May 23, 2013

«...του ολίγου και του ακριβούς…»


Το Τέταρτο Κουδούνι / 23 Μαΐου 2013



Habemus Χατζάκην. «Πρέπει να είμαστε του ολίγου και του ακριβούς» που λέει τσιτάροντας _ πάλι …_ Ελύτη κι ο καλλιεργημένος πρωθυπουργός μας. Του πολύ ολίγου, θα συμπλήρωνα…
Παρα-άργησε, βέβαια, να βγει ο λευκός καπνός απ’ την καπνοδόχο του ΑΥΠΑΙΘΠΑ. Ο οποίος και ανέλαβε την πλήρη _ λέει… _ ευθύνη για την τοποθέτηση της… βόμβας. Και όχι _ λέει… _ το τρικομματικό κονγκλάβιο. Παρά τα χαριτωμένα έως γραφικά, άνευ λόγου και αποτελέσματος, βέτο με τα οποία υποτίθεται διάνθισε τη διαδικασία, κατά τη συνήθη πρακτική της, η ΔΗΜΑΡ.
«Το Εθνικό Θέατρο δεν υπόκειται στη διαδοχή των θεσμικών του εκπροσώπων αλλά στον ιστορικό συμβολισμό του και στη διαχρονική του σημασία. Είναι πολιτισμικό και πολιτιστικό όχημα που συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη της χώρας» λέει στην πρώτη _ κάπως κατσαρή _ δήλωσή του ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού κ. Σωτήρης Χατζάκης _ ο οποίος τρέχοντας εγκατέλειψε το ΚουΘουΒουΕ που «ήταν και θα είναι βαθιά μεσ’ στην ψυχή του, ένας σημαντικός τόπος της ζωής του», αφού εξασφάλισε εις εαυτόν για τρίτη συνεχή χρονιά σκηνοθεσία στην Επίδαυρο, με Αριστοφάνη και πάλι. Με το ΚουΘουΒουΕ, βέβαια. Για να δούμε τι ακριβώς εννοεί (Πάντως και με την ιδέα πως μπορεί να δω και στο Εθνικό «Θεατρικό Παντοπωλείο», «Φιλανθρωπικό Οπωροπωλείο», «Κοινωνικό Θεατροπωλείο» _ πώς το λέει αυτό που ’χει κάνει στο ΚουΘουΒουΕ; _ βγάζω φλύκταινες…).





Τώρα αρχίζει η διαδοχολογία για το, εντός ολίγων ημερών που λήγει κι η θητεία του Δ.Σ., εντελώς ακέφαλο, το κακότυχο το ΚουΘουΒουΕ. Για να δούμε τι φρούτο θα προκύψει απ’ την τρικομματική διασταύρωση. Αχ, βαριέεεεεμαι…




Το Φεστιβάλ Επιδαύρου και η κατάρτιση του προγράμματός του ήταν ανέκαθεν η αχίλλειος πτέρνα του Γιώργου Λούκου. Απ’ την αρχή που ανέλαβε την προεδρία του Ελληνικού Φεστιβάλ. Ήθελε να σπάσει τη ρουτίνα του _ να μην μπαίνουν κάθε καλοκαίρι στο θέατρο του Πολυκλείτου οι ίδιοι και οι ίδιοι θίασοι, οι οποίοι, μάλιστα, θεωρούσαν ότι υπάγονται πια σε καθεστώς χρησικτησίας. Ήθελε να απομακρύνει τους θεατρικούς παραγωγούς _ όπως και τους ατζέντηδες _ που είχαν αφεθεί ανεξέλεγκτοι να ρυθμίζουν το πρόγραμμα του Φεστιβάλ με βάση τα συμφέροντά τους και με γνώμονα τις ανάγκες της περιοδείας τους με την παράσταση η οποία θα παιζόταν στην Επίδαυρο. Ήθελε ν’ ανοίξει το Φεστιβάλ σε ξένους θιάσους. Ήθελε να εντάξει στο πρόγραμμά του παραστάσεις εκτός αρχαίου δράματος και μη θεατρικές εκδηλώσεις. Ήθελε να ανανεωθεί το Φεστιβάλ με καινούργιες προτάσεις, πιο τολμηρές, πιο νεανικές, πιο μοντέρνες, πιο προχωρημένες και να πάψουμε να βλέπουμε τα ίδια και τα ίδια αγκυλωμένα. Ήθελε να σφίξει το ξεχειλωμένο πρόγραμμα που ’χε φτάσει ν’ απλώνεται και σε δώδεκα διήμερα… Έτσι δήλωνε τουλάχιστον.
Κατάφερε κάποιους απ’ τους στόχους αυτούς ο Γιώργος Λούκος. Όχι μεθοδικά όμως, περισσότερο τυχαία. Μέσα σε αντιδράσεις από τους «θιγόμενους» που θεωρούσαν εαυτούς αναντικατάστατους _ στα εκ των ουκ άνευ του Φεστιβάλ _ κι απ’ τους ντόπιους που, εκτός ελαχιστοτάτων εξαιρέσεων, μετέφραζαν ένα καλλιτεχνικό φεστιβάλ σε κεφάλια και _ άνευ αποδείξεων και τιμολογίων… _ λογαριασμούς στις ταβέρνες και στα ξενοδοχεία τους και τις συναφείς με τον τουρισμό μικροεπιχειρήσεις τους _ έτσι είχαν μάθει, έτσι, μάλλον, τους είχαν μάθει.
Σύντομα όμως η όποια γραμμή Λούκου στην Επίδαυρο αποδείχτηκε καθόλου ανθεκτική. Κι έσπασε. Ο Γιώργος Λούκος άρχισε να αναδιπλώνεται. Πιέσεις, οι οικονομικές δυσκολίες, η ανάγκη… Η κρίση έδωσε τη χαριστική βολή. Το φεστιβάλ δεν μπορεί πια να χρηματοδοτήσει δικές του παραγωγές στην Επίδαυρο. Οι παραγωγοί επανέκαμψαν ορμητικά _ ακόμα και με «βιτρίνες» για προκάλυμμα. Επέβαλαν τους όρους τους _ ακόμα και στις ημερομηνίες. Και φέτος το Φεστιβάλ έφτασε, χωρίς λόγο, να ξεχειλώσει και πάλι στα εννιά διήμερα.

Αν δεν ήταν η παράσταση του Σίμου Κακάλα κι η «Γκόλφω» - πανηγύρι του Νίκου Καραθάνου θ’ αναρωτιόμουνα, χωρίς να μπορώ να κρύψω την απογοήτευσή μου: σε τι διαφέρει το φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου από ένα Φεστιβάλ της δεκαετίας του ’80 ή της δεκαετίας του ’90; Περιμέναμε και τότε εννιά _ όπως φέτος _, δέκα, έντεκα, δώδεκα… παραστάσεις από ξεπερασμένους απ’ την εποχή τους καλλιτέχνες _ που πάντα υπήρχαν _ ή από κάποιους αξιόλογους, γενικά, ανθρώπους του θεάτρου μας _ που ποτέ δεν έλειψαν _ και είχαμε αποτελέσματα κακά, μέτρια ή _ σπανιότατα _ εξαιρετικά και καμιά, σπάνια, φορά κάποια έκπληξη ανάμεσα. Το ίδιο δεν περιμένουμε και τώρα;



«Blasted /Και εσαρώθησαν»: ο τίτλος του έργου της Σάρα Κέιν που ανέβηκε στο ΚΘΒΕ, όπως αποδίδεται στο ανέβασμα της Ρούλας Πατεράκη _ η μετάφραση του Αντώνη Γαλέου. Σε δυο, λέει, «σκηνοθετικές προσεγγίσεις» με δυο διαφορετικές διανομές: «Joy Σάρα» και «Sad Σάρα». (Βέβαια η «Joy Σάρα» έγινε ωσαύτως sad γιατί ο πρωταγωνιστής της Ανδρέας Αντωνιάδης δυστυχώς έσπασε τη λεκάνη του την ώρα της παράστασης και δε θα παίζεται). Δε ρωτάω λεπτομέρειες, δε ζητάω εξηγήσεις για τα «εσαρώθησαν» και τα «joy» και τα «sad». Αρκούμαι: Ρούλα Πατεράκη, η αδιαμφισβήτητη Βασίλισσα του Εκκεντρικού στο ελληνικό θέατρο. Κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να της πάρει το σκήπτρο απ’ τα χέρια. Ούτε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός.
Είπα Μαρμαρινός όμως και να μην το ξεχάσω: πολύ τον χάρηκα το σκηνοθέτη στη συνέντευξη Τύπου του Ελληνικού Φεστιβάλ και του Γιώργου Λούκου για το φετινό πρόγραμμα που ευθαρσώς την έπεσε _ και μάλιστα δημόσια, όπως κι ο Γιώργος Βέλτσος _ στον ΑΥΠΑΙΘΠΑ κ. Τζαβάρα. Ε, μα, του χρειαζότανε.




Δεν καταφέρνω να παρακολουθώ τακτικά τις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών _ την οποία βρήκα αγνώριστη όταν, μετά από καιρό, την άκουσα το περασμένο καλοκαίρι στο Ηρώδειο, στο Φεστιβάλ Αθηνών. Αλλά διαβάζω τα δελτία για τις συναυλίες της κι ευχαριστιέμαι, απολαμβάνω τα ευφάνταστα προγράμματά της _ κύκλοι, θεματικές συναυλίες, ενδιαφέρουσες επιλογές έργων και προσώπων, φρέσκιες ιδέες… Πάει καλά, προοδεύει η ΚΟΑ με τον Βασίλη Χριστόπουλο καλλιτεχνικό διευθυντή _ νέος αλλά και με νεανικά μυαλά.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…



Ο λόγος για τον Λευτέρη Βογιατζή και πάλι _ και θα γίνεται πολύ συχνά λόγος γι Αυτόν στο μέλλον. Ένας έπαινος στην ΕΤ1. Για τη «θεματική βραδιά» που του αφιέρωσε με δυο επαναλήψεις: τη συνέντευξή του στην Εύη Κυριακοπούλου της εκπομπής «Η ζωή είναι αλλού» και την _ πολύ καλή _ μαγνητοσκόπηση απ’ τον Στέλιο Ράλλη του μολιερικού «Μισανθρώπου» του _ 1997. Πρόλαβα να δω ένα μεγάλο μέρος και καθηλώθηκα. Και σκέφτηκα γι’ άλλη μια φορά ΤΙ χάσαμε αλλά και ΠΟΣΟ τυχεροί είμαστε εμείς που ζήσαμε στα χρόνια του Λευτέρη Βογιατζή.
Α, και μια επισήμανση. Απ’ το 90% των βιογραφικών του Λευτέρη Βογιατζή που δημοσιεύτηκαν τις μέρες αυτές, ακόμα και σ’ αφιερώματα εκτεταμένα, λείπει η σκηνοθεσία του στον «Πρίγκιπα του Χόμπουργκ» του Κλάιστ που ’κανε στο «Κοτοπούλη» για το Εθνικό τη σεζόν 2007 – 2008, παράσταση που περιέργως λείπει κι από το _ τόσο ενημερωμένο _ ηλεκτρονικό αρχείο του Εθνικού αλλά κι απ’ το βιογραφικό του στην ηλεκτρονική σελίδα της «νέας Σκηνής» του.



Πώρωση έχω πάθει: «Σε μία ερμηνεία – σταθμός», «Κάνουν στο Παρίσι έναν περίπατο – απολογισμός», «Σε έναν ανασφαλή μονάρχη – παλιάτσος», «Του αστυνομικού – τιμωρός», «Δεν είναι εύκολο να καταθέσει κάποιος μια παράσταση – σταθμός και ύμνος».
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή…


No comments:

Post a Comment