July 1, 2024

Στο Φτερό / Το παγκάκι της συντροφικότητας ή Το μωράκι της μοναξιάς

 

«Η αγαπημένη του κυρίου Λιν» (Φιλίπ Κλοντέλ) του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη / Σκηνοθεσία: Χι Κασίερς
 
Ο κύριος Λιν, γέροντας αγρότης σε ορυζώνες, έρχεται από κάποια σπαρασσόμενη από τον πόλεμο χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας, που δεν κατονομάζεται -κάπου στην Ινδοκίνα, προφανώς. Πρόσφυγας. Έχασε στον πόλεμο αυτό, σε βομβαρδισμό, το γιο και τη νύφη του. Χώθηκε σε ένα πλοίο με ό,τι του απόμεινε -μία βαλιτσούλα με μία ξεθωριασμένη φωτογραφία και ένα σακουλάκι με χώμα της πατρίδας του. Και με την έξι μηνών εγγονούλα του, κόρη του γιου του, την Σανγκ Ντιου, που σώθηκε από το βομβαρδισμό και την κρατάει 
συνέχεια σφιχτά στην αγκαλιά του, τη φροντίζει, την ταΐζει στόμα με στόμα, μασώντας την τροφή της, την καθαρίζει, την πλένει, την αλλάζει, την ντύνει και την ξεντύνει... Έξι μήνες μετά, θα βρεθεί σε μία χώρα της Δύσης -που επίσης δεν κατονομάζεται. Μία χώρα που «δεν έχει μυρωδιά». Θα τους τακτοποιήσουν σε έναν κοιτώνα για πρόσφυγες. Δεν μιλάει τη γλώσσα του τόπου, άγνωστος ανάμεσα σε αγνώστους. Όταν ξεμυτίσει για να περπατήσει λίγο και για να ανασάνει το μωρό, θα βρεθεί σε μία μεγάλη λεωφόρο, τίγκα 
στην κίνηση. Θα καθίσει σε ένα παγκάκι. Απέναντι, στην άλλη πλευρά της λεωφόρου, που δεν τολμάει να διασχίσει, ένα πάρκο με καρουζέλ. Ώσπου θα καθίσει στο παγκάκι, πλάι του, ο κύριος Μπαρκ, ντόπιος, μεγάλης ηλικίας κι αυτός, μοναχικός και απεγνωσμένος. Του μιλάει πολύ -το έχει ανάγκη και ας μην τον καταλαβαίνει ο κύριος Λιν, του λέει για τη γυναίκα του που δούλευε στο καρουζέλ απέναντι και που πρόσφατα την έχει χάσει. Ο κύριος Λιν δεν έχει τι να του πει -μόνο «τάο λάι» που στη γλώσσα του σημαίνει καλημέρα. Ο κύριος Μπαρκ νομίζει πως του λέει το όνομά του κι από τότε τον φωνάζει «κύριο Τάο Λάι». Αλλά, χωρίς να καταλαβαίνονται, συνεννοούνται: ένα χτύπημα στον
ώμο, ένα όμορφο φορεματάκι που του φέρνει ο κύριος Μπαρκ για το μωρό, η κούτα τα τσιγάρα που του φέρνει ο κύριος Λιν… Γίνονται φίλοι. Συναντιούνται κάθε μέρα στο παγκάκι. Ο κύριος Μπαρκ, μία μέρα, τους πηγαίνει στη θάλασσα. Ο κύριος Λιν του δείχνει τον ορίζοντα και του ονοματίζει τη χώρα του που 
είναι απέναντι αλλά πολύ μακριά. Τότε ο κύριος Μπαρκ θυμάται. Πως, όταν ήταν εικοσάρης, τον έντυσαν φαντάρο και τον έστειλαν στη χώρα αυτή -μικρός ο κόσμος...- για να πολεμήσει και να σκοτώσει συμπατριώτες του κυρίου Λιν -έχει ενοχές. Κάποια στιγμή μεταφέρουν τον κύριο Λιν σε ένα αρχοντικό. Που είναι οίκος ευγηρίας; Άσυλο; Με το μωρό γαντζωμένο πάνω του. Είναι στην ίδια πόλη αλλά πολύ μακριά. Του κυρίου Λιν του λείπει πολύ ο φίλος του -δεν έχει προλάβει να τον ειδοποιήσει και
ποιος ξέρει τι θα νομίζει. Αποπειράται να το σκάσει για να πάει να τον βρει, τον πιάνει ο φύλακας. Τη δεύτερη φορά πηδάει κρυφά από τη μάντρα και τα καταφέρνει. Περπατάει πολύ. Πάρα πολύ. Και ξαφνικά βρίσκεται στο γνώριμο πάρκο με το καρουζέλ. Και απέναντι από τη λεωφόρο, στο παγκάκι, τον περιμένει ακόμα ο φίλος του. Με το μωρό στην αγκαλιά θα προσπαθήσει να διασχίσει την αδιάβατη λεωφόρο. Και τότε όλα θα ανατραπούν. Ο Γάλος Φιλίπ Κλοντέλ εξέδωσε το 2005 αυτό το σύντομο μυθιστόρημα: «Η εγγονή του κυρίου
Λιν». Απέραντα τρυφερό, που μιλάει για τον πόλεμο, για τον πόνο του πρόσφυγα, για τη μοναξιά, για τη φιλία -τη συντροφικότητα. Ο Κλοντέλ δεν έχει επιλέξει καταγγελτικό τόνο. Μιλάει με το συναίσθημα αλλά χωρίς να γίνεται μελοδραματικός. Το μυθιστόρημα αυτό ο βέλγος -φλαμανδός- σκηνοθέτης Χι Κασίερς το μετέτρεψε σε μονόλογο και το ανέβασε σε διάφορες χώρες. Ήρθε και η σειρά της Ελλάδας -του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Από το οποίο μετακάλεσε την παράσταση, που έχει τον τίτλο «Η αγαπημένη του κυρίου Λιν», το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. Εδώ χρησιμοποιήθηκε η -ήδη εκδομένη- μετάφραση του μυθιστορήματος από την Ασπασία Σιγάλα, σε απόδοση του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη που έχει ανασχηματίσει το πεζό, χωρίς καθόλου να το αλλοιώσει, σε μονόλογο,
απλώς ψαλιδίζοντάς το και συμπυκνώνοντάς το με επιδεξιότητα -εξαιρετικά ελληνικά. Και ο Χι Κασίερς σχεδίασε μία εντελώς λιτή παράσταση όπου ρόλο, όμως, έπαιζε και η τεχνολογία: άδεια σκηνή με τα απαραίτητα μόνο -δύο καρέκλες, δύο κάμερες, μικρόφωνα, σάμπλερ, ένα ηχείο, ένα τρανζιστοράκι, ...- και στο βάθος μία μεγάλη οθόνη. Όλα -οπτικά και ηχητικά μέσα- τα χειριζόταν ο ίδιος ο ηθοποιός.
Συνεργάτες του σκηνοθέτη, ο Ντίντερικ ντε Κοκ και ο Ηλίας Φλάμμος στον ηχητικό σχεδιασμό, ο Μπραμ Ντελαφοντέν και η Σιμπίλε Μέντερ στο σχεδιασμό του βίντεο και ο Κλάας Βερπόεστ που υπέγραφε τη video art. Στην οθόνη βλέπαμε να σχηματίζονται γράμματα, λέξεις, φράσεις του έργου σε (δυσ)αρμονία με τις δυσκολίες στη γλωσσική επικοινωνία των δύο γερόντων αλλά είδαμε και τις συναντήσεις στο παγκάκι του ζωντανά βιντεοσκοπούμενου κυρίου Λιν με τον προκινηματογραφημένο κύριο Μπαρκ που ερμήνευε ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης κρατώντας και το μέρος του αφηγητή. Τσαλακωμένος, «κουρασμένος», διατηρώντας τόνους χαμηλούς αλλά σημαίνοντας τις λέξεις, τις φράσεις του κειμένου με τρόπο καθηλωτικό, «ακουμπώντας» 
σταθερά, στερεά πάνω τους, ώστε ο θεατής να εισπράττει τα νοήματα, με εσωτερικότητα, με συγκίνηση δική του που δεν εκμαίευε τη συγκίνηση του θεατή, ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, σε άριστη, προφανώς, επαφή με το σκηνοθέτη του, έκανε μία από τις καλύτερες ερμηνείες του. Θέλω να ελπίζω πως «Η αγαπημένη του κυρίου Λιν», μία παράσταση που δεν της λείπει και το χιούμορ, θα έχει συνέχεια (Φωτογραφίες: 1,3,4,5,6,8 Ελίνα Γιουνανλή, 2,7,9,10 Thomas Daskalakis).

(Η παράσταση, στην Αθήνα, δεν διέθετε έντυπο πρόγραμμα, παρά μόνον μία σελίδα με τα βασικά στο συνοπτικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. Το μυθιστόρημα του Πολ Κλοντέλ, στη μετάφραση της Ασπασίας Σιγάλα και με τον τίτλο «Η αγαπημένη του κυρίου Λιν», έχει κυκλοφορήσει (2007) από τις εκδόσεις Ψυχογιός).

«Πειραιώς 260 / Χώρος Η, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και «Λυκόφως» Γιώργος Λυκιαρδόπουλος, Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / Κύκλος «Θέατρο-Μονόλογοι», 24 Ιουνίου 2024.

(Την παράσταση παρακολούθησα με πρόσκληση της συμπαραγωγού εταιρείας «Λυκόφως»).

No comments:

Post a Comment