January 23, 2025

Στο Φτερό / Ο πόλεμος ποτέ δεν θα τελειώσει...

 
«Η Μάνα κουράγιο και τα παιδιά της» του Μπέρτολτ Μπρεχτ / Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
 
Άννα Φίρλινγκ. Το παρατσούκλι της, «Μάνα Κουράγιο». 17ος αιώνας. Τριακονταετής Πόλεμος (1618-1648) -μία από τις πρόβες τζενεράλε για τους Παγκόσμιους Πολέμους του 20ου αιώνα: Προτεστάντες εναντίον Καθολικών.
Η Μάνα Κουράγιο, γυρολόγα  εμπόρισσα, επωφελείται: με το κάρο της-καντίνα, φορτωμένο εμπορεύματα κατάλληλα για την περίπτωση και με τα τρία παιδιά της -από τρεις διαφορετικούς πατεράδες-, τον τολμηρό και καπάτσο Άιλιφ από φινλανδό πατέρα, τον μειωμένης αντιληπτικότητας αλλά τίμιο Έμενταλ από πατέρα ελβετό και την μουγγή Κάτριν, πατέρα γερμανού, με τόλμη και αποφασιστικότητα και θράσος, περιφέρεται στα πεδία του πολέμου, ακολουθώντας τα
σουιδικά στρατεύματα, προτεστάντισσα αλλά εύκολα προσαρμόσιμη και στις συνθήκες των εχθρών καθολικών, ζει όπως μπορεί, πουλάει όπως μπορεί και εκμεταλλεύεται τον πόλεμο όσο μπορεί, δύσπιστη στην ειρήνη. Ο πόλεμος, όμως,  δεν είναι «φιλικός» μαζί της. Μέσα σε μία δεκαετία -έως το 1634, το έργο ξεκινάει το 1624 από την Σουιδία για να περάσει από την Πολονία και να καταλήξει στην Γερμανία- χάνει, εξαιτίας του, το ένα μετά το άλλο και τα τρία παιδιά της και καταλήγει να σέρνει 
μόνη το κάρο της. Ένας στρατιωτικός ιεροκήρυκας, ένας μάγειρας του στρατού που, συμφεροντολογικά, προτείνει στην ανένδοτη Άννα ερωτική σχέση και μία πόρνη του στρατεύματος, η Ιβέτ, που, όμως, εξελίσσεται
σε σύζυγο και, κατόπιν, σε χήρα συνταγματάρχου…, είναι τα πιο κοντινά της πρόσωπα. Όλα, όμως, θέλουν να την εκμεταλλευτούν, όπως και η ίδια, βέβαια, θέλει να τους εκμεταλλευτεί -θετικός ήρωας στο έργο αυτό δεν υπάρχει. Εκτός, ίσως, από την Κάτριν που, απελπισμένη, καταφεύγει σε μία
απεγνωσμένα ηρωική πράξη ειδοποιώντας, με ένα τύμπανο που το βαράει, τους κατοίκους μίας πόλης στην οποία οι καθολικοί ετοιμάζονται να επιτεθούν μέσα στη νύχτα. Πράξη που την πληρώνει με τη ζωή της. Είναι «Η Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της» (1938-1939, πρεμιέρα 1941) του αυτοεξόριστου, τότε, Γερμανού Μπέρτολτ Μπρεχτ -που γράφτηκε, με υλικό αντλημένο από τη «Βιογραφία της αρχιαπατεώνισσας και τυχοδιώκτριας Κουράσε», μέρος του ογκώδους μυθιστορήματος (1668/1669) 
«Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος» του Χανς Γιάκομπ Κριστόφελ φον Γκρίμελσχάουζενκαι με την αποφασιστική συνεισφορά της συμπατριώτισσας του συγγραφέα Μαργκαρέτε Στέφιν, τότε ερωμένης του,   
της οποίας το όνομα αποσιωπάται στην έκδοση του έργου... Μία θεατρική πραγματεία για τις «βλαβερές συνέπειες» του πολέμου: πού ωθεί τους ανθρώπους. Η απληστία της Άννας να τον εκμεταλλευτεί πληρώνεται με αίμα -το αίμα των παιδιών της. Γνώση δεν θα βάλει, όμως. Στο τέλος συνεχίζει. Σέρνοντας πια μόνη το κάρο που έσερναν τα παιδιά της. Κάθαρση δεν υπάρχει. Ο Μπρεχτ εφαρμόζει τη θεωρία του για το «επικό θέατρο» απορρίπτοντας το συναίσθημα αλλά με τρόπο αντιφατικό: από σκηνές,
όπως του θανάτου της Κάτριν ή με τη σορό του εκτελεσμένου Έμενταλ, να την περνούν μπροστά από τη μάνα του ψάχνοντας, από τις αντιδράσεις, τους συνεργάτες του και εκείνη «να μην τον γνωρίζει», πώς μπορείς να αφαιρέσεις το συναίσθημα; Ο Στάθης Λιβαθινός, σε μεγάλη φόρμα τα τελευταία χρόνια -«Συμφορά από το πολύ μυαλό», «Berlin Alexanderplatz», «Βασιλιάς Λιρ»,
«Καζανόβα/Δον Ζουάν: Ερωτική περιπλάνηση», «Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί»...-, έπιασε στα χέρια του το έργο με μεγάλη προσοχή, ακολούθησε σεβαστικά το κείμενο στη ρέουσα, θεατρικότατη μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, ακολούθησε, χωρίς όμως να υποδουλωθεί, τη μπρεχτική γραμμή της αποστασιοποίησης και του παραξενίσματος και έχει δημιουργήσει μία εξαιρετική ατμόσφαιρα, υποβλητική, με άψογους ρυθμούς, ένα παραστασιακό αποτέλεσμα, με  
συνεργάτιδα δραματουργό και δραματολόγο της παράστασης την Έρι Κύργια, μπρεχτικό αλλά σύγχρονα μπρεχτικό, χωρίς να αποδομήσει ή να διασκευάσει το κείμενο. Η μουσική του Θοδωρή Αμπαζή που παίζεται ζωντανά επί σκηνής -δεν έχει χρησιμοποιηθεί, η γραμμένη εξαρχής για να συνοδεύει κάθε παράσταση του έργου, μουσική του Πάουλ Ντεσάου- και τα
τραγούδια του σε στίχους του Γιώργου Δεπάστα και διδαγμένα από την Μελίνα Παιονίδου υπηρετούν το πνεύμα του έργου αλλά φέρνοντάς το στη σύγχρονη εποχή, συμπορευόμενα με τη σκηνοθετική γραμμή. Το ίδιο και τα σκηνικά της Ελένης Μανωλοπούλου, φωτισμένα από τον Αλέκο Αναστασίου, και τα 
κοστούμια της που αντλούν από διάφορες εποχές υπηρετώντας και αναδεικνύοντας τη διαχρονικότητα του έργου, όπως και ο σχεδιασμός των βίντεο από τον Αλέξανδρο Αβρανά και η διδαγμένη από τον Άντι Τζούμα κίνηση -η παράσταση διακρίνεται για τους
άψογους ρυθμούς της και τα έξοχα γκρουπαρίσματα. Για την Μπέττυ Αρβανίτη να αναλάβει τον επώνυμο ρόλο ήταν μία πολύ τολμηρή και ριψοκίνδυνη απόφαση. Και όμως τα καταφέρνει πολύ καλά -ένας άθλος!- έστω και αν, κάποιες στιγμές, ακούγεται κάπως υποτονική. Η έξυπνη κίνηση του Στάθη Λιβαθινού ήταν να την πλαισιώσει, εκτός από τον Νίκο Αλεξίου (Ιεροκήρυκας), έμπειρο και ικανότατο ηθοποιό που αξιοποιεί το λεπτά ειρωνικό στιλ του, με ένα τσούρμο νέων ηθοποιών που τους έχει οδηγήσει σε μία εκρηκτική παρουσία
η  οποία εκτοξεύει την παράσταση: Αντώνης Γιαννακός, Γιάννης Δενδρινός, Παναγιώτης Καμμένος, Φώτης Κουτρουβίδης, Πάρης Λεόντιος, Άννα Μάγκου, Βασίλης Ντάρμας, Βασίλης Παπαδημητρίου, Άγγελος Παππάς, Αντώνης Παρχαρίδης, Θεοδοσία Σαββάκη,  Ιωάννης Σύριος, Χρήστος Σωνάκης, Βασίλης Τσαλίκης, Σταμάτης Φακορέλλης. Οι περισσότεροι σε περισσότερους από έναν ρόλους ενώ ορισμένοι
συμμετέχουν και ως μουσικοί στην παράσταση, μαζί με τον μουσικό Ιάκωβο Παυλόπουλο. Σίγουρα πολλοί από αυτούς εγγράφουν υποθήκες για το μέλλον. Θα ξεχωρίσω την λίγο παλαιότερη Εύα Σιμάτου: εξαιρετική Ιβέτ, στην καλύτερη έως τώρα εμφάνισή της. Μία παράσταση που, προσωπικά, πιστεύω ότι τιμά το Εθνικό Θέατρο (Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή). 
 
(Εξαιρετικό το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνη Μαρία Καρανάνου, επιμέλεια ύλης Έρι Κύργια-, με πολύ ενδιαφέροντα, διαφωτιστικά κείμενα. Το μυθιστόρημα «Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος» του Χανς Γιάκομπ Κριστόφελ φον Γκρίμελσχάουζεν, σε μετάφραση Γιάννη Κοιλή, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «Εξάντας», 2017).

Κτίριο Τσίλερ / Κεντρική Σκηνή, Εθνικό Θέατρο, 5 Ιανουαρίου 2025.

January 15, 2025

Όπου η Μαρία Πρωτόπαππα «συναντάει» την Μάγια Λυμπεροπούλου

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 242

 


Η Μαρία Πρωτόπαππα, σπουδαία ηθοποιός -θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση...-, σκηνοθέτρια πιστωμένη με μία εξαιρετική «Αντιγόνη» και μία ενδιαφέρουσα «Μπερνάρντα Άλμπα» και δασκάλα θεάτρου, είναι η πρώτη που 
τιμήθηκε με το Βραβείο «Μάγια Λυμπεροπούλου» το οποίο θέσπισε, στη μνήμη της κορυφαίας ηθοποιού αλλά και πολυμερούς θεατρικής προσωπικότητας -σκηνοθέτρια, μεταφράστρια, καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, δασκάλα ηθοποιών...- το «Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν». Μία πραγματικά

καίρια επιλογή. 
Στην Μαρία Πρωτόπαππα, παιδί του «Θεάτρου Τέχνης», όπως κι η Μάγια Λυμπεροπούλου, το Βραβείο απονεμήθηκε, σε μια τελετή αφιερωμένη στην αξέχαστη Μάγια Λυμπεροπούλου, στο Υπόγειο που ανέθρεψε και τις δυο. 
Ελπίζω πως ο θεσμός που ανακοίνωσε και ξεκίνησε το «Θέατρο Τέχνης» φέτος, μάλλον καθυστερημένα, τριάμισι χρόνια μετά το θάνατο της Ηθοποιού και κάπως έξωθεν πιεσμένο…, θα καθιερωθεί και θα διατηρηθεί. Έστω κι αν πήξαμε στα θεατρικά βραβεία. Κι ότι το Βραβείο θα απονέμεται, κάθε δυο χρόνια, όπως προβλέπεται, σ’ εξίσου σημαντικές γυναίκες του θεάτρου μας (Φωτογραφίες: 1,3 NDP Έλλη Πουπουλίδου).

January 11, 2025

Στο Φτερό / Οι Δέκα rave Εντολές


«Οξυγόνο» του Ιβάν Βιριπάγεφ / Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής


Ο παντρεμένος επαρχιώτης -από τη μικρή πόλη Σέρπουχοφ-  Σάσα ερωτεύεται την κοκκινομάλλα Μοσχοβίτισσα συνώνυμή του Σάσα. Τόσο σφόδρα που σφάζει τη γυναίκα του η οποία δεν μπορεί πια να του προσφέρει οξυγόνο -το οξυγόνο
που μπορεί να ανασάνει από την Σάσα. Ο Ρόσος, γεννημένος Σοβιετικός και πολιτογραφημένος πια Πολονός Ιβάν Βιριπάγεφ στο «Οξυγόνο» του (2002) έχει συνθέσει ένα είδος ορατορίου που παρακολουθεί χαλαρά τους δύο ήρωές του -οι οποίοι δεν ονοματίζονται καν στους διαλόγους του κειμένου αλλά παραμένουν ως Αυτός και Αυτή-, χωρίς να δημιουργεί μία εξέλιξη, μία πλοκή. Ποτέ τα δύο
πρόσωπα δεν γίνονται χαρακτήρες. Παραμένουν, μόνο, σύμβολα της γενιάς τους: η αφορμή, το έναυσμα, η ώθηση, η εκτόξευση για αναζήτηση του οξυγόνου, σε ένα περιβάλλον από κάθε άποψη ασφυκτικό, πια, που τους πνίγει, με αναφορές από την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους έως την περιβαλλοντική κρίση. Ο Βιριπάγεφ έχει χωρίσει το έργο του σε δέκα κεφάλαια τα οποία ονομάζει «συνθέσεις» -τρεις μονόλογοι και επτά διάλογοι που διατρυπούν τη χορικότητά του- και που έχουν, πέρα από τη ρυθμικότητα και τη μουσικότητά τους, μουσική δομή: κουπλέ, ρεφρέν, φινάλε. Και το καθένα από
τα δέκα, που φέρει, μπρεχτικώ τω τρόπω, έναν τίτλο ο οποίος εμφανίζεται στην αρχή, πριν από το κάθε κεφάλαιο/σκηνή, χαλαρά συνδέεται με τις Δέκα Εντολές ενώ δεν λείπουν και οι αναφορές στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη. Ένα 
ιδιότυπο, ορμητικό, επιθετικό κράμα ιερότητας και βλασφημίας. Ο Γιώργος Κουτλής έχει εκμεταλλευτεί απολύτως το έργο: στη διασκευή, που υπογράφει μαζί με τον Βασίλη Μαγουλιώτη, με αλλαγές και περικοπές και εκσυγχρονισμούς που δε θίγουν το πνεύμα του -το αντίθετο!-, έχει καταφέρει να αναδείξει τις όποιες αρετές του πρωτότυπου και να τις ενδυναμώσει με τις δικές
του, αναμφισβήτητες, πια, ικανότητες: να πετυχαίνει, πάντα, έναν εξαιρετικό ρυθμό και να καθοδηγεί ιδανικά τους ηθοποιούς του -έστω, εδώ, τους επί σκηνής, διότι πρόκειται για 11 ηθοποιούς και 12 χορευτές. Οι ρυθμοί υπαγορεύονται, βέβαια, και πυροδοτούνται τόσο από τις μουσικές του Jeph Vanger που έχει φροντίσει και το σχεδιασμό του ήχου και των επί σκηνής djs Reign of Time, όσο και από τη χορογραφία του Αλέξανδρου Σταυρόπουλου και την  
κίνηση που δίδαξε η Άλκηστις Πολυχρόνη -ένα rave πάρτι ιλιγγιωδώς αεικίνητο. Το σκηνικό του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη, συναρπαστικά φωτισμένο από την Ελίζα Αλεξανδροπούλου, τα εξαίρετα δεμένα κοστούμια της Εύας Γουλάκου και του Δήμου Κλιμενώφ, τα βίντεο που σχεδίασε η Uncharted Limbo 
Collective προσφέρουν αποφασιστικό χέρι βοήθειας στο παραστασιακό αποτέλεσμα. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφέρω τα ονόματα των νεαρών, στο σύνολό τους, ηθοποιών και χορευτών που το υλοποιούν και προσδίδουν μία σπάνια φρεσκάδα στην παράσταση, έστω και αν δεν είναι
δυνατό να ξεχωρίσω κάποιους: Γαβριέλα Αντωνοπούλου, Αναστασία Βαλσαμάκη, Νοεμή Βασιλειάδου, Ιάσονας Βροχίδης, Χαρά Γιώτα, Νίκος Γονίδης, Ελευθερία Ηλιοπούλου, Θοδωρής Θεοδωρακόπουλος, Πάνος Κλάδης, Δέσποινα Λαγουδάκη, Μαριάννα Μαθιά, Ηλέκτρα Μπαρούτα, Ιωάννης Μπάστας, Αλέξανδρος Νούσκας Βαρελάς, Εβίνη Παντελάκη, Αντωνία Πιτουλίδου, Γκαλ Α. Ρομπίσα, Κατερίνα Σαμαρά, Ναταλία Σουίφτ, Γιάννης Τομάζος, Κώστας Phoenix, Μάριος Χατζηαντώνης, Νικόλας Χατζηβασιλειάδης. Μία θορυβώδης, όπως αρμόζει στην περίπτωση, εκρηκτική σαν λάβα ηφαιστείου αλλά και καθηλωτική, χωρίς εξυπνακισμούς,
παράσταση/περφόρμανς που δικαιώνει απολύτως τη γραμμή της «Στέγης Ωνάση» να ανανεώσει το κοινό της. Υπογραμμίζω ότι αυτά τα γράφει κάποιος που ελάχιστη επαφή έχει με την rave μουσική αλλά νοιάζεται για τους νεότερους, ακόμα και για την generation Z στην οποία η παράσταση απευθύνεται. Έχετε τη δυνατότητα να τη δείτε, ακόμα, απόψε και αύριο (Φωτογραφίες: Πηνελόπη Γερασίμου 1,2,4,5,6,10 Πάνος Κέφαλος 3,11 Ανδρέας Νικολαρέας 7,8,9).


(Η παράσταση, όπως όλες της Στέγης, πια, δε διαθέτει, δυστυχώς, δικό της έντυπο πρόγραμμα. Το έργο, όμως,του Βιριπάγεφ έχει τυπωθεί («Κάπα Εκδοτική», 2024) σε μία έκδοση προσεγμένη αλλά και -ασυνήθιστο για τα  
ελληνικά δεδομένα...- ιδιαίτερα τίμια: το βιβλίο περιλαμβάνει την κατά λέξη μετάφραση του σκηνοθέτη αλλά και το κείμενο της παράστασης-, που υπογράφουν ο Βασίλης Μαγουλιώτης με τον Γιώργο Κουτλή -ώστε να μπορείς να κρίνεις έως πού φτάνει η διασκευή).

Στέγη Ιδρύματος Ωνάση / Κεντρική Σκηνή, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 15 Δεκεμβρίου 2024.