January 20, 2018

Ιβάν Φίσερ και Ορχήστρα του Φεστιβάλ Βουδαπέστης: τραγουδώντας Ραχμάνινοφ



Δεν είναι συχνό φαινόμενο πια η παρουσία μεγάλων ορχηστρών στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών… Τα πράγματα έχουν πολύ στενέψει οικονομικά, ο ευπατρίδης Αλέξανδρος Γουλανδρής που τόσο διακριτικά -ανώνυμα, μέχρι το τέλος της ζωής του- φρόντιζε, ιδίοις αναλώμασι, το θέμα, με μετακλήσεις, τα τελευταία χρόνια,, δεν ζει πια, οι υπόλοιποι ιδιώτες χορηγοί καθόλου σε προτεραιότητα δεν το θέτουν, αναγκαστικά γίνονται εκπτώσεις… Η έλευση, λοιπόν, της Ορχήστρας του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης, στο πλαίσιο του Κύκλου «Μεγάλες Ορχήστρες-Μεγάλοι Ερμηνευτές, έστω και για μία συναυλία, με τη χορηγία της Alpha Bank, ήταν ένα γεγονός. Διότι ο Ούγγρος, με εβραϊκές ρίζες, αρχιμουσικός Ιβάν Φίσερ, που ίδρυσε το κορυφαίο ουγγρικό συμφωνικό σύνολο το 1983 και είναι, έκτοτε, ο μουσικός διευθυντής του, έδεσε, σιγά-σιγά, την Ορχήστρα του Φεστιβάλ της Βουδαπέστης και την ανέδειξε στην πρώτη γραμμή των ευρωπαϊκών συμφωνικών συγκροτημάτων: ένα σύνολο ομοιογενές, πειθαρχημένο, με σύμπνοια, που οι μουσικοί του προσφέρουν το καλύτερο και ένας ήχος μεστός και λαμπερός.

Η συναυλία άνοιξε «μινιμαλιστικά» με την Ορχηστρική Σουίτα αρ. 2 (1738/1739;) του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, παιγμένη με εσωτερικότητα και στο σωστό ύφος, από ένα οκταμελές σύνολο της ορχήστρας, με τον Ιβάν Φίσερ να διευθύνει από το τσέμπαλο: ανάλαφρη, γοητευτική εκτέλεση, που κορυφώθηκε με τη χαριτωμένη μπαντινερί.
Στη συνέχεια, το πρόγραμμα είχε Κοντσέρτο: δεν ακούσαμε το Κοντσέρτο για πιάνο του Σούμαν, όπως προέβλεπε το αρχικό πρόγραμμα, ούτε το Κοντσέρτο για πιάνο αρ.21 του Μότσαρτ που το αντικατέστησε στη συνέχεια. Το βασικότερο: δεν ακούσαμε τον σπουδαίο ρουμάνο πιανίστα Ράντου Λούπου, που είχε αρχικά αναγγελθεί ως σολίστας, λόγω προβλήματος με την υγεία του. Οπότε η συναυλία εξέπεσε ως προς το δεύτερο σκέλος του Κύκλου στον οποίο ήταν ενταγμένη -«Μεγάλοι Ερμηνευτές». Στη θέση του, ο Ούγγρος Ντένες Βάριον. Και, τελικά, στο πρόγραμμα, το έξοχο 

Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 3 (πρώτη εκτέλεση 1803) του Λούντβιχ φαν Μπετόβεν, όπου ο κλασικισμός εναγκαλίζεται τον ρομαντισμό. Εξαιρετική η ορχήστρα υπό τον Ιβάν Φίσερ γλυκολάλησε και αγκάλιασε τον πιανίστα που έδωσε μία πολύ καλή ερμηνεία χωρίς, όμως, να απογειώσει το έργο. Στο θερμό χειροκρότημα απάντησε με ανκόρ μία από τις «Παιδικές σκηνές», έργο 15 του Ρόμπερτ Σούμαν, αφιερωμένη στην κορούλα του που ήταν στην πλατεία και γιόρταζε τα γενέθλιά της.
Η βραδιά έκλεισε ένδοξα: Συμφωνία αρ. 2 του Σεργκέι Ραχμάνινοφ. Έργο του ύστερου, ακμαίου πάντως, ρομαντισμού (πρώτη εκτέλεση 1908), μεστό, πολύ ενδιαφέρον αλλά όχι κορυφαίο, ο Φίσερ με τους μουσικούς του το εκτίναξε με μία αριστουργηματική ερμηνεία που ανέδειξε το δυναμισμό αλλά και το λυρισμό του -απολαυστικό το μοναδικό αντάτζιο/τρίτο μέρος που έχει αρκούντως χρησιμοποιηθεί στον κινηματογράφο ως επένδυση: οι Ούγγροι, υπό την μπαγκέτα του Ιβάν Φίσερ, τραγούδησαν τον Ραχμάνινοφ -ένας καντάμπιλε εναγκαλισμός στον ρόσο συνθέτη.
Το ανκόρ της ορχήστρας ήταν έκπληξη. Οι μουσικοί τραγούδησαν κυριολεκτικά: «Βοκαλίζ», από τα «14 Τραγούδια» (1915) του Ραχμάνινοφ, επίσης, με όλες τις κυρίες της ορχήστρας να αφήνουν τα όργανα και με τις πάρτες στα χέρια να εξελίσσονται σε εντυπωσιακή χορωδία χωρίς λόγια που τη συνόδευαν οι άντρες μουσικοί. Περιττό να μιλήσω για το ενθουσιαστικό χειροκρότημα από μία αίθουσα κατάμεστη.

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών/«Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης», 19 Ιανουαρίου 2018.

No comments:

Post a Comment