August 14, 2019

Της «κακομοίρας»... ή Η χαρά του πλαστικού χειρουργού... ή Τα likes στην αλητεία



Το Τέταρτο Κουδούνι / 14 Αυγούστου 2019 

Απ’ τις 18 Μαΐου είχε να εμφανιστεί «Το Τέταρτο Κουδούνι». Σχεδόν τρεις μήνες. Δε σας ξέχασε όμως. Ιδού λοιπόν!




Δε συνηθίζω να γλείφω -το απεχθάνομαι. Συνηθίζω -όσο, μάλιστα, γερνάω όλο και περισσότερο- να γράφω και να λέω την αλήθεια (μου) -μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται... Αυτή θα γράψω και τώρα.
Τον ξέρω από παιδί σχεδόν. Τον εκτιμώ πολύ -όπως εκτιμούσα και τον πατέρα του φιλόλογο, κριτικό θεάτρου, θεωρητικό, συγγραφέα, Δάσκαλο Τάσο Λιγνάδη, όπως εκτιμώ και τον αδελφό του φιλόλογο, μεταφραστή, δάσκαλο Γιάννη Λιγνάδη- ως ηθοποιό. Έχω στις παρακαταθήκες μου τη φωνή του -και τον τρόπο που ΞΕΡΕΙ να τη χειρίζεται όταν διαβάζει- απ’ την εποχή που συχνά διάβαζε στην εκπομπή «Το Βιβλίο στο Μικρόφωνο» την οποία είχα κάθε Σάββατο, απ’ το ’83 έως το ’91, στην ΕΡΑ1 -χρόνια ονειρεύομαι πως κάποια κείμενα που λατρεύω θα τα διαβάσει, όταν την κάνω οριστικά (και μη γελάτε...), στην (πολιτική) κηδεία μου. Τον έχω εκτιμήσει πια και ως σκηνοθέτη -κι ας μην έχω διστάσει να επικρίνω κάποιες επιλογές του. Αλλά, πέραν αυτών, έχει τις γνώσεις, έχει το σθένος, έχει την ευαισθησία, έχει την Αγάπη για το αντικείμενο -το Θέατρο: η επιλογή του Δημήτρη Λιγνάδη στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου ήταν προαναγγελθείσα αλλά είναι και αξιοκρατική -θα μπορούσε να προκύψει κι από προκήρυξη της θέσης. Καλορίζικος! Το θέμα είναι και να πολιτευτεί αξιοκρατικά. Να δούμε, εκτός απ’ το ότι ΞΕΡΕΙ, αν ΜΠΟΡΕΙ. Να του δώσουμε το χρόνο; Δεν τον δικαιούται; Πέραν απ’ τις πολιτικές πεποιθήσεις του και πέραν απ’ τις πολιτικές μας πεποιθήσεις, να τον αφήσουμε να δουλέψει; Και ΜΕΤΑ να τον κρίνουμε για τις αποφάσεις και τα πεπραγμένα του -να τον λατρέψουμε αναντίρρητα κι ασυζητητί ή να τον ξεσκίσουμε, όπως συνηθίζεται; Ε;

Για ένα φοβάμαι: ότι τα καθήκοντά του μπορεί να ανακόψουν την κατακόρυφη πορεία του ως Ηθοποιού. Γιατί τον θεωρώ κορυφαία υποκριτική μονάδα του θεάτρου μας κι είναι άδικο, στην πιο ώριμη στιγμή του, να εμποδιστεί απ’ τα διευθυντικά καθήκοντά του. 
Για ένα χαίρομαι -επιπλέον: ότι η υπουργός, με την ανακοίνωση του διορισμού του, προαναγγέλλει την καθιέρωση προκήρυξης της θέσης για τον επόμενο καλλιτεχνικό διευθυντή. Που θα γίνει -ελπίζω...- ΈΓΚΑΙΡΑ. Κι όχι βεβιασμένα. Και θα ισχύει για όλους στις ανάλογες θέσεις.  




Ο Στάθης Λιβαθινός, πάντως, που δεν ανανεώθηκε η θητεία του, αποχωρεί με ψηλά το κεφάλι, παρά τους πολέμους που δέχτηκε, και με το καμάρι ότι η τελευταία χειμερινή σεζόν του στο Εθνικό, ήταν κι η καλύτερη (Φωτογραφία: Βαγγέλης Ζαβός).



Διψάει το facebook. Ψοφάει το facebook. Για αντιπαραθέσεις. Αντιπαραθέσεις μέχρι διαμάχες, μέχρι καυγάδες, μέχρι... μετωπικές συγκρούσεις. Αντιπαραθέσεις πολιτικές, καλλιτεχνικές, τηλεοπτικές, δικαστικές, αστυνομικές, κοινωνικές, για πρόσωπα, για γεγονότα, για fake -ή μη fake- news... Ζει απ’ τις αντιπαραθέσεις. Στο νήμα περιμένουν οι χρήστες. Που σα να νιώθουν στο fb μια πρωτόγνωρη ελευθερία να εκφραστούν όπως τους έρθει και να γράψουν ό,τι τους κατέβει -να βγάλουν ό,τι απωθημένο έχουν και δεν έχουν. Και με την πρώτη ευκαιρία ορμούν. Μερικές φορές διαβάζεις νηφάλιες ή και πολύ ενδιαφέρουσες κρίσεις και απόψεις, αλλά, συνήθως, η εμπάθεια, η αμετροέπεια, η ξέφραγη χρήση λεξιλογίου, εκφράσεων, χαρακτηρισμών που οι γράφοντες ποτέ δε θα χρησιμοποιούσαν στον Τύπο ή σε δημόσιες συζητήσεις ξεπερνούν κάθε όριο -μπορούν να εξελιχθούν σε οχετό που ξεχείλισε.
Όλοι, δε, με μια σιγουριά ακλόνητη για τις απόψεις τους, όλοι αφήνοντας την εντύπωση ότι οι γνώσεις τους, επί παντός επιστητού, είναι ευρύτατες, είναι ανεξάντλητες. Ίχνος μετριοπάθειας, ίχνος δισταγμού, ουδέ κόκκος σεμνότητας, ακόμα κι αν δεν έχουν άμεση γνώση ή, έστω, σχέση με το αντικείμενο -το Αλάθητον του Πάπα.
Ειδικά στα καλλιτεχνικά θέματα τα δίνουν όλα. Γελάω πολύ αλλά μερικές φορές φρίττω κιόλας.


 

Ένα απ’ τα πρόσφατα θέματα αιχμής -καλλιτεχνικού ή, μάλλον, «καλλιτεχνικού» επιπέδου-, ο Ρόμπερτ Γουίλσον κι ο «Oedipus» του, παράσταση του 2018, «βασισμένη στον ‘Οιδίποδα τύραννο’ του Σοφοκλή», όπως σαφώς αναφερόταν, που ποτέ, κανείς δεν ισχυρίστηκε πως ήταν η τραγωδία του Σοφοκλή, παράσταση η οποία άνοιξε το φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Διάβασα γνώμες και σχόλια που απλώνονταν από ύμνους περί «μαγείας» και «γοητείας» μέχρι λιβέλους -όπου, μεταξύ άλλων, εμβρόντητος, διάβασα για «πιο gay αισθητική καίγεσαι» (υπάρχει και straight αισθητική; Μωρέ, δεν το ’ξερα...), μέχρι που εντόπισα και το χαρακτηρισμό (που μ’ έκανε να κοκκινίσω από ντροπή) «μια κακομοίρα άρχισε να μονολογεί», για την άξια του βαθύτερου
σεβασμού 75χρονη Μεγάλη γερμανίδα Ηθοποιό Άνγκελα Βίνκλερ. ΝΑΙ! Την Άνγκελα Βίνκλερ! Την αξέχαστη Καταρίνα Μπλουμ στην «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ», την εμβληματική ταινία-σταθμό του Φόλκε Σλέντορφ και της Μαργκαρέτε φον Τρότα, την Όζε στον «Πέερ Γκιντ» του Πίτερ Τσάντεκ που ’δαμε απ’ το «Μπερλίνερ Ανσάνμπλ» στην Θεσσαλονίκη, το 2007, την Τζένι στη μπρεχτική «Όπερα της πεντάρας» του Ρόμπερτ Γουίλσον που ’δαμε στο «Παλλάς», το 2010, επίσης απ’ το «Μπερλίνερ Ανσάνμπλ», για να μιλήσω για όσα την έχουμε δει στην Ελλάδα (συν πολλές άλλες ταινίες). Κι η οποία έχει παίξει δεκάδες πρωταγωνιστικούς ρόλους στο θέατρο, από Λιουμπόφ στον «Βυσσινόκηπο» μέχρι την Μάνα Κουράγιο, έχει κάνει δεκάδες ταινίες, έχει συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Πιο των άκρων καίγεσαι...
Προσωπικά, κάπου ανάμεσα βρέθηκα -ούτε κρύο ούτε ζέστη. Είδα μια παράσταση με την παγιωμένη (υπέροχη) αισθητική του Ρόμπερτ Γουίλσον (που δε γινόταν, παρά τα φωτισμένα πεύκα στο βάθος, ν’ αναπτυχθεί άνετα στο χώρο της Επιδαύρου -τα ερείπια της σκηνής «φραζόταν» από δυο τεντωμένες οθόνες-, με γουιλσονική έμφαση στους -συχνά συναρπαστικούς- φωτισμούς, στους ήχους, στις χορογραφίες, στα κοστούμια και στα μακιγιάζ-μάσκες, στις μουσικές, μ’ ελκυστικές στιγμές, με μια ε-ξαι-ρε-τι-κή Λυδία 
Κονιόρδου η οποία μας θύμισε το Μέγεθός της -ακόμα και σ’ όσους την έχουν στοχοποιήσει για τη θητεία της στο υπουργείο Πολιτισμού και τη συνεργασία της με τον ΣΥΡΙΖΑ- και για την φωνή της οποίας το μικρόφωνο ήταν παντελώς περιττό.
Αλλά είδα και μια παράσταση με ανύπαρκτη -πολύγλωσση- δραματουργία -ερανίσματα απ’ την τραγωδία του Σοφοκλή και κείμενα αφηγηματικά, αντλημένα απ’ το μύθο του Οιδίποδα. Μια παράσταση 
που έμοιαζε αποσπασματική, ανομοιογενής, μ’ επαναλήψεις και μ’ ασύνδετα κομμάτια, βιαστικά, πρόχειρα μονταρισμένα, όπου, όντως, η Άνγκελα Βίνκλερ έμοιαζε εξαφανισμένη.
Οι τιμές, πάντως, των εισιτηρίων που κυμαίνονταν από 100 (!) μέχρι 25 -για τα ψηλά, όπου υποθέτω ότι δεν έβλεπες σχεδόν τίποτα -ευρώ και με 10 και 15 ευρώ για τις ειδικές κατηγορίες, δικαιολογούσε το σχετικά μικρό, παρά τις πολλές, απ’ ό,τι κατάλαβα, προσκλήσεις, κοινό.


Στην Επίδαυρο, φέτος, είδα τις λιγότερες παραστάσεις από ποτέ, αφότου παρακολουθώ το Φεστιβάλ -δυο απ’ τις οκτώ του Αρχαίου Θεάτρου, καμιά απ’ τις πέντε του Μικρού. Είτε λόγω της προσβολής/αποκλεισμού που ’φαγα στη μούρη απ’ το -«αγαπημένο»- Γραφείο Τύπου του Φεστιβάλ, είτε λόγω απουσίας, είτε λόγω καυσώνων. 
Για τον «Οδίποδα τύραννο» του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη -παραγωγή της «Αθηναϊκά Θέατρα», ενταγμένη στο Φεστιβάλ, με τον Δημήτρη Λιγνάδη συγκλονιστικό στον επώνυμο ρόλο, και την Αμαλία Μουτούση- ήδη σας έχω γράψει. Τις υπόλοιπες θα τις δω στην Αθήνα, όσες παιχτούν εδώ. Και θα σας γράψω τη γνώμη μου.


Αλλά έχω κάτι και για κάποιες παλιότερες παραστάσεις -της χειμερινής σεζόν, εκ... μεταφοράς.

Ένα πολύ-πολύ ενδιαφέρον έργο. Πάνω σ’ ένα καυτό θέμα -την παιδεραστία, την παιδεραστοφοβία και τις βλαβερές συνέπειές της. Που μπορούν να καταλήξουν και σε τραγωδία: «Η Αρχή του Αρχιμήδη» του Καταλανού Ζουσέπ Μαρία Μιρό. Ένα έργο που, πολύ σωστά, αφήνει να εκκρεμεί η κατάληξή του -είναι αθώος ο προπονητής κολύμβησης που φίλησε το αγόρι που φοβόταν να μπει στην πισίνα για να το ενθαρρύνει; Ή έχουν δίκιο οι γονείς που, όταν ένα κοριτσάκι τους είπε ότι το φιλί ήταν στο στόμα, άρα «ύποπτο», ξεσηκώνονται κι αρχίζουν να πετροβολούν το κολυμβητήριο; Ερωτήματα τα οποία υψώνονται αμείλικτα μέσα από σύντομες σκηνές ρεαλιστικής υφής, σε μια δομή με φλας μπακ και φλας φόργουορντ που δίνουν στο έργο, εκτός από σασπένς κι ένταση, ένα προσωπικό ύφος.
Στο «Scrow», ο Βασίλης Μαυρογεωργίου το ανέβασε με σφιχτούς ρυθμούς, χωρίς, όμως, να το απογειώσει κατά τη γνώμη μου. Μεγάλο ατού του, στο ρόλο του Τζόρντι -του προπονητή-, ο
Μιχάλης Συριόπουλος. Αλλά, ο εξαιρετικά ταλαντούχος ηθοποιός, ενώ είχε διαγράψει με ενάργεια το χαρακτήρα του αμφιλεγόμενου Τζόρντι, τον είχε φορτώσει, με την ανοχή, προφανώς, του σκηνοθέτη, με τόσα πλουμίδια, και «τικ», και μικρολεπτομέρειες που μπορεί να εντυπωσίαζαν αλλά ήταν σε βάρος του ρόλου -μια άσκοπη επίδειξη ευκολιών, που εμένα δε με κέρδισε. Ελπίζω ότι ο Μιχάλης Συριόπουλος δεν έχει παρασυρθεί απ’ τους επαίνους μας και τα βραβεία και δεν έχει πέσει στην παγίδα που μπορεί να τον οδηγήσει στον μανιερισμό.


 
Η αμερικάνικη τηλεοπτική σειρά του 1990 «Μπέβερλι Χιλς 90210» μόλις επανήλθε -ως reboot που λένε- στις μικρές οθόνες. Με τους ίδιους πρωταγωνιστές μετά τριάκοντα έτη. (΄Εξαλλης) χαράς ευαγγέλια για τους πλαστικούς χειρουργούς. Στο Χόλιγουντ το επάγγελμα πανηγυρίζει...
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή...



«Για ΑΠΟΛΥΤΑ (τα κεφαλαία του συντάκτη) περιορισμένες παραστάσεις»: το τελευταίο δημοσιοσχετίστικο -πι αρ, που λέμε- τρικάκι. Στα πατώματα...


Δε συνηθίζεται. Να δίνεται σε θέατρο τ’ όνομα καλλιτέχνη εν ζωή. Μετά θάνατον είναι τιμητικό αλλά ο τιμώμενος δε ζει για να το χαρεί... Να δώσουν στο «Θέατρο του Μύλου» της Λάρισας, στέγη -ακόμα δυστυχώς...- του ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας, ήτοι του «Θεσσαλικού Θεάτρου», του οποίου υπήρξε συνιδρυτής το 1975,
για πάρα πολλά χρόνια καλλιτεχνικός διευθυντής, αυτός που το οδήγησε, με τη σκηνοθεσία του στην «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη και την ανεπανάληπτη ερμηνεία της Λυδίας Κονιόρδου, έξω απ’ τα σύνορά μας, αυτός που το στήριξε στα δύσκολα, αυτός που μάτωσε για το «Θεσσαλικό», τ’ όνομα του Κώστα Τσιάνου ήταν μια δίκαιη πράξη -πιο δίκαιη δε γίνεται. Μια πράξη οφειλόμενη.
Ελπίζω πως το νέο όνομα του θεάτρου θ’ αναρτηθεί -ή θα ’χει ήδη αναρτηθεί- στη μαρκίζα του. Γιατί το Πάσχα που πέρασα απ’ την Λάρισα δεν το δα.

Πάντα κυκλοφορούσε η αλητεία (και) στο θέατρο. Το fb τής έχει επιτρέψει να εκφράζεται απροκάλυπτα. Και να υποστηρίζεται με τα likes και τα comments και τα shares του κάθε διπρόσωπου πικραμένου…

No comments:

Post a Comment