April 10, 2012

Έκπληξη!

Το έργο. Ο Τζορτζ είναι λογιστής. Απ’ το Νιου Τζέρσεϊ. Η Ντόρις, νοικοκυρά. Απ’ το Όκλαντ της Καλιφόρνια _ στην άλλη άκρη των ΗΠΑ. Τριαντάρηδες. Παντρεμένοι. Με τρία παιδιά ο καθένα τους. Κι έναν Χάρι και μια Φίλις στο σπίτι, αντίστοιχα, να τους περιμένουν. Θα συναντηθούν τυχαία στο Μεντοτσίνο της Καλιφόρνια _ παραθαλάσσιο, πάνω στον Ειρηνικό. Το 1951.
Εκείνος πηγαίνει εκεί μια φορά το χρόνο για έναν πελάτη του. Εκείνη, σεβαστική καθολική, πηγαίνει σ’ ένα μοναστήρι για να ηρεμήσει και να αυτοσυγκεντρωθεί, επίσης μια φορά το χρόνο. Θα κάνουν έρωτα _ δηλαδή θα απατήσουν τους συζύγους τους _ αλλά θα νοιώσουν κάτι περισσότερο.
Δεν σκοπεύουν πάντως να διαλύσουν τις οικογένειές τους καθώς, άλλωστε, με τους συντρόφους τους περνούν καλά _ είμαστε στις ΗΠΑ της συντήρησης και της υποκρισίας αλλά και στην επικράτεια του μπουλβάρ που είναι υπεράνω της όποιας «ηθικής». Θα αποκρύψουν, λοιπόν, την περιπέτειά τους απ’ τον Χάρι και την Φίλις και θα συνεχίσουν να βλέπονται, να μιλάνε για… τις οικογένειές τους, να κάνουν έρωτα _ μοιχεία κατ’ εξακολούθησιν… _, να διαφωνούν, να αγαπιούνται, να τσακώνονται…
Κάθε πότε; Μα μια φορά το χρόνο! Το ίδιο Σαββατοκύριακο του Φλεβάρη. Μέχρι το 1975. Είκοσι τέσσερα συναπτά έτη. Ήταν νιοι και γέρασαν. Συνεχίζουν απτόητοι την οικογενειακή τους ζωή, αποκτούν και οι δυο τέταρτο παιδί _ η Ντόρις μάλιστα κατά τρόπο επεισοδιακό… _, ο Τζορτζ μετακομίζει στο Κονέκτικατ, μετακομίζει στο Λος Άντζελες, χάνει γιο στο Βιετνάμ, χάνει τη γυναίκα του _ τότε μόνο μαθαίνει πως εκείνη ήξερε, ήδη από είκοσι χρόνια πριν, την ιστορία του με την Ντόρις η οποία στο μεταξύ γίνεται επιχειρηματίας, γίνεται γιαγιά…
Ο Καναδός Μπέρναρντ Σλέιντ στη ρομαντική / δραματική κομεντί του με τις έξι σκηνές που διαδραματίζονται ανά πενταετία περίπου «Θα σε δω ξανά του χρόνου» (1975), η οποία δεν διστάζει να φλερτάρει έως και με τη φάρσα, χρησιμοποιεί ένα έξυπνο εύρημα που το χειρίζεται λεπτά και με χιούμορ σ’ ένα σφιχτό κείμενο που δεν παριστάνει τίποτα περισσότερο απ’ ό,τι είναι.
Η παράσταση. Η Μαριαλένα Κωτσάκη μετέφρασε το έργο με άνεση και χιούμορ, μεταφέροντας, αν και δεν υπογράφει διασκευή, το χρόνο του: αντί 1951 – 1975 σε 1987 – 2012. Απολύτως νόμιμα έχουν γίνει και οι σχετικές απαραίτητες αλλαγές _ το Βιετνάμ γίνεται Αφγανιστάν κ.λπ. _ χωρίς καμία παραχώρηση σε φτήνιες, πράγμα συνηθες στις διασκευές που κυκλοφορούν εν Ελλάδι.
Πάνω στη μετάφραση αυτή ο Θοδωρής Αθερίδης οργάνωσε μία παράσταση απρόσμενα καλή. Σεβάστηκε το ύφος του μπουλβάρ και με ένα ελαφρό στιλιζάρισμα _ «παίζονται» στην  αρχή και στο τέλος οι σκηνικές οδηγίες, κάτι όχι πια πρωτότυπο αλλά εντούτοις πηγαία δεμένο με το συγκεκριμένο στιλιζάρισμα, ενώ τον τόνο δίνει, κυρίως, η Ελένη Μανωλοπούλου με τα, άψογα φωτισμένα από τον Αλέκο Αναστασίου, στιλάτα σκηνικά της _ προσέδωσε στο έργο μια ποιότητα που ίσως δεν διαθέτει αλλά κάλλιστα μπορώ να πω πως τη δικαιούται. Ο σκηνοθέτης, εκτός από τους εξαίρετους ρυθμούς που έδωσε στην παράσταση, την ετοίμασε με προσοχή στη λεπτομέρεια, προσδίδοντας στο έργο κάτι το ανάλαφρο μέσα από ένα λεπτό χιούμορ. Χωρίς καθόλου χυδαιότητες και χοντροκοπιές, κόντρα στην επικρατούσα στη θεατρική πιάτσα πεποίθηση πως αυτά «πουλάνε» _ στον αντίποδα της γραμμής που δυστυχώς είχε ακολουθήσει στην «Ελένη» και στην «Στρίγγλα που έγινε αρνάκι». Και είναι προς τιμήν του.
Εξαιρετική, επίσης, η δουλειά, τόσο στα βίντεο που συνδέουν τις σκηνές όσο και στις μουσικές που επιμελήθηκε ο ίδιος. Καλόγουστο το στιλιζάρισμα και στα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου _ στα άσπρα η Ντόρις, στα μαύρα ο Τζορτζ _ , έστω κι αν ένα, δυο δεν κολακεύουν την ηθοποιό.
Ηθοποιοί. Εκτός από τη γραμμή της παράστασης, ο Θοδωρής Αθερίδης δούλεψε προσεκτικά και τη σκηνική σχέση του με την Γωγώ Μπρέμπου. Ο ίδιος έβαλε νεύρο στους χαμηλούς του υποκριτικούς τόνους και, αντίστροφα, η Γωγώ Μπρέμπου χαλιναγώγησε τον πληθωρισμό και τους πολύ γοργούς ρυθμούς της υιοθετώντας ένα _ αποδοτικότατο, έστω κι αν κάποιες στιγμές ηχεί κάπως μονότονο _ χαμηλότονο ρίξιμο της ατάκας, ώστε οι δυο τους, ιδιοσυγκρασιακά εντελώς διαφορετικοί ηθοποιοί, να ισορροπούν απόλυτα. Το αποτέλεσμα, εξαιρετικά εύφορο. Ίσως και για τους δύο, οι καλύτεροί τους ρόλοι _ κι ας μην είναι ρόλοι κλασικοί, ρόλοι «μεγάλοι», το μπουλβάρ απαιτεί μεγάλη μαστοριά.
Συμπέρασμα. Μια παράσταση - μοντέλο ανεβάσματος μπουλβάρ που πρέπει να τη δει πολύς κόσμος. Ανεπιφύλακτα τη θεωρώ μάθημα καλού γούστου για το μεγάλο κοινό το οποίο, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι σύγχρονοι κωμωδιογράφοι μας, οι παραγωγοί και οι πρωταγωνιστές, κάνουν ό,τι μπορούν, μέσα από τις τηλεοπτικές και θεατρικές «κωμωδίες» τους και τις «διασκευές» τους, για να το υποτιμήσουν και να το υποβαθμίσουν,σε χυδαίο όχλο.

Θέατρο «Βρετάνια», 7 Απριλίου 2012
(Η παράσταση από την Κυριακή του Πάσχα παίζεται στο θέατρο «Αθήναιον» της Θεσσαλονίκης).

No comments:

Post a Comment