November 20, 2024

Η κακιά η ώρα του Ισραέλ Γκαλβάν

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 240 
 
 Είχα πάει να δω στην Λυρική Σκηνή την «Λέδη Μάκμπετ του Μτσενσκ» του Ντμίτρι Σοστακόβιτς το 2019 (σεζόν 2018/2019) με μεγάλη περιέργεια  Γιατί τη σκηνοθεσία είχε αναλάβει η κινηματογραφική Φανί Αρντάν. Κι είχα μεγάλη απορία αλλά και καχυποψία: γιατί άρχισε να σκηνοθετεί όπερα και γιατί διάλεξε το συγκεκριμένο έργο; Η παράσταση όχι απλώς με καθησύχασε. Ενθουσιάστηκα. Την ξαναείδα στην αναβίωσή της το 2023 -πέρσι, σεζόν 2023/2024- και δεν άλλαξα γνώμη.
Γι αυτό και δεν πήγαινα μαγκωμένος φέτος. Που η Φανί Αρντάν επανήλθε. Στην Λυρική. Για να σκηνοθετήσει και πάλι μια ρόσικη όπερα: τη μονόπρακτη «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που παρουσιάστηκε στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» σε δίπτυχο μαζί με τη θυελλώδη, επίσης μονόπρακτη,  όπερα  «Ο πύργος του  Κυανοπώγωνα» του Μπέλα Μπάρτοκ, σε αναβίωση της περσινής (2023/2024) σκηνοθεσίας του Θέμελη Γλυνάτση. 
Δυστυχώς αυτή τη φορά έπεσα έξω. Αδύναμο το τσιγγάνικης υποθέσεως έργο αλλά κι η Φανί Αρντάν φέτος δεν τα κατάφερε, κατά τη γνώμη μου. Κι η ευθύνη δεν είναι τόσο δική της, όσο της ενδυματολόγου-της Καταρζίνα Λεβίνσκα και, κυρίως, των χορογραφιών που καταλάμβαναν περισσότερη απ’ τη μισή διάρκεια της παράστασης: αφελείς έως παιδαριώδεις, κακόγουστες, μάταια χοροπηδητά κι ένα μπαλέτο σε άθλια φόρμα… Θυμήθηκα κάτι ανάλογες «εξωτικές» χορογραφίες στο «Δελφινάριο». Με πολύ καλύτερο μπαλέτο. Κι αποτέλεσμα.
Δεν είχα προλάβει να διαβάσω το πρόγραμμα και τους συντελεστές πριν απ’ την παράσταση. Στο διάλειμμα είδα τ’ όνομα του χορογράφου: Ισραέλ Γκαλβάν! Κι έμεινα ενεός -τυφλώθηκα.... Ο εξαιρετικός, ο πολυβραβευμένος ισπανός χορογράφος! Σε τόσο κακή στιγμή βρέθηκε; Ή δεν πολυενδιαφέρθηκε; 
Ο βαρύτονος Τάσης Χριστογιαννόπουλος στον επώνυμο ρόλο κάπως έσωσε το πράγμα. Κι η Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που ο Ιταλός Φαμπρίτσιο Βεντούρα οδήγησε σωστά, ειδικά στον Μπάρτοκ.
Σίγουρα, πάντως, το δεύτερο μέρος του δίπτυχου δεν ήταν απλώς καλύτερο αλλά σαφώς η παράσταση του Θέμελη Γλυνάτση, με το σούπερ σκηνικό του Λέσλι Τράβερς, ήταν, φέτος, κατά πολύ βελτιωμένη.

Στο Φτερό / Όταν ο έρωτας μουτζώνει τους κανόνες

 

«Το σχολείο των γυναικών» του Μολιέρου / Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Μυλωνάς.
 


Ο ώριμος Αρνόλφος έχει παγιωμένες απόψεις για τις γυναίκες, για το γάμο, για τις άπιστες συζύγους. Τρέμει την εις βάρος του μοιχεία. Γι αυτό και, έως τώρα, έχει μείνει ανύπαντρος. Το ιδανικό γι αυτόν θα ήταν μία σύζυγος που θα είχε παραμείνει απομονωμένη από το κοινωνικό περιβάλλον και τους
«πειρασμούς» του μέχρι το γάμο της. Και αποπειράται να το εφαρμόσει: αναλαμβάνει την κηδεμονία της τετράχρονης Αγνής που την κλείνει σε μοναστήρι, δίνει αυστηρές οδηγίες για την ανατροφή της και, όταν εκείνη γίνεται 17 χρόνων, την παίρνει και, περιμένοντας την ενηλικίωσή της για να την παντρευτεί, ουσιαστικά, τη φυλακίζει, μαζί με ένα ζευγάρι υπηρετών, στο σπίτι 
που κρατάει με το επίθετο -για να αφήνει μία αίσθηση αριστοκρατικότητας...- Κύριος Ντε Λα Σους, όπου της διδάσκει τα σκληρά καθήκοντα μιας παντρεμένης γυναίκας και τους κανόνες που πρέπει η Αγνή να τηρεί.  Όμως άλλαι αι βουλαί ανθρώπων άλλα δε φύση και έρως κελεύουν… Ο νεαρός Οράτιος, γιος του Ορόντ, φίλου του Αρνόλφου, βλέπει την Αγνή, την ερωτεύεται, τρυπώνει στο σπίτι, όταν ο κηδεμόνας της «Κύριος ντε Λα Σους» απουσιάζει, 
τον ερωτεύεται και εκείνη και κάνουν σχέδια. Ο αφελής Οράτιος, όταν συναντάει τον Αρνόλφο, για τον οποίο δεν ξέρει ότι είναι ο Κύριος ντε Λα Σους, του εξομολογείται τον έρωτα του με το κορίτσι, οπότε ο εμβρόντητος Αρνόλφος
αρχίζει να παίρνει τα μέτρα του για να τον αποκλείσει από το σπίτι του και να τους χωρίσει. Εμφανίζεται, όμως, και ο Ορόντ, ο πατέρας του Οράτιου, με το φίλο-του Ανρίκ που έλειπε για χρόνια στην Αμερική. Έχουν συμφωνήσει να παντρέψουν -άλλο εμπόδιο για τους δύο νέους- τον Οράτιο με την κόρη του Ανρίκ. Όπου αποκαλύπτεται, όμως, ότι κόρη του Ανρίκ είναι η
Αγνή. Οι δύο ερωτευμένοι σμίγουν επίσημα πια, με την ευλογία των πατεράδων τους, και ο Αρνόλφος, που το σχέδιό του, όπως είχε προβλέψει ο φίλος του Κριζάλντ ο οποίος τον συμβούλευε να μην το εφαρμόσει, ναυάγησε, τρώει, απογοητευμένος, τη χυλόπιτα. Είναι «Το σχολείο γυναικών» (1662) του Μολιέρου, το πρώτο έργο του που ωθεί σε μία στροφή όχι μόνο το θέατρό του αλλά και το θέατρο της 
εποχής: ο Μολιέρος γράφει ένα πυκνό, έμμετρο έργο, με γερή αίσθηση της δραματικής οικονομίας, με άψογο κειμενικό ρυθμό, μία κωμωδία με καλογραμμένους χαρακτήρες μολονότι η κληρονομιά της κομέντια ντελ άρτε είναι ακόμα αισθητή. Εκείνο, όμως, που, χωρίς να χάνεται η ποίηση, 
κυριαρχεί είναι η δηλητηριώδης αλλά έξυπνα εγχυμένη στο έργο σάτιρα της κοινωνίας της εποχής του -και κατ’ επέκταση της Εκκλησίας- και της υποκρισίας της, των απόψεών της για τη θέση της γυναίκας και για το γάμο  Γι αυτό και «Το σχολείο γυναικών» ξεσήκωσε πολεμική κατά του συγγραφέα που απάντησε στους κατηγόρους και συκοφάντες του, από σκηνής, με τα δύο επόμενα έργα του -«Η κριτική του Σχολείου
γυναικών» και «Ο αυτοσχεδιασμός των Βερσαλιών». Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς ως σκηνοθέτης -με συνεργάτιδα την Κατερίνα Φωτιάδη που επιμελήθηκε και την κίνηση στην οποία, εν πολλοίς, η παράσταση οφείλει τους εξαιρετικούς
ρυθμούς της, και με δραματολόγο την Εύα Σαραγά- δεν χρειάστηκε να αποδομήσει το έργο, να το περικόψει, να το κακοποιήσει, να προσθέσει κείμενα, να το διανθίσει με βρισιές, να βάλει γυμνά για να μας δείξει τη διαχρονικότητά του: οι θέσεις για την υποταγή της γυναίκας στο σύζυγο και στα, εκ του γάμου εκπορευόμενα, «καθήκοντά» της συνεχίζουν, παρά τα όσα μεσολάβησαν στους πάνω από τρεισήμισι αιώνες που κύλησαν, να έχουν ακλόνητους θιασώτες -το βλέπουμε γύρω μας καθημερινά...
Και αυτό είναι αυταπόδεικτο μέσα από το ίδιο το κείμενο του Μολιέρου. Του άρκεσε μόνο -έξυπνο εύρημα!- να βάλει επί σκηνής, ανάμεσα στα πρόσωπα του έργου με τα περίπου σύγχρονα κοστούμια, μία «Κυρία της Αυλής». Με κοστούμι εποχής Λουδοβίκου ΙΔ΄ -της εποχής του έργου. Να κινείται εύγλωττα βουβή. Αυτό τα έλεγε όλα: ότι πολλά, μεν, έχουν αλλάξει από τότε, αλλά και πάρα πολλά έχουν μείνει ίδια. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς επέλεξε για την παράσταση την υπέροχη, έμμετρη -και γι αυτό αξεπέραστη-
λιτή μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη και κατάφερε να διδάξει τους ηθοποιούς του να μην την «τραγουδούν». Το φινετσάτο σκηνικό -ένα σπίτι-κλουβί- που σχεδίασαν ο Λουκάς Μπάκας και η Φιλάνθη Μπουγάτσου, φωτισμένο έξοχα από την Βαλεντίνα Ταμιωλάκη, τα χαρούμενα, φωτεινά, σε μεθυστικά χρώματα κοστούμια του Άγγελου Μέντη, που σου ανοίγουν
την καρδιά, και οι, αρμονικά δεμένες με τα επί σκηνής δρώμενα, μουσικές του Θοδωρή Οικονόμου, παιγμένες ζωντανά από πέντε μουσικούς, δίνουν κύρος αλλά και ελαφράδα στην παράσταση. Που τη στηρίζει μία πολύ καλή διανομή: η Ελίνα Ρίζου (Αγνή) -έστω και αν δεν είναι το φιζίκ της 
απολύτως ταιριαστό με το ρόλο-, ο Αινείας Τσαμάτης (χαριτωμένος Οράτιος), το σπιρτόζο ζευγάρι των υπηρετών -Αλέν (Στέλιος Ιακωβίδης) και Ζορζέτ (Κατερίνα Πατσιάνη), ζουμεροί ηθοποιοί και οι δύο-, ο Λαέρτης Μαλκότσης (Κριζάλντ), ο Γιώργος Τζαβάρας (Ορόντ και Συμβολαιογράφος), ο Δρόσος Σκώτης (Ανρίκ) δίνουν το καλύτερό τους. Εκφραστική στη σιωπή της, η Μάγδα Καυκούλα (Κυρία της Αυλής). Πρώτη φορά βλέπω τον Γιάννη Μπέζο τόσο ενεργό στη σκηνή. Με εξαιρετικό τάιμινγκ και το δικό του, προσωπικό χιούμορ βγάζει υπαινικτικά, χωρίς να το εκβιάσει, γέλιο, δημιουργώντας, αν όχι τον καλύτερο, έναν από τους καλύτερους ρόλους του. Και στο φινάλε στάζει μία συγκινητική πίκρα για την «ήττα» του. Μία παράσταση που
κάποιοι, ίσως, δεν τη θεωρήσουν αρκετά «τολμηρή» αλλά είναι διακριτικά ιλαρή και απολαυστική (Φωτογραφίες: Χρήστος Συμεωνίδης).

(Πολύ καλοφτιαγμένο το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης -υπεύθυνη Μαρία Καρανάνου, επιμέλεια ύλης Εύα Σαραγά)-, προχωράει μεθοδικά από τα ειδικά του έργου στα γενικά).

Θέατρο «Rex» / Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη», Εθνικό Θέατρο, 13 Νοεμβρίου 2024.

November 15, 2024

Ντον Μπαζίλιο = Σταμπόγλης


 

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 239

Όχι πολύ ψαγμένη στις λεπτομέρειες βρήκα την παράσταση του «Κουρέα της Σεβίλης» του Τζοακίνο Ροσίνι που τη σκηνοθεσία του υπέγραφαν ο Βασίλης Παπαβασιλείου κι η Νικολέτα Φιλόσογλου. Και που είδα στο «Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο Μαρία Κάλλας» (πολύ μακροσκελής ο τίτλος...).
Μουσικά, πάντως, το ροσίνειο αριστούργημα ήταν μάλλον καλότυχο. Ο Γιώργος Ζιάβρας διηύθυνε την Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων με κέφι και οίστρο ενώ κι η διανομή ήταν, σε γενικές γραμμές, ικανοποιητική. Δεν μπορώ, όμως, να μην ξεχωρίσω την Ροζίνα που τραγούδησε -και έπαιξε, αν και ο ρόλος δεν της ταίριαζε κουτί-, η μέτζο Άρτεμις
Μπόγρη η οποία ξέρει να στέκεται στη σκηνή και να μην τραγουδάει απλώς αλλά και να ερμηνεύει. Και τον υπέροχο Ντον Μπαζίλιο του μπάσου Χριστόφορου Σταμπόγλη: φωνή μεστή, ώριμη, που ο χρόνος τίποτα δεν της έχει αφαιρέσει αλλά, αντίθετα, της πρόσθεσε και υποκριτική που ο μπάσος κατέκτησε με τα χρόνια και την οποία έχει την ικανότητα να χρωματίζει μ’ ένα απολαυστικό χιούμορ -ταυτισμένος με το ρόλο!
(Μεταξύ μας: το άβολο αυτό θέατρο καθόλου δεν το ’χω νοσταλγήσει, όπως διαβάζω πολλούς να γράφουν… Τι να νοσταλγήσω: τα φοιτητικά εισιτήρια μηδενικής ορατότητας στο Β΄ θεωρείο, τις ασφυκτικά στημένες σειρές των καθισμάτων όπου, αναγκαστικά, σε τσαλαπατούν για να περάσουν ή τσαλαπατάς για να περάσεις, τη μυρωδιά στις τουαλέτες, τις επί χρόνια ξεκολλημένες ταπετσαρίες στους τοίχους της αίθουσας, τις παραστάσεις που ασφυκτιούσαν σ’ αυτή τη σκηνή;… Ε, όχι). (Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Σφυρίδας και Jay Raissis).

November 8, 2024

Ένα τανκ, τότε, σαν σήμερα…

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 238 
 
Είδα την παράστασή την περσινή σεζόν. Στο «Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν» της Φρυνίχου. Ήταν οι πρώτοι που ’καναν θέατρο για την Νύχτα του Πολυτεχνείου. Πέρσι που ’κλειναν 50 χρόνια ακριβώς. Η ομάδα «RMS Mataroa». Τρεις νέοι ηθοποιοί. Οι οποίοι έπαιζαν αλλά υπέγραφαν και τη δραματουργία ως ομάδα, βασισμένοι στο πολύτιμο βιβλίο «Όλη νύχτα εδώ», με προφορικές μαρτυρίες και μνήμες πολλών πρωταγωνιστών των γεγονότων, γνωστών ή και αφανών, τις οποίες έχει καταγράψει και επιμεληθεί ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός.
Ο Μάνος Βαβαδάκης -που υπέγραφε τη σκηνοθεσία-, μαζί με την Κατερίνα Παπανδρέου και την Κατερίνα Πατσιάνη, μέσα απ’ τις μαρτυρίες αυτές αλλά κι από αρχειακό υλικό, μέσα από τραγούδια της εποχής και βίντεο, συνέθεσαν την παράσταση αυτή με τον τίτλο «Τανκ/Όλη νύχτα εδώ», με σεβασμό, συγκίνηση, χωρίς να αγιοποιούν, χωρίς να κρύβουν λάθη και στραβά, προσπαθώντας ν’ αναβιώσουν τη φοβερή εκείνη νύχτα που ’γραψε ιστορία, έστω κι αν η Ιστορία 
την παραμόρφωσε. 
Η παράσταση, στην οποία, ως λάιτ μοτίφ, αμείλικτα επανέρχονται οι φράσεις «Παππού, τι έκανες στη Χούντα;» και «Εσύ θυμάσαι που ήσουν στις 17 Νοέμβρη του ‘73;», για πολλούς λόγους, με συγκίνησε όσο λίγες την περσινή σεζόν. Κι είχα τύψεις που, για διάφορα προσωπικά θέματα, δεν κατάφερα κάτι να γράψω, όπως και για κάποιες άλλες που πολύ μου άρεσαν. Να, λοιπόν, η ευκαιρία!  
Το «Τανκ / Όλη νύχτα εδώ», όπως είναι ο τίτλος της παράστασης που απευθύνεται σε θεατές άνω των 12 ετών και που -ευτυχώς!- παρουσιάζεται, τα πρωινά, σε ομάδες μαθητών γυμνασίων και λυκείων, πρόσφατα, μάλιστα, τιμήθηκε με το Βραβείο Επιτελεστικών Τεχνών απ’ την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών, μ’ αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου -την 51η πια- θα παιχτεί εκτάκτως στη  Σκηνή της οδού Φρυνίχου του «Θεάτρου Τέχνης», απ’ την ομάδα «RMS Mataroa», ανήμερα της επετείου, την Κυριακή 17 Νοεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, ενώ θ’ ακολουθήσει συζήτηση με τους συντελεστές.
Στη φετινή παράσταση παίζουν, εκτός απ’ το σκηνοθέτη Μάνο Βαβαδάκη, η Κατερίνα Ζησούδη κι η Ειρήνη Μακρή. Η σκηνογραφία είναι της Μαρίνας Νικητοπούλου, οι φωτισμοί της Μαριέττας Παυλάκη και βοηθοί σκηνοθέτη η Ειρήνη Μπαζάνη κι ο Κωνσταντίνος Τριαντακωνσταντής (Φωτογραφίες: Φώτης Σκουρλέτης).

October 28, 2024

Κουλουμπής αλλά και Δημήτριεφ

 
Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 237

Τον θυμάμαι απ’ το 1969. Όταν τον πρωτοείδα. Παπαγκένο. Στον «Μαγικό αυλό» του Μότσαρτ. Με την Λυρική, στο «Ολύμπια». Υπέροχος Παπαγκένο. Φωνητικά και σκηνικά. Ναι, σκηνικά, υποκριτικά. Γιατί ο Ανδρέας Κουλουμπής που έφυγε απ τη ζωή στις 24 Οκτωβρίου ήταν και πολύ καλός ηθοποιός -είδος σπάνιο και τότε στον κόσμο του λυρικού θεάτρου. Που λάμπρυνε, για πολλά χρόνια -δεκαετίες- την Λυρική Σκηνή με τις ερμηνείες του -και τι δεν έπαιξε! Ας είναι αναπαυμένος.
Ο Ανδρέας Κουλουμπής ήταν κι ο Ψάλτης στο «λαϊκό ορατόριο», όπως το χαρακτήρισε ο συνθέτης του, «Άξιον εστί» του Μίκη Θεοδωράκη,
πάνω στην ποιητική σύνθεση του Οδυσσέα Ελύτη. Αλλά απ’ το 1977 έως το 2009. Δεν ήταν ο πρώτος που τραγούδησε το μέρος του Ψάλτη. Πρώτος, απ’ την πρώτη ηχογράφηση του έργου σε LP δίσκο το 1964 αλλά κι απ’ την πρώτη ζωντανή παρουσίασή του σε συναυλία στο «Rex / Κοτοπούλη», την ίδια
επίσης χρονιά, ήταν ο ηθοποιός (για δεκαετίες στο Εθνικό) και τραγουδιστής -βαρύτονος- Θεόδωρος Δημήτριεφ. 
 
Που πέθανε το 2016 σε ηλικία 87 ετών. Ας τον θυμηθούμε.