July 23, 2025

Στο Φτερό / Ένας Μεγάλος που μας δρόσισε μέσα στον καύσωνα

 
Ντανιίλ Τρίφονοφ: ρεσιτάλ πιάνου
 

Πριν από τέσσερα χρόνια -το 2021- τον γνωρίσαμε από κοντά στην Ελλάδα. Πρωτοήρθε στην Αθήνα συμπράττοντας, στο Ηρώδειο και στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ως σολίστ στο δημοφιλές Δεύτερο Κοντσέρτο για Πιάνο και Ορχήστρα του Ραχμάνινοφ. Και έγινε μία έκρηξη: ένας Μεγάλος πιανίστας. Ένας Μεγάλος ρόσος πιανίστας που αποθεώθηκε. Φέτος, ευτυχίσαμε ο Ντανιίλ Τρίφονοφ να επιστρέψει: Φεστιβάλ Αθηνών, Ηρώδειο, σεμνός, ντροπαλός, αμήχανος... Αλλά με ένα ρεσιτάλ απαιτήσεων αυτή τη φορά. Με το οποίο μας στερέωσε τη φήμη του. Το άνοιξε με μία έκπληξη -για μένα, τουλάχιστον, που δεν το γνώριζα αλλά, σίγουρα, όχι ευρέως γνωστό έργο: Σονάτα για πιάνο αρ. 2 

(1865, πρώτη έκδοση 1900 ως μεταθανάτιο έργο 80) του συμπατριώτη του Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι. Ένα υπέροχο, αν και γραμμένο όταν ο Τσαϊκόφσκι ήταν ακόμα σπουδαστής, ρομαντικό, τρυφερό αλλά και δυναμικό κομμάτι που εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Απόλυτα συγκεντρωμένος, και ας είχε τόση ζέστη και ας τον εμπόδιζαν τα ενδιάμεσα χειροκροτήματα του άσχετου, στο μεγάλο του μέρος, ελληνικού κοινού (ώσπου κάποιος ακροατής τους φώναξε να συγκρατήσουν τον ενθουσιασμό τους για το τέλος του κομματιού…), βυθισμένος στο έργο, καμπουριασμένος, ώρες-ώρες, σαν να τον ρουφούσε το κλαβιέ, ο Ντανιίλ Τρίφονοφ το ανέδειξε. Στο έπακρον. Για να συνεχίσει με έξι βαλς του Γαλοπολονού Φρεντερίκ Σοπέν -σε μι μείζονα, έργο 70 αρ. 2, έργο 64 αρ. 3 και αρ.1, έργο 34 αρ.2, και σε μι ελάσσονα 1824-1849). Μοναδική η ικανότητά του να εκφράσει το ύφος του κάθε συνθέτη και να περάσει από τον Τσαϊκόφσκι στον Σοπέν -στα βαλς του ανάλαφρος και ενίοτε μελαγχολικός. Το δεύτερο 

μέρος το άνοιξε με ένα κομμάτι που, επίσης, δεν παίζεται συχνά: Σονάτα για πιάνο σε μι ύφεση ελάσσονα, έργο 26 (1949) του Αμερικανού Σάμιουελ Μπάρμπερ -δομή κλασική αλλά ύφος μοντέρνο, δυναμικό και, στο τελευταίο μέρος, εκρηκτικό. Ο πιανίστας και πάλι ανέσυρε τις ποιότητες της Σονάτας στην επιφάνεια υπηρετώντας την. Για να κλείσει το βασικό πρόγραμμα του ρεσιτάλ του και πάλι με Τσαϊκόφσκι: «Ωραία κοιμωμένη», μπαλέτο (1890) αλλά με μεταγραμμένα (πιθανόν 1978) για πιάνο πολλά μέρη του ως σουίτα κοντσέρτου από τον Μιχαήλ Πλετνιόφ, ομότεχνο του Τρίφονοφ, που πρόσφατα έχουμε ακούσει στο Μέγαρο Μουσικής. Μία δυναμική μεταγραφή υψηλής δεξιοτεχνίας  

που απλώς αντλεί  από τη μουσική του Τσαϊκόφσκι καταλήγοντας σε μία απολύτως αυτοτελή σύνθεση, ίσως πιο δημιουργική από τις ανάλογες μεταγραφές του Λιστ. Ο Ντανιίλ Τρίφονοφ με την ντοστογιεφσκική φιγούρα, δεινός δεξιοτέχνης που δεν μένει, όμως, στις «ακροβασίες» αλλά και εμβαθύνει στα έργα που παίζει, αποθεώθηκε και αυτή τη φορά, πιο έντονα μάλιστα, από το κοινό που είχε σχεδόν γεμίσει το Ηρώδειο. Και για να το ευχαριστήσει, ικανοποιημένος αλλά και γενναιόδωρος, έπαιξε όχι ένα, όχι δύο, όχι τρία αλλά τέσσερα -πρωτοφανές!- ανκόρ:  «Βαλς του Σάντο Ντομίνγκο» του 

Δομινικανού Ραφαέλ Μπουλούμπα Λανδεστόι  και «Σπουδή στην σάμπα» του ίδιου συνθέτη, «Γλυκά όνειρα», αρ. 21 από το «Λεύκωμα των παιδιών» του Τσαϊκόφσκι και «Παραλλαγές σε ένα θέμα του Σοπέν» (1938-1954) του Ισπανού Φεδερίκο Μονπόου (από το Πρελούδιο αρ. 7 του Σοπέν). Τέτοια αποθέωση ελάχιστες φορές συνάντησα στο Ηρώδειο. Μεγάλος πιανίστας ο Ντανιίλ Τρίφονοφ! Πολύ Μεγάλος πιανίστας! Από τις κορυφές της εποχής μας. Που μας δρόσισε εν μέσω καύσωνος.
Είναι κρίμα που το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, απερίσκεπτα και ανοήτως, προγραμμάτισε το ένα και μοναδικό ρεσιτάλ του την ίδια μέρα με τη μία και μοναδική συναυλία του Θεόδωρου Κουρεντζή και της ορχήστρας του «Utopia» στην Επίδαυρο, συναυλία-μουσικό γεγονός, επίσης, που απευθυνόταν στο ίδιο target group. Κρίμα, επίσης, που η Διεύθυνση Επικοινωνίας και Προβολής του Φεστιβάλ ουδεμία αξιόλογη προβολή επιφύλαξε σ’ αυτό το άλλο φετινό μουσικό γεγονός του (Φωτογραφίες: Έλλη Πουπουλίδου. Στην τελευταία, τα ανκόρ γραμμένα με το χέρι του Ντανιίλ Τρίφονοφ. Θερμές ευχαριστίες στην πολύτιμη Υπεύθυνη Χώρων του Ηρωδείου κ. Καίτη Βαβαλέα που μεσολάβησε).

(Ενημερωτικό το -δίγλωσσο, ελληνικά και αγγλικά-, τετράπτυχο πρόγραμμα του ρεσιτάλ. Εξαιρετικά προσεγμένος ο -δωρεάν- τόμος/πρόγραμμα -γενική επιμέλεια Δήμητρα Κονδυλάκη- με το σύνολο των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, που κυκλοφορεί δωρεάν σε δύο εκδόσεις -στα ελληνικά και στα αγγλικά. Μειονέκτημα, τα μαλακά εξώφυλλα που τον κάνουν εύχρηστο αλλά πολύ εύκολα τσακίζονται και του προσδίδουν μία ευτέλεια). 

(Το ρεσιτάλ παρακολουθήσαμε με εισιτήρια που αγόρασα. Και γράφω, κατ’ εξαίρεση το σημείωμα για εκδήλωση του Φεστιβάλ  από προσωπική ανάγκη και λόγω της σημασίας του συγκεκριμένου γεγονότος).

Ωδείο Ηρώδη του Αττικού, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, Κύκλος «Κλασική Μουσική», 19 Ιουλίου 2025.

July 21, 2025

Εκτός χωρικών υδάτων

 

Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες,Τέτοια Λόγια… 250 

 



Ποτέ δεν πείστηκα απ’ τις θεατρικές «συνθέσεις». Από τότε που ο Δημήτρης Ποταμίτης έκανε, με το δικό του «Θέατρο Έρευνας», τους «Ατρείδες», μια «σύνθεση» απ’ τον Κ. Χ. Μύρη αποσπασμάτων αρχαίων τραγωδιών, απ’ το «Η Ελλάδα των θαυμάτων, των τραυμάτων, των υπάτων και των πάτων» -τι τίτλος...- που παρουσίασε -και μάλιστα εις δύο μέρη/παραστάσεις- ο Χρήστος Τσάγκας με το «Παλκοσένικό» του, επίσης «σύνθεση» του Κ. Χ. Μύρη, απ’ «Το τέλος των Ατρειδών», «σύνθεση» αποσπασμάτων τραγωδιών που ανέβασε, σε σκηνοθεσία του, ο Νίκος Χουρμουζιάδης για τη θεσσαλονικιώτικη «Πειραματική Σκηνή της ‘Τέχνης’» ή απ’ το «Θέατρο, θεατρίνοι, θεατές», «σύνθεση» σκηνών από έργα τα οποία παρουσίασε το «Θέατρο Τέχνης», που τη σκηνοθέτησε ο Γιώργος Λαζάνης, ως εναρκτήρια, στη σκηνή της οδού Φρυνίχου του «Τέχνης». Σόλα και στα επόμενα μέτριο έως  κακό είχα βρει το αποτέλεσμα. 


Δεν πιστεύω πως πετυχαίνει η παρατακτική σύνδεση σκηνών, βίαια αποσπασμένων από διαφορετικά έργα του ίδιου συγγραφέα. Πόσο μάλλον διαφορετικών συγγραφέων που ο καθένας έχει και διαφορετικό ύφος. Και που το καθένα έχει τη λογική του. 
Κι άντε να υπάρχει μια συνισταμένη, ένας κρίκος -η οικογένεια των Ατρειδών, ο Ευριπίδης, η Αθήνα…- που υποτίθεται ότι μπορεί να τα «συνθέσεις». Όταν συνισταμένη είναι απλώς οι στίχοι της ίδιας στιχουργού στα χορικά ή στα τραγούδια παραστάσεων που ανέβηκαν στην Ελλάδα;
Ποιος ν’ αμφισβητήσει το τάλαντο της Λίνας Νικολακοπούλου ή ηθοποιών, όπως η σπουδαία Αννίτα Σαντοριναίου, η Στέλα Φυρογένη ή η Νιόβη Χαραλάμπους;  Αλλά και πώς να δεθούν μονόλογοι της Εκάβης με Γιουρσενάρ, με «Το σκλαβί» και με τη μεσοπολεμική γαλική κοινωνική κωμωδιούλα «Έκτο πάτωμα» του Αλφρέντ Ζερί; Επειδή έχει γράψει σε παραστάσεις τους για διάφορους συνθέτες τους στίχους χορικών ή τραγουδιών τους η Λίνα Νικολακοπούλου; Μόνον, ίσως, αν βρισκόταν ένας σκηνοθέτης θαυματουργός. Ε, και η Λίνα Νικολακοπούλου που έγραψε τα συνδετικά κείμενα και υπογράφει και τη σκηνοθεσία δεν είναι σκηνοθέτης θαυματουργός. Γιατί να επιδιώξει να βρεθεί εκτός των χωρικών υδάτων της; 

Και φοβάμαι πως δεν έλαβε υπόψη της ούτε το «μέτρον άριστον». Μπατάρει η παράσταση «Χορικά ύδατα» του ΘΟΚ, που είδα «Στη σκιά των Βράχων» του Βύρωνα, όταν το «Έκτο πάτωμα» απλώνεται τόσο πολύ και τεντώνεται και ξεχειλώνει τη διάρκεια της παράστασης με τ αλλεπάλληλα φινάλε στις δυο ώρες. Ομολογώ ότι κουράστηκα στα σανίδια του θεάτρου «Άννα Συνοδινού», βαρέθηκα και ταλαιπωρήθηκα.

July 20, 2025

Επίδαυρος: Γαλήνια νύχτα έρωτα και θανάτου. Ο αποχαιρετισμός της Πίνα Μπάους στο ελληνικό κοινό

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 249 

Τέσσερα Σάββατα πριν, στις 28 Ιουλίου, «Τα Νέα / Σαββατοκύριακο»  κυκλοφόρησαν με την ένθετη ειδική έκδοση «Ιστορίες», αφιερωμένη στα εβδομηντάχρονα του Φεστιβάλ Επιδαύρου που περιλάμβανε εξαιρετικά ενδιαφέροντα κείμενα. Αρχισυντάκτης, ο πανάξιος Δημήτρης Δουλγερίδης. Ο οποίος μου έκανε την τιμή να συμπεριλάβει και ένα ευρύτατο απόσπασμα από δικό μου κείμενο, τυπωμένο στο φύλλο της Δευτέρας 21 Ιουλίου του 2008: την «κάλυψη», όπως λέγαμε τότε, της παράστασης του Μπαλέτου της Εθνικής Όπερας του Παρισιού, με την όπερα του Γκλουκ «Ορφέας και Ευρυδίκη», ως όπερα-μπαλέτο, σε σκηνοθεσία-χορογραφίες της αξέχαστης Μεγάλης Πίνα Μπάους -η τελευταία δουλειά της την οποία έδειξε στην Ελλάδα πριν από το θάνατό της χάρη στον τότε πρόεδρο και καλλιτεχνικό διευθυντή του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργο Λούκο. Ανεβάζω το πλήρες κείμενο με την ίδια συγκίνηση που το έγραψα. Γραμμένο στις 20 Ιουλίου του 2008 -ακριβώς 17 χρόνια πριν. Αν μου ζητούσαν να επιλέξω ένα κείμενο από τις δεκάδες «καλύψεις» παραστάσεων της Επιδαύρου που έκανα, αυτό -τι σύμπτωση!- θα διάλεγα. Ευχαριστώ. 

 


Είδα ανθρώπους να κλαίνε το Σάββατο στην Επίδαυρο. Αλλά μερικές φορές είναι δύσκολο να βρεις τα λόγια να περιγράψεις αυτό που είδες και ένοιωσες. Το «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους που παρουσιάστηκε από το Μπαλέτο της Εθνικής Όπερας του Παρισιού στην Επίδαυρο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, στην κατηγορία αυτή υπάγεται. 

Μέρος πρώτο-«Πένθος». (Το με τη μορφή «χοροόπερας» έργο του Γκλουκ παίχτηκε σε τέσσερα μέρη και τραγουδημένο στα γερμανικά, χωρίς ελληνικούς υπέρτιτλους -κι αυτό ήταν το παράπονο αρκετών θεατών). Ένα πατάρι στημένο στην ορχήστρα της Επιδαύρου, τριγύρω λευκές κουρτίνες να ανεμίζουν, ένα ξεριζωμένο, ξεραμένο δέντρο πεσμένο -κλαδεμένο από το Χάρο-, μία υποψία τύμβου εγκιβωτισμένου σε έναν τεράστιο κύβο από διάφανο βινίλιο και στην άκρη μία πανύψηλη, κατάλευκη μαντόνα με ένα μπουκέτο σκούρα κόκκινα τριαντάφυλλα στα γόνατά της. Και μία εικόνα πένθους. Φιγούρες απεγνωσμένες στα μαύρα, να περιφέρουν τον πόνο τους, το σώμα της Ευρυδίκης ανυψωμένο στα χέρια τους, με ένα μακρύ, λευκό πέπλο να σκεπάζει το πρόσωπο, και ο Έρωτας εναποθέτει στον «τάφο» ένα βαλσαμωμένο μαυροπούλι.  
Η υπό τον Τόμας Χένγκελμπροκ ορχήστρα και η χορωδία σε ειδικά φτιαγμένη «τάφρο» μπροστά από τη σκηνή και πάνω της τρία «ζευγάρια» -τραγουδιστής και χορευτής: Ορφέας, Ευρυδίκη, Έρωτας. Ορφέας, η έξοχη μέτζο Μαρία Ρικάρντα Βέσελινγκ και ο Ιάν Μπριντάρ, Ευρυδίκη η σοπράνο Σβετλάνα Ντόνεβα και η συναρπαστική Μαρί-Ανιές Ζιλό, Έρωτας η σοπράνο Σουνάι Ιμ και η Μιτέκι Κούντο -οι τραγουδίστριες πάντα στα μαύρα. 
Μέρος δεύτερο-«Βία». Μία τεράστια ξύλινη σύνθεση σαν αργαλειός, οι ψυχές, στα λευκά και τυφλές, πλέκουν και ξεπλέκουν τα νήματα της μοίρας -η μία με ένα τεράστιο καρβέλι στα χέρια -και ένα βίαιο τρίο -«επιστάτες» του Χάροντα;-, με ολόσωμες μαύρες πέτσινες ποδιές και κορυφαίο τον εκπληκτικό Βενσάν Κορντιέ: ο Ορφέας στον Άδη ψάχνει την Ευρυδίκη του.  


Μέρος τρίτο-«Ειρήνη». Τριγύρω «καναπέδες» λαξευμένοι στην «πέτρα», λίγα λουλουδάκια που φυτρώνουν στις χαραμάδες του βράχου: τα Ηλύσια Πεδία. Ο Ορφέας θα συναντήσει την Ευρυδίκη του. Έχει καταφέρει το ακατόρθωτο -κραταιά ως θάνατος αγάπη: να του δώσουν το ελεύθερο να την πάρει μαζί του στον Πάνω Κόσμο, αρκεί στο δρόμο της επιστροφής να αντέξει και να μη γυρίσει να την κοιτάξει -είναι ο όρος.  


Μέρος τέταρτο-«Θάνατος». (Μικρές παύσεις-ανάσες για την αλλαγή των σκηνικών χώριζαν τα τέσσερα μέρη). Στη σκηνή το «διπλό» ζευγάρι. Ο Ορφέας δεν αντέχει και την κοιτάζει. Το ντυμένο στα μαύρα σώμα της Ευρυδίκης-τραγουδίστριας λυγίζει άψυχο. Το ντυμένο με ένα κατακόκκινο του έρωτα και της φωτιάς σώμα της Ευρυδίκης-χορεύτριας λυγίζει κι αυτό άψυχο και σωριάζεται κάθετα πάνω στο πρώτο. Ο Ορφέας-μέτζο, γονατιστός πάνω τους, θα τραγουδήσει το σπαρακτικό «Τι θα κάνω χωρίς την Ευρυδίκη». Και η Πίνα Μπάους της κίνησης για τη στιγμή αυτή θα επιλέξει την πλέον ιδιοφυή ιδέα της βραδιάς: την ακινησία. Ο χορευτής Ορφέας, πεσμένος στα γόνατα, διπλωμένος, συντριμμένος, θα μείνει πλάτη, ακίνητος, όσο ακούγεται η άρια. Και μετά -πώς γίνεται να ζήσει πια;- θα χαθεί μαζί με την Ευρυδίκη που τη σκότωσε η αγάπη του. Το μαύρο «τρίο» του Άδη βάζει ένα κομμάτι πορφυρό βελούδο κάτω από τα πέλματά του και το κορμί του λυγίζει στα χέρια τους σαν μια Πιετά για να το ωθήσουν, να το τσουλήσουν, πάνω στα βελούδο που γλιστράει στο δάπεδο, στο προσκήνιο, όπου το εναποθέτουν ενώ η μέτζο Ορφέας σωριάζεται πάνω στα δύο σώματα της Ευρυδίκης, με τα φωτισμό αμείλικτο πάνω στα τέσσερα νεκρά κορμιά -ένα φινάλε που χαράζεται πύρινο στη μνήμη.  


Γεωμετρία έρωτα και θανάτου, ένα διαμάντι κατεργασμένο από μία ιδιοφυή δημιουργό στα πρώτα της, τότε, βήματα -η παράσταση, με τις μαρθαγκραχαμικές μνήμες έγινε το 1975 για το Χοροθέατρο του Βούπερταλ, αναβίωσε για το Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού το 2005 και, παρά τα τριάντα τρία της χρόνια, μοιάζει ένα αξεπέραστο ιστορικό δημιούργημα-, το «Ορφέας και Ευρυδίκη» σημάδεψε όσους είχαμε την τύχη να το δούμε. 
Το χειροκρότημα στο τέλος ήταν ενθουσιώδες και με «μπράβο» για όλους. Όταν, όμως, εμφανίστηκε στη σκηνή η Πίνα Μπάους -που είχε χειροκροτηθεί και κατά την είσοδό της στο θέατρο-, ε, τότε ξέσπασε μία ομοβροντία ιαχών από τους θεατές που πολλοί τινάχτηκαν όρθιοι.  
Έχουνε γνωρίσει οι πέτρες της Επιδαύρου εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια πολλές συγκινήσεις -οι οποίες τελευταία όλο και αραιώνουν, όλο και σπανίζουν… Η πεποίθησή μου είναι πως μετά από χρόνια θα μιλάμε -θα μιλάνε- για τις δύο βραδιές του «Ορφέας και Ευρυδίκη» της Πίνα Μπάους στην Επίδαυρο, όπως μιλάμε σήμερα για την «Νόρμα» και την «Μήδεια» της Κάλλας: μία Μεγάλη Στιγμή. Κι ας έχουν «μικρύνει» απελπιστικά 
οι καιροί μας.  
Η παράσταση, που λειτούργησε εξαιρετικά -μουσικά και σκηνικά- στην Επίδαυρο, σαν η γαλήνη της μουσικής του Γκλουκ και ο λυρισμός της χορογραφίας / σκηνοθεσίας της Πίνα Μπάους να γεννιόντουσαν από την ηρεμία του τοπίου, συγκέντρωσε 6000 με 6500 άτομα -κατάμεστη η περιορισμένη κατά τέσσερις κερκίδες κάτω ζώνη. Ανάμεσά τους, Κώστας Σημίτης, Ευάγγελος Αντώναρος, Γιάννος Παπαντωνίου, ο πρόεδρος του Ελληνικού Φεστιβάλ Γιώργος Λούκος, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ Νικήτας Τσακίρογλου, οι Κυρίες Ασπασία Παπαθανασίου _ την είδα να βγαίνει πνιγμένη από τη συγκίνηση _ και Σμάρω Στεφανίδου, Λευτέρης Βογιατζής, Γιώργος Βέλτσος, Βασίλης Νικολαΐδης, Κωνσταντίνος Καρύδης, Λία Μελετοπούλου, Λήδα Σάνταλα, Μιχάλης Γκανάς. 

June 6, 2025

Στο Φτερό / Μπουλέζ intercontemporain

 
Γκλόρια Τσενγκ, πιάνο - Ραλφ φαν Ράατ, πιάνο: ρεσιτάλ για δύο πιάνα «100 χρόνια Πιερ Μπουλέζ»
 


Μία προσωπικότητα στο διεθνή χώρο της σύγχρονης μουσικής: ο Γάλος Πιερ Μπουλέζ. Σημάδεψε τον 20ο αιώνα: συνθέτης αφοσιωμένος στα σύγχρονα ιδιώματα, αρχιμουσικός κλάσεως, ιδρυτής στο Κέντρο Πομπιντού, στο Παρίσι, του διεθνούς ακτινοβολίας ερευνητικού κέντρου για την 
ηλεκτρονική μουσική IRCAM (Ινστιτούτο Ακουστικής/Μουσικής Έρευνας και Συντονισμού) και του ειδικευμένου στη μουσική του 20ου αιώνα οργανικού συνόλου «Ensemble Intercontemporain». Ήταν οφειλή να γιορτάζονται φέτος τα 100 χρόνια από τη γέννησή του (1925-2006). Και, πολύ σωστά, η πρωτοπόρα «Εναλλακτική Σκηνή» της ΕΛΣ τον τίμησε με ένα ρεσιτάλ για δύο πιάνα δύο καλλιτεχνών -πιανιστών- διεθνούς κύρους και με μουσικολογική κατάρτιση, οι οποίοι έχουν διακριθεί στις εκτελέσεις έργων του αλλά και, γενικώς, στην εκτέλεση έργων σύγχρονης -και όχι μόνον- μουσικής: της Αμερικανίδας, με ρίζες στην Σανγκάι ,Γκλόρια Τσενγκ και του 
Ολανδού Ραλφ φαν Ράατ. Ένα ρεσιτάλ με σοφή δομή του προγράμματός του: έργα του Μπουλέζ αλλά και συνθετών που συνδέθηκαν μαζί του με διάφορους τρόπους. Με Μπουλέζ άνοιξε η βραδιά -με το Ia από τις «Δομές-Πρώτο βιβλίο για δύο πιάνα»(1951-1952)-  και με Τζον Κέιτζ (με τον οποίο ο Μπουλέζ είχε συνδεθεί με στενή φιλία μεταξύ 1949 και 1952) συνεχίστηκε -τα αρ.4 και αρ.19 από την «Μουσική για πιάνο για οποιονδήποτε αριθμό πιάνων (1953) και «Εμπειρίες αρ.1 για δύο πιάνα» (1945). Το «Σκέρτσο» του Μπουλέζ, από το έργο του «Πρελούδιο, τοκάτα και σκέρτσο για πιάνο» (1944-1945) ήταν η πιο ελκυστική στιγμή της βραδιάς. Γραμμένο από τον οργισμένο με το 

συντηρητισμό της μουσικής  ζωής που αντιμετώπιζε, 19χρονο, τότε, Μπουλέζ στο Παρίσι -ένα, όντως, πολύ οργισμένο κομμάτι-, παίχτηκε έξοχα από τον Ραλφ φαν Ράατ και καταχειροκροτήθηκε. Το κομμάτι «Δύο πιάνα» για δύο πιάνα (1957) του Αμερικανού Μόρτον Φέλντμαν, τον οποίο ο αυστηρός Μπουλέζ απέρριπτε αλλά και ο οποίος τον επηρέασε, και το δεκαμερές «Play» (1958) του συνδεμένου με το IRCAM Φινλανδού Μάγκνους Λίντμπεργκ έκλεισαν το πρώτο μέρος. Με Μπουλέζ άνοιξαν και το δεύτερο μέρος οι δύο πιανίστες: το Κεφάλαιο 2 από το έργο «Δομές. Δεύτερο Βιβλίο, για δύο πιάνα» (1956-1961) και το «Σύντομες περιδιαβάσεις με αφετηρία το έργο ‘Λάμψη’ για πιάνο» (1996),

γραμμένο ως δώρο γάμου στην Γκλόρια Τσενγκ η οποία και το ερμήνευσε. Το επόμενο κομμάτι ήταν η έκπληξη της βραδιάς: «Η Ρουθ κοιμάται για δύο πιάνα» (1992) του -καθόλου, εδώ, ροκ- Φρανκ Ζάπα -εκλεκτικές συγγένειες. Και το ρεσιτάλ έκλεισε επιβεβαιώνοντας το αξίωμα «Στραβίνσκι πατήρ πάντων (της σύγχρονης μουσικής)»: οι δύο πιανίστες -εξαιρετική η σύμπνοιά τους- 
 
ερμήνευσαν την τριμερή του «Σονάτα για δύο πιάνα» (1943-1944), από τη νεοκλασική περίοδο του συνθέτη, για να κλείσουν την πολύ ενδιαφέρουσα -κυριολεκτικά επιμορφωτική- βραδιά που χειροκροτήθηκε θερμά, με ανκόρ έναν Ραβέλ παιγμένο για τέσσερα χέρια: «Ο νεραϊδόκηπος», πέμπτο και τελευταίο κομμάτι από τη σουίτα «Η μάνα μου η χήνα» του γάλου συνθέτη (Φωτογραφίες: Γιάννης Αντώνογλου).   

(Μία δωρεάν καρτολίνα με το πρόγραμμα του ρεσιτάλ και κάποια στοιχειώδη το συνόδευε. Νομίζω πως μία έκδοση-αφιέρωμα στον Πιερ Μπουλέζ, με τα 
βιογραφικά των δύο  πιανιστών και κάποια σύντομα λόγια για τα έργα της βραδιάς μάς την όφειλε η «Εναλλακτική». Έτσι θα αποφεύγονταν και τα προλογίσματα των δύο καλλιτεχνών σε κάθε έργο, με μετάφραση στα ελληνικά, που πιστεύω πως διασπούσαν τη ροή του ρεσιτάλ και κούραζαν).

Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», 4 Ιουνίου 2025.

May 22, 2025

Πετάει, πετάει, η Εναλλακτική!

 

 Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 248

 



Γίνεται πολλή δουλειά. Και καλή δουλειά. Στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής.
Στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της ανθούσας ΕΛΣ του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της Γιώργου Κουμεντάκη και των συνεργατών του και με την αποτελεσματική στήριξη του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» που, θαρραλέα και χωρίς μιζέριες, χώνει βαθιά το χέρι στην τσέπη, είδαμε και βλέπουμε καλές παραστάσεις που γεμίζουν και γεμίζουν, ξανά και ξανά, το θέατρο. Αλλά αυτό ήταν, λίγο-πολύ, αναμενόμενο. 
Το καινούργιο, το μη αναμενόμενο το συναντήσαμε και το συναντούμε στην Εναλλακτική Σκηνή. Του Υπεύθυνου του Καλλιτεχνικού Προγραμματισμού της Αλέξανδρου Ευκλείδη, του περιτριγυρισμένου από άξιους ανθρώπους, όπως ο Διευθυντής Παραγωγής της Εναλλακτικής Μανώλης Σάρδης, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και υπεύθυνος Επικοινωνίας της Εναλλακτικής Βάιος Μαχμουντές, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και Υπεύθυνος Δραματολογίας και Εκδόσεων της Εναλλακτικής Χαράλαμπος Γωγιός και άλλοι και άλλοι. Η Εναλλακτική τολμάει. Επιλέγει, συστήνει, προτείνει, δοκιμάζει, παραγγέλλει και, πέραν των αποτελεσμάτων που -φυσικό είναι- ποικίλλουν, εντάσσει, σιγά-σιγά, στο ενεργητικό της υλικό φρέσκο και νέες εκφράσεις που θέλω να ελπίζω ότι θα πλουτίσουν το νεοελληνικό, το σύγχρονο ρεπερτόριο του μουσικού θεάτρου μας με έργα που θα μπορούν να ξαναπαίζονται και να μην παραμένουν κολλημένα στην «παγκόσμια πρώτη» τους, έργα που θα μπορέσουν να ξεπεράσουν τα σύνορα και να ενταχθούν στο ρεπερτόριο και ξένων μουσικών


ιδρυμάτων. 
Ιδού κάποια παραδείγματα πρόσφατα: ο Νικόλας Τζώρτζης δούλεψε πάνω στο συνειρμικής γραφής πεζογράφημα του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη «Ο πεθαμένος και η ανάσταση», εμπνεύστηκε, προσάρμοσε τη μουσική του -μουσική καθόλου εύκολη- στο δύστροπο αυτό κείμενο αλλά αυτή τη «χασμωδία» τη μετέτρεψαν σε αρμονία η Αναστασία Κουμίδου με τη σκηνοθεσία της και ο Γιάννης Κατρανίτσας με τα σκηνικά, τα κοστούμια του και το σχεδιασμό βίντεο.
Ή το «The Fall of the House of Commons». Όπου ο Αλέκος Λούντζης, ο οποίος υπογράφει και τη σύλληψη και τη δραματουργία, άντλησε για το λιμπρέτο του, που συνυπογράφει με τον Ορφέα Απέργη, απ’ την «Πτώση του Οίκου των Άσερ», το μυθιστόρημα του Έντγκαρ Άλαν Πόου. Και το λιμπρέτο αυτό, που αφορά απολύτως το σήμερα, το μετέτρεψε σε μια όπερα δωματίου έξοχη ο Ορέστης Παπαϊωάννου. Μια όπερα δωματίου που ο Αλέξανδρος Ευκλείδης, ως σκηνοθέτης, της έδωσε, μαζί με τον Γιάννη Κατρανίτσα, στα σκηνικά και στα κοστούμια, φτερά.
Και δεν είναι τα μόνα παραδείγματα. Απλώς είναι πρόσφατα. Γιατί μπορώ πρόχειρα, ζητώντας συγγνώμη που ξεχνώ άλλα, να θυμηθώ το «Ζ» του Μηνά Μπορμπουδάκη, σε λιμπρέτο Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη απ’ το ομώνυμο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού, έξοχα σκηνοθετημένο απ’ την Κατερίνα Ευαγγελάτου ή την εξαιρετική όπερα του Γιώργου Δούση «Έντα Γκάμπλερ», σε λιμπρέτο που υπογράφει η Έρι Κύργια, απ’ το αριστούργημα του Ίψεν, σκηνοθετημένη απ’ την Ράια Τσακηρίδη ή τον συναρπαστικό «Αποτυχημένο» του Τόμας Μπέρνχαρντ που κανε θέατρο και σκηνοθέτησε σπουδαία, με «βογιατζιδικές» λεπτομέρειες  ο Έκτορας Λυγίζος -τι σκηνικό η Μυρτώ Λάμπρο! Ή το εκπληκτικά ντυμένο με μουσική απ' τον Ζήση Σέγκλια «Όχι εγώ» του Σάμουελ Μπέκετ» σκηνοθετημένο με τέλειο στιλιζάρισμά απ τον Σάββα Στούμπο
Εν ολίγοις, πετάει η Εναλλακτική! (Φωτογραφίες: Γιάννης Αντώνογλου).

May 20, 2025

Στο Φτερό / Σοστακόβιτς για πάντα! Ή Σοστακόβιτς: αθάνατος!


Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Ο Βασίλης Χριστόπουλος στις “Εικόνες από μία έκθεση”. Έτος Σοστακόβιτς». Μουσική διεύθυνση: Βασίλης Χριστόπουλος. Σολίστ: Γιάννης Καραμπέτσος, τρομπέτα, Πάβελ Κολέσνικοφ, πιάνο.


Ακούσαμε ήδη, φέτος, από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, το Πρώτο Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και το Πρώτο του Κοντσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα. Ιδού, τώρα και τα δύο Κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα -το Πρώτο (και για τρομπέτα και ορχήστρα 
εγχόρδων) και το Δεύτερο- του τιμώμενου, με έναυσμα τα 50 χρόνια από το θάνατο του, το 1975, συνθέτη. Μας τα παρουσίασε, και πάλι, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε κοινή συναυλία και μάλιστα με κοινό σολίστα στο πιάνο -τον Ρόσο, με έδρα το Λονδίνο, Πάβελ Κολέσνικοφ. Χαριτωμένο, πεταχτό, πνευματώδες, παιχνιδιάρικο. μοντερνιστικό για την εποχή του αλλά όχι αβαθές, με ένα άκρως δεξιοτεχνικό, θυελλώδες φινάλε, όπου η τρομπέτα συμμετέχει ισάξια με το πιάνο, το Πρώτο (1933) ερμηνεύτηκε με ακρίβεια, με μέτρο, με ενθουσιασμό από τον 36χρονο -που μοιάζει 16χρονος...- Κολέσνικοφ. Το Δεύτερο (1957), έργο ωριμότητας πια του

συνθέτη, αλλά με κοινά σημεία με το Πρώτο, διακρίνεται για το γοητευτικό, αισθαντικό, υπέροχο, μεταρομαντικό δεύτερο μέρος του, το αντάντε. Ενώ το χειμαρρώδες φινάλε του παραπέμπει στο φινάλε του Πρώτου. Ο Πάβελ Κολέσνικοφ το ερμήνευσε με υψηλή δεξιοτεχνία και βαθιά συναισθηματική 
ταύτιση. Αλλά τον βοήθησε και η εξαιρετική όσμωσή του με την ορχήστρα. Ο μαέστρος Βασίλης Χριστόπουλος, ένα μεγάλο τάλαντο του ελληνικού πόντιουμ, που διαπρέπει στο εξωτερικό, καλλιτεχνικός διευθυντής, την τριετία 2011/2014, της ΚΟΑ την οποία οδήγησε στα ανώτατα όριά της αλλά την πορεία του ανέκοψε ένας από τους ανόητους άσχετους που διορίστηκαν υπουργοί στο υπουργείο Πολιτισμό, είχε και πάλι δέσει την ορχήστρα  -
έγχορδα, πνευστά (ξύλινα και χάλκινα) και κρουστά- με εξαιρετικά αποτελέσματα: να ανασαίνει με τον σολίστα, ειδικά στο Δεύτερο, σαν με μία πνοή. Το ίδιο διαπίστωσα και στο δεύτερο μέρος, με την εκτέλεση του έργου του σπουδαίου Μοντέστ Μούσοργκσκι «Εικόνες από μία έκθεση» (εκδοχή για πιάνο 1874), έργο εμπνευσμένο από τη μεταθανάτια έκθεση των  έργων του φίλου του, ζωγράφου Χάρτμαν. Έργο που έτυχε πολλών ενορχηστρώσεων, με αυτή (1922) του Γάλου Μορίς Ραβέλ να το καθιερώνει καταλήγοντας σε μία λαμπρή σαν πυροτέχνημα σύνθεση που το σπουδαίο αποτέλεσμά της είναι δύσκολο να το αποδόσεις στον Μούσοργκσκι ή στον

Ραβέλ. Ο Βασίλης Χριστόπουλος έβαλε τα δυνατά του -με τις ήρεμες, μετρημένες και με εσωτερικότητα κινήσεις του και το μόνιμο χαμόγελό του- να αποδώσει σε ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο το έργο εκτοξεύοντας την ΚΟΑ σε ορχήστρα «εφάμιλλη των ευρωπαϊκών». Μόνο ένα «μπράβο» τού -και τους- αξίζει (Φωτογραφίες: Μαργαρίτα Νικητάκη).
  
(Τη συναυλία συνόδευε το  δωρεάν, πολύπτυχο έντυπο πρόγραμμα -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή, σύνταξη κειμένων Τίτος Γουβέλης).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 16 Μαΐου 2025.
 

(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση απευθείας της ΚΟΑ)
.

May 15, 2025

Στο Φτερό / Πρωταγωνιστής ένας δεξιοτέχνης του τσέλου


Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Εντγκάρ Μορό και Μίχκελ Κίτσον. Έτος Σοστακόβιτς». Μουσική διεύθυνση: Μίχκελ Κίτσον. Σολίστ: Εντγκάρ Μορό, βιολοντσέλο.
 
 
«Έτος Σοστακόβιτς» το 2025 -πενήντα χρόνια από το θάνατο του κορυφαίου συνθέτη της Σοβιετικής Ένωσης και, ίσως, ολόκληρου του 20ου αιώνα- και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών φυσικά συμμετέχει -και άριστα πράττει. Μετά το Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα αρ. 1 που ακούσαμε στις 27 Φεβρουαρίου, με σολίστ τον έξοχο Βαντίμ Ρέπιν, τώρα ήταν η σειρά του Κοντσέρτου για βιολοντσέλο και ορχήστρα αρ. 1 του 

σοβιετικού -ρόσου- συνθέτη, το οποίο μετακλήθηκε να ερμηνεύσει ο επίσης εξαίρετος γάλος  τσελίστας  Εντγκάρ Μορό. Το έργο (1959) που ακολουθεί δομικά το μοντέλο του Πρώτου Κοντσέρτου για βιολί -τέσσερα μέρη και, στο τρίτο, η εκτενής καντέντσα (το σόλο μέρος του τσέλου) που δένεται με το έντονο τέταρτο- συνδυάζει την αισθαντικότητα με τον σοστακοβιτσιανό δυναμισμό, χωρίς να του λείπει το χιούμορ

που αγγίζει το γκροτέσκο. Ο σολίστας πέτυχε την ιδανική «δοσολογία» συνοδευόμενος ισότιμα από την ορχήστρα που έδωσε τον καλύτερό της εαυτό με τον Εσθονό Μίχκελ Κίτσον (ο οποίος αντικατέστησε, λόγω ασθενείας του δεύτερου, τον Μίχαελ Ζάντερλινκ) στο πόντιουμ. Ο Εντγκάρ Μορό λύγισε στη θερμότητα του 
χειροκροτήματος του κοινού και μας πρόσφερε, με ανάλογη αφοσίωση, για να καταχειροκροτηθεί, δύο ανκόρ: τις
Σαραμπάντες από τις Σουίτες αρ. 6 και αρ. 2 για σόλο τσέλο από τον περίφημο κύκλο των μεγάλης δεξιοτεχνίας έξι Σουιτών για σόλο τσέλο (περίπου 1717-1723) του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Το δεύτερο μέρος της συναυλίας ήταν αφιερωμένο στον Φινλανδό Γιαν 
Σιμπέλιους: το ελκυστικό, λαμπερό συμφωνικό ποίημά του «Φινλανδία» (1899/1900) -υπόδειγμα «εθνικής» μουσικής, κάτι σαν εθνικός ύμνος της χώρας του- και η σκοτεινή, πένθιμου ύφους Συμφωνία αρ. 7 -ουσιαστικά το -πρόωρο- κύκνειο άσμα του συνθέτη. Δυστυχώς, η ΚΟΑ δεν είχε την ανάλογη με το πρώτο μέρος, απόδοση υπό τον  Μίχκελ Κίτσον που την οδήγησε σε χλιαρές ερμηνείες.
 
(Το γνωστό, δωρεάν, πολύπτυχο έντυπο πρόγραμμα-αφίσα συνόδευε τη συναυλία -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή, σύνταξη κειμένων Τίτος Γουβέλης).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 25 Απριλίου 2025.
  
(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση απευθείας από την ΚΟΑ).

May 9, 2025

Και πάλι μαζί ή Μια σπουδαία Ελληνίδα

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες , Τέτοια Λόγια… 247
 


«Ξέρω τη δουλειά της απ’ την εποχή της ‘Μαχαμπχάρατα’» του Πίτερ Μπρουκ -της έχω κάνει και δυο, τουλάχιστον, συνεντεύξεις στα «Νέα». Μαθήτρια του Τσαρούχη -απ’ τον οποίο πάρα πολλά έμαθε-, η διεθνής μας σκηνογράφος / ενδυματολόγος, που παραδίδει μαθήματα λιτότητας με τη δουλειά της, στην Ελλάδα συνεργάστηκε μόνο (ελπίζω πως δεν ξεχνώ κάτι) με τον Κάρολο Κουν -στα πρώτα της βήματα, πριν ξεκινήσει την καριέρα της στο εξωτερικό -, με τον Λευτέρη Βογιατζή (στο θέατρό του της «Οδού Κυκλάδων», στην Επίδαυρο -θυμηθείτε την «Αντιγόνη» τους…- και στο Θέατρο «Οδού Κεφαλληνίας» της Μπέττυς Αρβανίτη, στις «Δούλες»)- και με την Άννα Κοκκίνου στην «Σφενδόνη»της.
Και με ΚΑΝΕΝΑ κρατικό Θέατρο. Ούτε με το Εθνικό, ούτε με το ΚΘΒΕ, ούτε με την Λυρική. Δεν ξέρω αν, τυχόν, κάποτε της έγινε πρόταση και την αρνήθηκε. Αλλά το θεωρώ ντροπή να μην έχει συνεργαστεί. Ένα εθνικό κεφάλαιο όπως η Χλόη Ομπολένσκι. Πόσο μάλλον όταν κρατάει την επαφή της με την Ελλάδα, μιλάει άψογα ελληνικά κι έχει σπίτι στην Ελλάδα». Αυτά έγραφα στο totetartokoudouni.blogspot.com στις 11 Οκτωβρίου 2013 -σχεδόν δώδεκα χρόνια πριν.
Αλλά ήγγικεν η ώρα. Επιτέλους! Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Η Εθνική Λυρική Σκηνή, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Γιώργο Κουμεντάκη, την κάλεσε και θα υπογράφει σκηνικά και κοστούμια στην «Τουραντότ», κύκνειο άσμα του Τζάκομο Πουτσίνι, με την οποία ανοίγει στο Ηρώδειο, την 1 Ιουνίου, το πρόγραμμα του φετινού -71ου- Φεστιβάλ Αθηνών. Με μουσική διεύθυνση Πιερ Τζόρτζιο Μοράντι και σε σκηνοθεσία: του Ρουμανοαμερικανού, με ελληνικό -κεφαλλονήτικο- αίμα, απ’ τη μεριά της μητέρας του η οποία λεγόταν Ελπίς, αλλά διεθνούς σκηνοθέτη Αντρέι Σερμπάν -μας είχει πρωτόρθει το καλοκαίρι του 2002, σκηνοθετώντας τον «Ηρακλή (μαινόμενο)» του Ευριπίδη για το ΚΘΒΕ με το οποίο το Θέατρο συμμετείχε στο Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Η Κυρία Χλόη Γεωργάκη που με το γάμο της έγινε Ομπολένσκι, μαθήτρια του Τσαρούχη και της Λίλα ντε Νόμπιλι, με πορεία η οποία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1966 απ’ το «Θέατρο Τέχνης και τους αριστοφανικούς «Βατράχους», όπου υπέγραψε σκηνικά και κοστούμια, και με ιλιγγιώδη διεθνή καριέρα που αμέσως μετά απογειώθηκε, συνεργάτρια σκηνοθετών όπως ο Πίτερ Μπρουκ σε πολλές παραστάσεις του, η Ντέμπορα Γουόρνερ, ο Ερμάνο Όλμι, ο Λεβ Ντόντιν, ο Πιερ Οντί, ο Φράνκο Τζεφιρέλι, ο Αλφρέντο Αρίας, ο ίδιος ο Σερμπάν..., με συμμετοχές σε κορυφαία φεστιβάλ και σε μεγάλα Θέατρα και Όπερες του εξωτερικού, με συνεργασίες σε ταινίες -κυρίως μεταφορές στην οθόνη παραστάσεών της-, με επιδόσεις στη φωτογραφία -το Μουσείο Μπενάκη την τίμησε με μεγάλη έκθεση-, με την έκδοση του καταπληκτικού φωτογραφικού άλμπουμ «Η ροσική αριστοκρατία-Ένα πορτρέτο σε φωτογραφίες» στο ενεργητικό της- η Χλόη Ομπολένσκι έγινε γνωστή στην Ελλάδα, είτε μέσα από ξένες σπουδαίες παραστάσεις που παίχτηκαν εδώ, είτε, καθυστερημένα, μέσα από ελληνικές παραστάσεις, κυρίως του Λευτέρη Βογιατζή. Ειδικά η «Αντιγόνη» τους στην Επίδαυρο, το 2006 και το 2007, για όσους καταφέραμε και την είδαμε, θα μας μείνει ως μια συγκλονιστική εμπειρία, αξέχαστη.
Δεν ξέρω πώς η Χλόη Ομπολένσκι θα κουμαντάρει σκηνογραφικά, το άβολο, δύσκολο Ηρώδειο. Αλλά εμείς εκεί θα είμαστε. Το τρέιλερ που ετοίμασε η ΕΛΣ και που συνοδεύει το κείμενο αυτό μας δίνει μια πρώτη ιδέα. Θα είμαστε εκεί για να Της ευχηθούμε να ’ναι και πάλι κοντά μας, γρήγορα. Αλλά και επειδή είναι, όπως έχω συμπεράνει απ’ τις δυο συνεντεύξεις, που
χουμε κάνει στο παρελθόν, ένας σπουδαίος άνθρωπος, αυστηρή στη δουλειά της, που ξεχειλίζει, όμως, από ευγένεια και αξιοπρέπεια (Φωτογραφία: Γιώργος Καλκανίδης).

April 16, 2025

Στο Φτερό / Αύρα θανάτου

 
«Drop Down Community»: συναυλία «Σοστακόβιτς Συμφωνία αρ. 14» / Μουσική διεύθυνση: Μάρκελλος Χρυσικόπουλος. Σολίστ: Θεοδώρα Μπάκα, μέτζο, Τίμος Σιρλαντζής, μπασοβαρύτονος.


Ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος, ο τσεμπαλίστας που εξελίσσεται σε πρώτης γραμμής αρχιμουσικό, διακρίνεται, ανάμεσα στα άλλα, για την ευφάνταστη επιλογή των έργων του ρεπερτορίου του, για τους συνδυασμούς των έργων στα προγράμματά του αλλά και για τον τρόπο της παρουσίασής τους, με τη στήριξη

των συνεργατών του. Αυτή τη φορά  συμμετείχε στο 3ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής, θεσμό, με ελεύθερη για το κοινό είσοδο, που δημιούργησε, για τις μέρες πριν από το Πάσχα, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Γιώργο Κουμεντάκη, η Εθνική Λυρική Σκηνή, σε συνεργασία με το
υπουργείο Πολιτισμού. Και  που φαίνεται να καθιερώνεται, μετά την επιτυχία που, ήδη, είχαν οι δύο προηγούμενες διοργανώσεις: πάνω από 40 συναυλίες, σε περισσότερους από δώδεκα εμβληματικούς χώρους της πόλης -μνημεία, εκκλησίες...-, σε μία βεντάλια που περιλαμβάνει όλα τα είδη της μουσικής, είχαν και φέτος τη μεγάλη ανταπόκριση του κοινού στο πενταήμερο της διάρκειάς τους. Ο Μάρκελλος
Χρυσικόπουλος συμμετείχε, ως αρχιμουσικός, με την πολύ αξιόλογη έως εξαιρετική, όπως αποδείχτηκε, βουλγαρική ορχήστρα δωματίου -έγχορδα και κρουστά- «Drop Down Community», στην εκτέλεση της όχι συχνά παιζόμενης ούτε ιδιαίτερα δημοφιλούς Συμφωνίας αρ. 14 (1969) του Ρόσου Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Ενός ιδιότυπου συμφωνικού έργου σε ένδεκα μέρη που το καθένα έχει σολίστα μία μέτζο ή ένα μπάσο ή και τους δύο. Ενός έργου που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ορατόριο αλλά, τελικά, βαφτίστηκε συμφωνία κατά το πρότυπο Συμφωνιών του Μάλερ. Ο Σοστακόβιτς 




επέλεξε -όλα μεταφρασμένα στα ροσικά- ποιήματα του Ισπανού Λόρκα, του Γάλου Γκιγιόμ Απολινέρ -έξι ποιήματά του-, του γερμανικής καταγωγής Ρόσου  Κιούχελμπέργκερ και  του επίσης γερμανικής καταγωγής, γεννημένου στην
Πράγα, Ρίλκε, που όλα έχουν αναφορές στο θάνατο ή τα διατρέχει μία αύρα θανάτου. Ένα υπέροχο, τελικά, έργο που απλώνεται από τη συγκινητική τρυφερότητα του «Η αυτοκτονία» του Απολινέρ έως το άγριο, αθυρόστομο «Η απάντηση των Κοζάκων Ζαποριζιανών στον Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης» του ίδιου ποιητή. Μουσικές μελαγχολικές, από τις οποίες, όμως, κάποιες στιγμές ξεπετάγεται, ξεσπάει η έντονη ζωικότητα του συνθέτη. Ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος ακολούθησε με σεβασμό τη μουσική


του Σοστακόβιτς -στην εκδοχή του έργου όπου τα ποιήματα επαναμεταφράστηκαν στις πρωτότυπες γλώσσες τους. Δημιούργησε ένα διάφανο θόλο μελαγχολίας, πυροδότησε τις εκρήξεις όπου χρειαζόταν και οδήγησε τρυφερά αλλά με πυγμή το ορχηστρικό σύνολο. Και τους δύο σολίστες. Εξαίρετος ο μπασοβαρύτονος -μπάσος προφόντο, θα έλεγα εγώ, με βαθιές αλλά θερμές νότες- Τίμος Σιρλαντζής, ακόμα καλύτερη η μέτζο Θεοδώρα Μπάκα. Μία βραδιά που θα θυμάμαι (Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος).

(Όλες τις συναυλίες του Φεστιβάλ συνόδευε ένα δωρεάν, προσεγμένο, δίγλωσσο -ελληνικά, αγγλικά-, πολύπτυχο με το πρόγραμμά του).

Εθνική Λυρική Σκηνή / «Εναλλακτική Σκηνή», 3ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής, Υπουργείο Πολιτισμού και Εθνική Λυρική Σκηνή, 15 Απριλίου 2025. 

April 7, 2025

Μελόδραμα ή τραγωδία;

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 246
 



«Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Γκαετάνο Ντονιτσέτι, σε σκηνοθεσία της Βρετανής Κέιτι Μίτσελ: μια σπουδαία παράσταση που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Λονδίνο το 2016 και στην Αθήνα, στο ΚΠΙΣΝ, απ’ την Εθνική Λυρική Σκηνή, ως συμπαραγωγή της με την Βασιλική Όπερα, Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου, το 2018, για να επαναληφθεί το 2019 και για τρίτη φορά φέτος, με τη δυναμική


διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού τώρα.  
Είδα και τα τρία ανεβάσματα. Κι έγραψα στο totetartokoudouni.blogspot com ήδη στις 21 Μαρτίου 2018 και στις 21 Μαρτίου 2019. Δε θα ’χα να προσθέσω κάτι -η Κέιτι Μίτσελ, με τη μοντέρνα, ευρηματική της αλλά καθόλου επιπόλαιη σκηνοθεσία, κατάφερε να μετασχηματίσει το μελόδραμα σε τραγωδία  


-συγκλονιστική τραγωδία.
Κι η καινούργια διανομή έχει ακολουθήσει με σεβασμό τη γραμμή της: εξαιρετικοί και μοναδικά δεμένες οι φωνές τους η γεννημένη στην Αγγλία αυστραλιανή σοπράνο Τζέσικα Πρατ (άψογη Λουτσία) κι ο ισπανός τενόρος Ισμαέλ Τζόρντι (Εντγκάρντο) αλλά κι οι δικοί μας -ο βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης (σε μεγάλη φόρμα Ενρίκο), ο τενόρος Γιάννης Καλύβας (Αρτούρο), ο μπάσος Πέτρος Μαγουλάς (Ραϊμόντο), η μέτζο Ελένη Βουδουράκη (Αλίζα), ο τενόρος Μάνος Κοκκώνης (Νορμάνο)- δεν υστερούν. Μη χάσετε την ευκαιρία να το διαπιστώσετε και οι ίδιοι (Φωτογραίες: Γιάννης Αντώνογλου).

March 21, 2025

Άδυτα, άδυτα, ειστ’ εδώ;

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 245

«Καυτηριάζει το χάος του ελληνικού θεάτρου»,
«Μας μεταφέρει στα άδυτα του θεάτρου» διάβαζα προκαταβολικά για την παράσταση. Θα το τολμήσουν; Αν ναι, μπράβο τους! Θα τους εκτιμήσω ακόμα περισσότερο. Ξεκίνησα με μεγάλα καλάθια. 
Τελικά, ψάχνοντας για «άδυτα» κι αναζητώντας το «χάος», είδα ένα άτολμο, βιαστικό και μάλλον πρόχειρο κακέκτυπο εράνισμα απ’ «Το σώσε» («Noises Off») του Μάικλ Φρέιν, το «Βίρα τις άγκυρες» των Παπαθανασίου και Ρέππα, γιατί όχι και το γουντιαλενικό «Σφαίρες πάνω απ’ το Μπρόντγουαίη» («Bullets over Broadway»). Ε, merde, alors…

March 15, 2025

Ο πρώτος Άθολ Φούγκαρντ στην Ελλάδα

 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 244

 

Στις 8 Μαρτίου πέθανε, στα 92 του, στο Κέιπ Τάουν, ο Άθολ Φούγκαρντ, ο κορυφαίος θεατρικός συγγραφέας της Νότιας Αφρικής. Ο οποίος θαρραλέα, με τόλμη, με πείσμα είχε αγωνιστεί έμπρακτα κατά του ρατσιστικού καθεστώτος του

απαρτχάιντ της πατρίδας του απ’ την πρώτη στιγμή της καριέρας του και σ’  όλη του τη ζωή, συνεργαζόμενος με μαύρους ηθοποιούς στη σκηνή. 
Στην Ελλάδα έχουν παιχτεί
όχι πολλά έργα του αλλά εκείνο που θέλω να θυμίσω είναι πως ο πρώτος που τον παρουσίασε εδώ ήταν ο ηθοποιός/σκηνοθέτης Τάκης Βουτέρης με το τότε -προκάτοχο του «Θεάτρου των Εξαρχείων» που ίδρυσε κατόπιν- «Θέατρο του Πειραιά», στο

θεατράκι της οδού Αλκιβιάδου 104β, τη σεζόν 1978/1979: ανέβασε «Το νησί» του που ο Φούγκαρντ συνυπογράφει με τους μαύρους ηθοποιούς συνεργάτες του Τζον Κάνι και Ουίνστον Ντσόνα οι οποίοι και έπαιζαν στην πρεμιέρα και, στη συνέχεια, στο εξωτερικό τους δύο ρόλους του έργου -οι ήρωές του, ενώ είναι κρατούμενοι του ρατσιστικού καθεστώτος στις φυλακές ενός νησιού, κρυφά ετοιμάζουν την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή βρίσκοντας τις αντιστοιχίες με τη ζωή τους και το περιβάλλον όπου ζουν.