December 21, 2018

Στο Φτερό / Απολαυστικά ζουμερή κωμωδία-μπαλέτο


«Η κωμωδία των παρεξηγήσεων» του Ουίλιαμ Σέξπιρ / Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου. 




Αντίφιλος, έμπορος, και Δρόμιος, ο υπηρέτης του, στις Σιρακούσες. Αντίφιλος, έμπορος, και Δρόμιος, ο υπηρέτης του, και στην Έφεσο. Ίδιο όνομα, ίδια όψη οι συνώνυμοι των δυο ζευγαριών. Διότι δίδυμοι ειν’ οι αφέντες, δίδυμοι κι οι δούλοι. Δίδυμα, όμοια σα δυο σταγόνες νερό, είχαν αποκτήσει πριν από 25 χρόνια ο Αιγαίων, ευκατάστατος σιρακούσιος έμπορος που ταξίδευε και παρέμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Επίδαμνο (το σημερινό Διράχιο της Αλβανίας, αν και μιλάμε για ημιφανταστική, α λα Σέξπιρ, γεωγραφία) κι η γυναίκα του η Εμιλία που, έγκυος, πήγε να τον συναντήσει εκεί όπου και γέννησε τα δίδυμα. Τότε γέννησε, στον ίδιο τόπο, και μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής, πάμπτωχη, επίσης

δίδυμα, επίσης πανομοιότυπα, που ο Αιγαίων τα αγόρασε για να υπηρετούν στο μέλλον τους γιους του. Στο ταξίδι της επιστροφής ναυάγησαν. Ο Αιγαίων γλύτωσε με τον ένα γιο του και το ένα αγορασμένο μωρό. Τη γυναίκα του και τ’ άλλα δυο μωρά τους γλύτωσε -το είδε ο Αιγαίων- άλλο πλεούμενο που, όμως, το ’χασε απ’ τα μάτια του. Απελπισμένος γύρισε στις Σιρακούσες. Ο γιος που έσωσε και που, εις ανάμνησιν, κράτησε τ’ όνομα Αντίφιλος του χαμένου δίδυμου αδελφού του, στα δεκαοκτώ του, ξεκίνησε μαζί με τον υπηρέτη του, που, επίσης εις ανάμνησιν, κράτησε τ’ όνομα Δρόμιος του δικού του χαμένου δίδυμου αδελφού, για να ψάξει τους χαμένους -μάνα κι αδελφό. Καθώς άργησε να 

επιστρέψει, απ’ το φόβο ότι θα χάσει και το γιο που του ’χε απομείνει, ο Αιγαίων ξεκίνησε, με τη σειρά του, ψάχνοντας, από λιμάνι σε λιμάνι, να τους βρει. Εφτά χρόνια έχουν περάσει. Κι όλως τυχαία βρίσκονται όλοι στην Έφεσο, χωρίς, όμως, να το ξέρουν ότι έχουν συμπέσει: ο Αντίφιλος ο Σιρακούσιος με τον Δρόμιο τον Σιρακούσιο, που ψάχνουν τους χαμένους, ο Αντίφιλος ο Εφέσιος, τον οποίο στην Έφεσο τον είχε ρίξει η τύχη με το δούλο του, τον Δρόμιο τον Εφέσιο, παντρεμένος εκεί με την Αδριανή ενώ μαζί τους ζει κι η αδερφή της Λουκιανή, κι ο γέροντας Αιγαίων. Ο οποίος έχει συλληφθεί και καταδικαστεί σε θάνατο επειδή έπεσαν
σε περίοδο εχθρικών σχέσεων Σιρακουσών κι Εφέσου, με ισχύοντα νόμο ότι όποιος Σιρακούσιος εντοπιστεί στην Έφεσο θα θανατώνεται, -ο Αντίφιλος κι ο Δρόμιος ειδοποιήθηκαν έγκαιρα να μην αναφέρουν τον πραγματικό τόπο καταγωγής τους-, εκτός κι αν εξαγοράσει την ποινή του αντί χιλίων μάρκων που ο Αιγαίων δεν έχει. Κι αρχίζουν οι παρεξηγήσεις: ο Αντίφιλος ο Σιρακούσιος, εκών άκων, σύρεται, με τον δικό του Δρόμιο, στο σπίτι του απόντος Αντίφιλου του Εφέσιου κι η γυναίκα του Εφέσιου, η Αδριανή, του φέρεται σαν να ’ναι ο σύζυγός της καθώς νομίζει ότι είναι ο σύζυγός της ενώ ο Αντίφιλος την απεχθάνεται κι έλκεται απ’ την Λουκιανή που νομίζει πως, ξαφνικά, της την πέφτει ο
γαμπρός της -και της αρέσει... Κι όταν ο Αντίφιλος ο Εφέσιος επιστρέφει σπίτι του με τον δικό του Δρόμιο δεν τους ανοίγουν την πόρτα γιατί υποτίθεται ότι «είναι ήδη μέσα», οπότε καταλήγουν πως αυτός που «είναι ήδη μέσα» δεν μπορεί παρά να ’ναι εραστής της Αδριανής. Στην υπόθεση εμπλέκονται χρέη, συλλήψεις για χρέη, χρήματα που ο Αντίφιλος ο Σιρακούσιος εμπιστεύτηκε στον 
Δρόμιo αλλά «χάθηκαν», χρήματα που η Αδριανή έστειλε, με τον Δρόμιο επίσης, για να ελευθερώσουν τον Αντίφιλο που τον έχουν συλλάβει για χρέος κι επίσης «χάθηκαν», ξύλο που, χωρίς να φταίνε, τρώνε οι δυο δούλοι απ’ τους λάθος αφέντες, μια χοντρέλω μαγείρισσα στο σπίτι του Αντίφιλου του Εφέσιου που θυμίζει στον έκπληκτο Δρόμιο τον Σιρακούσιο, νομίζοντας πως ειν ο Εφέσιος, ότι της έχει τάξει γάμο, μια αλυσίδα χρυσή, παραγγελμένη απ’ τον Αντίφιλο τον Εφέσιο, που ο Άντζελο, ο χρυσοχόος, παρέδωσε στον απορούντα Σιρακούσιο και μετά ζητάει τα λεφτά του απ’ τον 
Εφέσιο που δεν την έχει παραλάβει, μια Εταίρα στην οποία ο Εφέσιος καταφεύγει όταν δεν μπορεί να μπει σπίτι του, το δαχτυλίδι της, το μοναστήρι όπου καταφεύγουν οι δυο Σιρακούσιοι οι οποίοι, μ’ αυτά τα τρελά που τους συμβαίνουν, καταλήγουν να πιστέψουν πως έμπλεξαν με μάγους και μάγισσες κι επείγονται να φύγουν με το πρώτο πλοίο απ’ τη «μαγεμένη» πόλη, η Ηγουμένη του μοναστηριού που τους παρέχει άσυλο... Τελικά, μπροστά απ’ το μοναστήρι και κοντά στο χώρο όπου πρόκειται να καρατομηθεί ο Αιγαίων, πριν απ’ τη δύση του ήλιου, οι διπλοί δίδυμοι-αντίγραφα εμφανίζονται, επιτέλους, ενώπιον όλων και ενώπιοι ενωπίοις, όλοι μένουν με το στόμα ανοιχτό, ο Αιγαίων τους 

αναγνωρίζει και τους αποκαλύπτει ότι ειν’ ο πατέρας τους κι οι δούλοι τους τα δίδυμα που αγόρασε αλλά κι η Ηγουμένη τον αναγνωρίζει κι αποκαλύπτει πως ειν’ η Εμιλία, η σύζυγός του και μητέρα των Αντίφιλων, που, κι αυτήν, η τύχη την είχε ρίξει στην Έφεσο, όπου και κατέφυγε στο μοναστήρι. Ο Δούκας της Εφέσου, προ των εξελίξεων, δίνει χάρη στον Αιγαίωνα, η οικογένεια 
ξανασμίγει, οι δίδυμοι δούλοι ξανασμίγουν και... τέλος καλό, όλα καλά. Στη νεανική του (χρονολογείται το 1594 αλλά πιθανολογείται ότι είναι γραμμένη και νωρίτερα) «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» ο Ουίλιαμ Σέξπιρ, μετασχηματίζοντας -ελεύθερα διασκευάζοντας θα ’ταν, ίσως, το σωστότερο- τους «Μεναίχμους», κωμωδία του Λατίνου Πλαύτου απ’ το τέλος του 3ου π.Χ. αιώνα, 
με βασικό μοχλό στη διασκευή του το διπλασιασμό των ζευγαριών των διδύμων καθώς προσθέτει στα δίδυμα αφεντικά του Πλαύτου και δίδυμους δούλους, έχει γράψει μια φάρσα, τηρώντας την αριστοτελική ενότητα χρόνου -η δράση αρχίζει αργά το πρωί και λήγει στις πέντε το απόγευμα, πριν απ’ τη δύση του ήλιου-, όπου αριστοτεχνικά συνδυάζει τις απιθανότητες της πλοκής βγάζοντας -ακόμα!- γέλιο, με μια ανεπαίσθητη μελαγχολία στο υπόστρωμα. Ο στίχος του λάμπει ενώ, μέσα απ’ τον ευφυή, φιλοσοφημένο, απολαυστικό λόγο των δυο δούλων, με τα περίτεχνα, λογοπαίγνια, ανατέλλουν οι Τρελοί κι οι «τρελοί», οι γελωτοποιοί, οι λαϊκοί θυμόσοφοι κι οι Νεκροθάφτες που μελλοντικά θα βάλουν τη 
σφραγίδα τους στο σεξπιρικό έργο. Βέβαια, η «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» φέρει σήμερα την αφέλεια της εποχής της. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου που ανέλαβε τη σκηνοθεσία δεν έκανε την έξυπνη υιοθετώντας αυθαίρετες μεταμοντέρνες λύσεις, ερήμην του κειμένου. Αντίθετα, έξυπνα σκεπτόμενη, το εκμεταλλεύτηκε -εκμεταλλεύτηκε τη φάρσα- με τον καλύτερο τρόπο, οργανώνοντας μια κωμωδία-μπαλέτο: εξαντλητικά γοργοί ρυθμοί, στιλιζάρισμα α λα κομέντια ντελ άρτε απ’ την οποία τα δάνεια του Σέξπιρ, έτσι κι αλλιώς, δεν κρύβονται, διαρκής κίνηση κοντά στο χορό, χιούμορ σπινθηροβόλο, μικρές νύξεις στο σήμερα, κάποια μικρά ενδοθεατρικά κλεισίματα του ματιού -Αντίφιλος/Αντιφιλούλης/Λούλης/Κουρής, Επίδαμνος/Επίδαυρος- 
αλλά και μέτρο... Βέβαια, για να το πετύχει αυτό είχε ανάγκη από πολύ γερούς συμμάχους. Και τους είχε. Πρώτα την καινούργια, ευφυή, λαμπερή, έξοχη μετάφραση-πυροτέχνημα του μεγάλου μάστορα μετάπλασης στη γλώσσα μας του σεξπιρικού λόγου Διονύση Καψάλη. Κατόπιν, για να οργανώσει μια κωμωδία-μπαλέτο, χρειαζόταν χορογράφο. Και βρήκε εξαιρετική συνεργάτρια την Πατρίσια Απέργη (κίνηση-χορογραφία) που ’χει δουλέψει μ’ αναφορές στην κομέντια ντελ άρτε και στο κλασικό μπαλέτο, παρωδώντας τα με τρόπο διακριτικό. Χρειαζόταν και μουσική η σκηνοθέτρια. Και βρήκε τον Γιώργο Πούλιο που επινόησε, με θαυμαστή φαντασία και κέφι, ήχους και μουσικές -κάτι σαν σάουντρακ για ταινία κινουμένων σχεδίων-, που παράγονται μέσω των ηθοποιών, έχοντας 
εναρμονιστεί απολύτως με τη σκηνοθετική γραμμή. Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη, με το διαρκώς περιστρεφόμενο, ελαφρό βασικό -πόρτες και τοίχοι-«καθρέφτες» που πολλαπλασιάζουν τα είδωλα και δημιουργούν, με τη βοήθεια των φωτισμών της βιρτουόζας Ελευθερίας Ντεκώ, μια ατμόσφαιρα δωματίου με μάγια, μιας lanterna magica, ό,τι ζητάει το έργο δηλαδή- και με το υπέροχο αλογάκι-ποδήλατο και τα εκπάγλου φαντασίας και χρωμάτων τσιρκολάνικα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, συνδυασμένα με τα μακιγιάζ που ’χει σχεδιάσει η Δήμητρα
Φαφαλιού και τα σχεδιασμένα απ’ τον Σωτήρη Πατεράκη χτενίσματα, συνδημιουργούν ένα έξοχο παραστασιακό αποτέλεσμα: ένα επιτυχημένο, εύφορο κράμα κομέντια ντελ άρτε, μπαλέτου, θεάτρου μαριονετών, τσίρκου και κινούμενων σχεδίων, ένα κεφάτο σκηνικό παιχνίδι, ένα αέναο στροβίλισμα, σαφώς με επιδράσεις, μέσω της ρόσικης παιδείας της Κατερίνας Ευαγγελάτου, απ’ τη «βιο-μηχανική» μέθοδο του, εκ των κορυφαίων, σκηνοθέτη του θεάτρου των μετεπανασταστικών χρόνων της Ροσίας Βσέβολοντ Μέγιερχολντ και τον ανθούντα στην εποχή του κονστρουκτιβισμό. Οι ηθοποιοί υπηρετούν το σκηνοθετικό όραμα μ’ αυταπάρνηση: Δήμητρα Βλαγκοπούλου -πολύ καλή αν και λίγο σκληρή-, Ερρίκος Μηλιάρης, Γιώργος Νούσης, Βαλάντης Φράγκος, Στέλιος Παυλόπουλος, Ελίζα Σκολίδη, Πάνος Ζυγούρος, Μαριάμ Ρουχάτζε κι ο πιο αδύναμος υποκριτικά αλλά με φιγούρα που γράφει Νίκος Πυροκάκος. Ξεχώρισα την Λουκιανή της Αμαλίας Νίνου -σπαρταριστή. Η σκηνοθέτρια επέλεξε να ερμηνεύει ίδιος ηθοποιός τους δυο Αντίφιλους, ίδιος και τους δυο Δρόμιους. Ο Νίκος Κουρής-

Αντίφιλος, Εφέσιος και Σιρακούσιος, με χιούμορ αλλά κάπως σφιγμένος, κι ο Ορφέας Αυγουστίδης, χαλαρός, απολαυστικός Δρόμιος, Εφέσιος αλλά και Σιρακούσιος -ο αβανταδόρικος, βέβαια, ρόλος του έργου- είναι καλά δεμένοι και πυροδοτούν άριστα την παράσταση. Μια παράσταση -περιμένω, πια, απ’ την Ευαγγελάτου Μολιέρους κι «Επιθεωρητή»του Γκόγκολ- που θα μπορούσα να της προσάψω μόνον ότι είναι υπέρ το δέον κινητική και φασαριόζικη, σε σημείο ζαλιστικό, μ’ όλο αυτό το «πολύ», κάποιες στιγμές, ν’ αποβαίνει εις βάρος της καθαρής πρόσληψης απ’ το θεατή του λόγου που, ειδικά στις ηχητικές «παραμορφώσεις», καλύπτεται. Αλλά, απ’ την άλλη, παραδέχομαι ότι, με τον τρόπο αυτό, σε συμπαρασύρει στο στροβίλισμά της. Μια παράσταση στιλιζαρισμένη -στιλιζάρισμα που αναδεικνύει το έργο-, αλλά απολαυστικά στιλιζαρισμένη. Μια παράσταση ζουμερή σε μια άρτια παραγωγή. Δείτε την! (Φωτογραφίες: 1, 12 Σταύρος Χαμπάκης. 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 13, 14, 15 Μιχάλης Κλουκίνας).

(Ικανοποιητικό ως προς το περιεχόμενο -επιμέλεια ύλης Παναγιώτης Μιχαλόπουλος-, υπέροχο ως προς την εμφάνιση -καλλιτεχνική επιμέλεια-σχεδιασμός Σάκης Στριτσίδης/Front-, το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης. Διατίθεται, επίσης, το τομίδιο -ιδιαίτερα προσεγμένη έκδοση «Gutenberg», στη σειρά «Θέατρο»- με την, ειδικά για την παράσταση, μετάφραση του έργου απ’ τον Διονύση Καψάλη ο οποίος υπογράφει και μια εξαιρετική εισαγωγή στο έργο -28 σελίδες!).

Νέο Θέατρο «Κατερίνα Βασιλάκου», 16 Δεκεμβρίου 2018.

No comments:

Post a Comment