με γραφολογική εξέταση θα τις ανακαλύψουν -η Σολάνζ φαντασιώνεται τη δίκη, την εκτέλεση και την κηδεία της. Και, μετά, ξαναπιάνουν το παιχνίδι τους: μία τελετουργία

θανάτου. Η Κλερ ντύνεται πάλι Κυρία και η Σολάνζ που «παίζει» την Κλερ της δίνει να πιει το -κρύο πια...- τίλιο: ο Φόνος ως αποθέωση. «Οι δούλες», το πρώτο (1947) θεατρικό έργο -ένα

μεγάλο μονόπρακτο ουσιαστικά- του Ζαν Ζενέ, του λωποδύτη κατάδικου στον οποίο δόθηκε, τελικά, χάρη και ο οποίος είχε γίνει ήδη γνωστός ως ιδιοφυής καταραμένος πεζογράφος -έργο, πιθανόν, εμπνευσμένο, αν και ο ίδιος ο συγγραφέας το αρνιόταν, από τον άγριο φόνο που διέπραξαν, το 1933, στο Λε Μαν, οι υπηρέτριες αδελφές Παπέν σκοτώνοντας την κυρία τους και την κόρη της- φανερώνει ότι δεν ήξερε να γράφει θέατρο: πλατειάζει και του λείπει η αίσθηση της δραματικής οικονομίας. Αλλά έχει μία τρομερή, πρωτογενή δύναμη. Που ισοπεδώνει κάθε αντίρρηση. Πρόδρομο του Θεάτρου του Παραλόγου, με μία γλώσσα ποιητική, όπου οι αγοραίες εκφράσεις μπλέκονται με λόγιες και πομπώδεις, άκρως σαρκαστικό, με σαφές ταξικό υπόβαθρο, έχει καταφέρει να γίνει πια κλασικό. Ο Δημήτρης Δημητριάδης έχει κάνει, από το

2005, την ιδανική μετάφραση για το έργο. Όπου η ηθελημένη, η ψαγμένη, η μελετημένη εκζήτηση το εξυπηρετει απόλυτα. Στη μετάφραση αυτή έχει βασιστεί ο σκηνοθέτης Γιώργος Σκεύας. Που ανέβασε με γνώση  μέτρο, γούστο και πολύ

καλούς ρυθμούς τις «Δούλες», σε ένα έξοχο δικό του σκηνικό, άριστα φωτισμένο από τον Βαγγέλη Μούντριχα -ο τεράστιος, α λα Ρούμπενς, πίνακας του βέλγου ζωγράφου Αντουάν Βιέρτς με την ολόγυμνη  «Αναγνώστρια ρομάντσων» (1853) κυριαρχεί προσδίδοντας τον αισθησιασμό που υποβόσκει στο έργο ενώ,

στο κέντρο της σκηνής, το πατάρι των «ιεροτελεστιών» των δύο αδελφών λιτά μετατρέπεται σε μεγάλο κρεββάτι αφήνοντας, όμως, πάντα, την αίσθηση ενός τάφου -ο θάνατος, ο φόνος είναι το λάιτ μοτίφ του έργου. Απλώς θα ήθελα περισσότερα λουλούδια για τα οποία τόσος λόγος γίνεται. Ο σκηνοθέτης υπογράφει και τα κοστούμια, με την κόκκινη βελούδινη τουαλέτα με την οποία περιβάλλεται η Κλερ -αυτή που η κυρία της «χαρίζει»- να δεσπόζει, χωρίς να

υπολείπεται το κοστούμι της  Κυρίας. Οι μουσικές της Σήμης Τσιλαλή αγκαλιάζουν την παράσταση και της δίνουν ώθηση. Βέβαια, τη βασική ώθηση δίνουν οι τρεις καλές ηθοποιοί: η Αμαλία Καβάλη (Κλερ) -παρά την κάποια οξύτητα στη φωνή της-, η έξοχη Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου (Κυρία) και η συγκλονιστική Αγγελική Παπαθεμελή (Σολάνζ) που, για μένα, κλέβει την παράσταση. Μία παράσταση καθαρή, δυνατή, αντάξια του κειμένου (Φωτογραφίες: Εβίτα Σκουρλέτη).  

(Καλοφτιαγμένο και διαφωτιστικό, το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -κείμενα Ματίνα Καλτάκη, με ένα δικό της και εμπεριστατωμένα άλλα). 

Θέατρο «Αποθήκη», «Αθηναϊκά Θέατρα», 27 Ιανουαρίου 2023.

No comments:

Post a Comment