Τέσσερα Σάββατα πριν, στις 28 Ιουλίου, «Τα Νέα / Σαββατοκύριακο» κυκλοφόρησαν με την ένθετη ειδική έκδοση «Ιστορίες», αφιερωμένη στα εβδομηντάχρονα του Φεστιβάλ Επιδαύρου που περιλάμβανε εξαιρετικά ενδιαφέροντα κείμενα. Αρχισυντάκτης, ο πανάξιος Δημήτρης Δουλγερίδης. Ο οποίος μου έκανε την τιμή να συμπεριλάβει και ένα ευρύτατο απόσπασμα από δικό μου κείμενο, τυπωμένο στο φύλλο της Δευτέρας 21 Ιουλίου του 2008: την «κάλυψη», όπως λέγαμε τότε, της παράστασης του Μπαλέτου της Εθνικής Όπερας του Παρισιού, με την όπερα του Γκλουκ «Ορφέας και Ευρυδίκη», ως όπερα-μπαλέτο, σε σκηνοθεσία-χορογραφίες της αξέχαστης Μεγάλης Πίνα Μπάους -η τελευταία δουλειά της την οποία έδειξε στην Ελλάδα πριν από το θάνατό της χάρη στον τότε πρόεδρο και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργο Λούκο. Ανεβάζω το πλήρες κείμενο με την ίδια συγκίνηση που το έγραψα. Γραμμένο στις 20 Ιουλίου του 2008 -ακριβώς 17 χρόνια πριν. Αν μου ζητούσαν να επιλέξω ένα κείμενο από τις δεκάδες «καλύψεις» παραστάσεων της Επιδαύρου που έκανα, αυτό -τι σύμπτωση!- θα διάλεγα. Ευχαριστώ.
Είδα ανθρώπους να κλαίνε το Σάββατο στην Επίδαυρο. Αλλά μερικές φορές είναι δύσκολο να βρεις τα λόγια να περιγράψεις αυτό που είδες και ένοιωσες. Το «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους που παρουσιάστηκε από το Μπαλέτο της Εθνικής Όπερας του Παρισιού στην Επίδαυρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, στην κατηγορία αυτή υπάγεται.
Μέρος τρίτο-«Ειρήνη». Τριγύρω «καναπέδες» λαξευμένοι στην «πέτρα», λίγα λουλουδάκια που φυτρώνουν στις χαραμάδες του βράχου: τα Ηλύσια Πεδία. Ο Ορφέας θα συναντήσει την Ευρυδίκη του. Έχει καταφέρει το ακατόρθωτο -κραταιά ως θάνατος αγάπη: να του δώσουν το ελεύθερο να την πάρει μαζί του στον Πάνω Κόσμο, αρκεί στο δρόμο της επιστροφής να αντέξει και να μη γυρίσει να την κοιτάξει -είναι ο όρος.
Μέρος τέταρτο-«Θάνατος». (Μικρές παύσεις-ανάσες για την αλλαγή των σκηνικών χώριζαν τα τέσσερα μέρη). Στη σκηνή το «διπλό» ζευγάρι. Ο Ορφέας δεν αντέχει και την κοιτάζει. Το ντυμένο στα μαύρα σώμα της Ευρυδίκης-τραγουδίστριας λυγίζει άψυχο. Το ντυμένο με ένα κατακόκκινο του έρωτα και της φωτιάς σώμα της Ευρυδίκης-χορεύτριας λυγίζει κι αυτό άψυχο και σωριάζεται κάθετα πάνω στο πρώτο. Ο Ορφέας-μέτζο, γονατιστός πάνω τους, θα τραγουδήσει το σπαρακτικό «Τι θα κάνω χωρίς την Ευρυδίκη». Και η Πίνα Μπάους της κίνησης για τη στιγμή αυτή θα επιλέξει την πλέον ιδιοφυή ιδέα της βραδιάς: την ακινησία. Ο χορευτής Ορφέας, πεσμένος στα γόνατα, διπλωμένος, συντριμμένος, θα μείνει πλάτη, ακίνητος, όσο ακούγεται η άρια. Και μετά -πώς γίνεται να ζήσει πια;- θα χαθεί μαζί με την Ευρυδίκη που τη σκότωσε η αγάπη του. Το μαύρο «τρίο» του Άδη βάζει ένα κομμάτι πορφυρό βελούδο κάτω από τα πέλματά του και το κορμί του λυγίζει στα χέρια τους σαν μια Πιετά για να το ωθήσουν, να το τσουλήσουν, πάνω στα βελούδο που γλιστράει στο δάπεδο, στο προσκήνιο, όπου το εναποθέτουν ενώ η μέτζο Ορφέας σωριάζεται πάνω στα δύο σώματα της Ευρυδίκης, με τα φωτισμό αμείλικτο πάνω στα τέσσερα νεκρά κορμιά -ένα φινάλε που χαράζεται πύρινο στη μνήμη.
Γεωμετρία έρωτα και θανάτου, ένα διαμάντι κατεργασμένο από μία ιδιοφυή δημιουργό στα πρώτα της, τότε, βήματα -η παράσταση, με τις μαρθαγκραχαμικές μνήμες έγινε το 1975 για το Χοροθέατρο του Βούπερταλ, αναβίωσε για το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού το 2005 και, παρά τα τριάντα τρία της χρόνια, μοιάζει ένα αξεπέραστο ιστορικό δημιούργημα-, το «Ορφέας και Ευρυδίκη» σημάδεψε όσους είχαμε την τύχη να το δούμε.
Το χειροκρότημα στο τέλος ήταν ενθουσιώδες και με «μπράβο» για όλους. Όταν, όμως, εμφανίστηκε στη σκηνή η Πίνα Μπάους -που είχε χειροκροτηθεί και κατά την είσοδό της στο θέατρο-, ε, τότε ξέσπασε μία ομοβροντία ιαχών από τους θεατές που πολλοί τινάχτηκαν όρθιοι. Έχουνε γνωρίσει οι πέτρες της Επιδαύρου εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια πολλές συγκινήσεις -οι οποίες τελευταία όλο και αραιώνουν, όλο και σπανίζουν… Η πεποίθησή μου είναι πως μετά από χρόνια θα μιλάμε -θα μιλάνε- για τις δύο βραδιές του «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους στην Επίδαυρο, όπως μιλάμε σήμερα για την «Νόρμα» και την «Μήδεια» της Κάλλας: μία Μεγάλη Στιγμή. Κι ας έχουν «μικρύνει» απελπιστικά

οι καιροί μας.
No comments:
Post a Comment