«Η Βαλκιρία» του Ρίχαρντ Βάγκνερ, λιμπρέτο Ρίχαρντ Βάγκνερ / Μουσική διεύθυνση: Ρόλαντ Κλούτιχ. Σκηνοθεσία: Τζον Φουλτζέιμς
Ο Ζίγκμουντ, γιος, από θνητή μάνα, του Βόταν, ηγέτη των θεών, καταδιωκόμενος από εχθρούς, στη διάρκεια μιας καταιγίδας, μέσα στη νύχτα, βρίσκει καταφύγιο, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του, σε ένα άγνωστό του σπίτι. Με
την Ζιγκλίντε, που συναντάει εκεί και που του συμπαραστέκεται, νοιώθουν αμέσως αμοιβαία έλξη αλλά ο Χούντινγκ, ο βίαιος σύζυγός της με τον οποίο την έχουν παντρέψει χωρίς τη θέλησή της, όταν εμφανίζεται, λίγο αργότερα, αποδεικνύεται συγγενής των εχθρών του Ζίγκμουντ. Και του δηλώνει πως είναι μεν φιλοξενούμενός του για τη νύχτα αλλά το πρωί θα πολεμήσουν μέχρι θανάτου. Όταν εκείνος φανερώνει στην Ζιγκλίντε, που έχει ρίξει στον άντρα
της φίλτρο για να αποκοιμηθεί, ποιος είναι, αποκαλύπτεται πως πρόκειται για τη δίδυμη αδελφή του. Θα σμίξουν ερωτικά ενώ ο Ζίγκμουντ θα τραβήξει το μπηγμένο από έναν μονόφθαλμο άγνωστο, κατά το γάμο του ζευγαριού, στον τεράστιο κορμό γύρω από τον οποίο είναι κτισμένο το σπίτι, σπαθί που κανείς, έως τότε, δεν είχε καταφέρει να αποσπάσει. Ο άγνωστος ήταν
ο Βόταν και το σπαθί με τις μαγικές ιδιότητες το προόριζε για το γιο του, τον Ζίγκμουντ. Από το αιμομικτικό σμίξιμο των δύο αδελφών, στην κοιλιά της Ζιγκλίντε θα καρπίσει ένας γιος -ο κατοπινός κορυφαίος ήρωας Ζίγκφριντ. Στην κορυφή ενός βουνού, στην Βαλχάλα, το
παλάτι των θεών, ο Βόταν θα προστάξει την Μπρουνχίλντε, την κορυφαία από τις εννέα Βαλκυρίες, τις κόρες του που έκανε με τη θεά Έρντα, να υπερασπιστεί τον Ζίγκμουντ στην επικείμενη σύγκρουσή του με τον Χούντινγκ. Αλλά η Φρίκα, η γυναίκα του, θεά του γάμου, θα τον πείσει να μεταστραφεί, αν θέλει να μη χάσει τη δύναμή του, και να προστάξει την Μπρουνχίλντε να πάει, τελικά, με το μέρος του Χούντινγκ και της «ηθικής
τάξης». Αλλά εκείνη συγκινείται από την απόλυτη αφοσίωσή του Ζίγκμουντ στην Ζιγκλίντε και αποφασίζει να παρακούσει τον πατέρα της. Όταν, όμως, αρχίζει η σύγκρουση των δύο ανδρών παρεμβαίνει ο ίδιος ο Βόταν και σπάζει το σπαθί που ο ίδιος είχε αφήσει για τον Ζίγκμουντ τον οποίο ο Χούντινγκ σκοτώνει. Η Μπρουνχίλντε φεύγει με την Ζιγκλίντε αλλά δεν θα ξεφύγει από την τιμωρία τον Βόταν για την ανυπακοή της. Αν και
πρόκειται για την πολυαγαπημένη του κόρη, την καταδικάζει να γίνει θνητή και να βυθιστεί σε ύπνο. Οποιοσδήποτε άντρας την ξυπνήσει θα την κάνει δική του και θα ανήκει σ’ αυτόν. Εκείνη, πριν την κοιμίσει, του ζητά να την προστατεύσει στον ύπνο της με ένα πύρινο τείχος που μόνον
ο πιο γενναίος ήρωας θα μπορεί να διαπεράσει. Ο ήρωας θα είναι ο γιος που θα γεννήσει η Ζιγκλίντε, ο Ζίγκφριντ. Ο Βόταν θα εισακούσει το αίτημά της. Πρόκειται για την «Βαλκιρία» (1851-1856, πρεμιέρα 1870), τη δεύτερη όπερα της τετραλογίας -τριλογίας με πρόλογο- «Το δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ» (πρεμιέρα του πλήρους κύκλου 1876) του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Ο
γερμανός συνθέτης άντλησε από τη γερμανική και τη σκανδιναβική μυθολογία υλοποιώντας τις σκέψεις και τα μεγαλομανή σχέδιά του για ένα πολύπτυχο επικό μουσικό δράμα: ένα λιμπρέτο, που έχει γράψει ο ίδιος, στομφώδες ίσως, ισχυρών συμβολισμών αλλά, σίγουρα, και
υψηλής ποίησης, που πάνω του κέντησε τη μουσική του ξεφεύγοντας από τους τρόπους της όπερας της εποχής του και συνθέτοντας τέσσερα μουσικά δράματα αλληλένδετα που μπορούν, όμως, και να παρουσιαστούν ανεξάρτητα, όπως
τώρα, εδώ, «Η Βαλκιρία». Ο βρετανός σκηνοθέτης Τζον Φουλτζέιμς ανέβασε (πρεμιέρα Βασιλική Όπερα της Δανίας, 2022), με συνεργάτρια σκηνοθέτρια την Δανή Γιοχάνε Χόλτεν, το έργο, με μετωπικά, αποδοτικά, πάντως, στησίματα,
φρεσκάροντάς το με σύγχρονα στοιχεία αλλά με μεγάλη διακριτικότητα, με υποδειγματική λιτότητα και χωρίς να κραυγάζει με επιδεικτικούς σκηνοθετισμούς τη διαχρονικότητά του ή τη δική του ευρηματικότητα. Η ιδέα του ήταν η παράσταση να στηθεί ως υλοποίηση ενός σχεδίου του Βόταν, εξ ου και σιωπηλά παρόντα και στην πρώτη από τις τρεις πράξεις, όπου η σκηνική παρουσία του δεν προβλέπεται. Ενός σχεδίου το οποίο, τελικά, δεν πετυχαίνει: η ακόρεστη δίψα για εξουσία που, κάποτε, όμως, σκοντάφτει, αφήνοντας πίσω θύματα ενώ η αγάπη -όπως του Ζίγκμουντ για την Ζιγκλίντε- μπορεί και να κερδίσει, έστω, στα σημεία. Ουσιαστικό, αποφασιστικό χέρι βοηθείας έχει βάλει ο, επίσης, βρετανός Τομ Σκατ με τα σκηνικά του
(συνεργάτης σκηνογράφος, ο Βρετανός Ντέιβιντ Άλεν): μία τεράστια σε ύψος και πλάτος σκάλα, η οποία δημιουργεί την αίσθηση του βουνού και της Βαλχάλα που βρίσκεται στην κορυφή του αλλά, με τις μετακινήσεις της, δίνει υπόσταση και στους άλλους σκηνικούς χώρους των τριών πράξεων. Και μία σειρά φορητών, διαρκώς μετακινούμενων μεγάλων πάνελ με σωλήνες από νέον -κάτι σαν θερμοσυσσωρευτές-, που φωτίζουν τα ζοφερά σκοτάδια του έργου και της παράστασης -οι έξοχοι φωτισμοί, του Καναδού Ντ. Μ. Γουντ. Ένα επιβλητικό, εξαιρετικό αισθητικό αποτέλεσμα που συμπληρώνουν τα άχρονα, σε γαιώδη χρώματα κοστούμια του Τομ Σκατ. Εν ολίγοις, μία παράσταση που φέρνει κοντά μας το έργο αλλά όχι εκβιαστικά, χωρίς να το καπελώνει ενώ ο σκηνοθέτης έχει πολύ προσέξει τις λεπτομέρειες στις ερμηνείες. Η έκπληξη, όμως, της παράστασης είναι το μουσικό μέρος. Οι αυξημένες απαιτήσεις της παρτιτούρας του Βάγκνερ ικανοποιούνται απόλυτα από την Ορχήστρα της
Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Παρά την αιφνίδια απομάκρυνση του αρχικά προγραμματισμένου αρχιμουσικού Φιλίπ Ογκέν και παρά τις περιορισμένες δοκιμές που είχε στη διάθεσή του, ο Γερμανός Ρόλαντ Κλούτιχ, ο οποίος εκτάκτως κλήθηκε να τον αντικαταστήσει, την οδήγησε από το πόντιουμ σε
εξαιρετικά αποτελέσματα βρίσκοντας τις ισορροπίες, πετυχαίνοντας τις αρτιότερες δυναμικές και στηρίζοντας τις φωνές. Βέβαια η έκπληξη δεν είναι τόσο μεγάλη, αν θυμηθούμε την ανάλογη επιτυχία που είχε η ίδια ορχήστρα, υπό τον Μύρωνα Μιχαηλίδη, στο επίσης βαγκνερικό «Τριστάνος και Ιζόλδη» το οποίο η Λυρική παρουσίασε τη σεζόν 2014/2015 στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Δηλαδή, η Ορχήστρα της ΕΛΣ αποδεικνύει ότι Μπορεί. Η παράσταση ενισχύεται από μία ανάλογα καλή βαγκνερική διανομή. Και αν θεώρησα κάπως αδύναμο στη δεύτερη πράξη τον
Βόταν του φινλανδού βαρύτονου Τόμι Χακάλα -ο οποίος, πάντως, βρήκε τον πολύ καλό εαυτό του στην τρίτη-, ο γερμανός τενόρος Στέφαν Φίνκε (Ζίγκμουντ), ο δικός μας μπάσος Πέτρος Μαγουλάς (Χούντινγκ), η βρετανή σοπράνο Άλισον Όουκς (Ζιγκλίντε) έδωσαν ό,τι καλύτερο, με την εξαίρετη ροσίδα μέτζο Μαρίνα Προυντένσκαγια (Φρίκα) και, κυρίως, τη σπουδαία αγγλίδα σοπράνο Κάθριν
Φόστερ (συγκλονιστική Μπρουνχίλντε) να κλέβουν την παράσταση. Οι, επίσης, δικές μας σοπράνο Κατερίνα Σαντμάγιερ, Βιολέτα Λούστα και Ταξιαρχούλα Κανάτη και οι μέτζο Νεφέλη Κωτσέλη, Δήμητρα Καλαϊτζή-Τηλικίδου, Φωτεινή Αθανασάκη, Άννα Τσελίκα και Χρυσάνθη Σπιτάδη, στους ρόλους των οκτώ Βαλκιριών, αδελφών της Μπρουνχίλντε, εξυπηρετούν άριστα την παράσταση. Η «Βαλκιρία» της Λυρικής καλπάζει. Και, τελικά, η χρονική διάρκεια της παράστασης, παρά τη στατικότητά της, δεν κουράζει. Ίσως είναι πολύ καλό ξεκίνημα για ένα προσεχές ανέβασμα, προοδευτικά, ολόκληρης της Τετραλογίας (Φωτογραφίες: Γιώργος Καλκανίδης).
(Πολύ καλό, το δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης Νίκος Α. Δοντάς-, αν και περίμενα περισσότερα πραγματικά στοιχεία).
Εθνική Λυρική Σκηνή / Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», συμπαραγωγή Εθνική Λυρική Σκηνή-Βασιλική Όπερα της Δανίας, 10 Μαρτίου 2024.
(Πολύ καλό, το δίγλωσσο -ελληνικά και αγγλικά- έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνος έκδοσης Νίκος Α. Δοντάς-, αν και περίμενα περισσότερα πραγματικά στοιχεία).
Εθνική Λυρική Σκηνή / Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», συμπαραγωγή Εθνική Λυρική Σκηνή-Βασιλική Όπερα της Δανίας, 10 Μαρτίου 2024.
No comments:
Post a Comment