May 22, 2025

Πετάει, πετάει, η Εναλλακτική!

 

 Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες, Τέτοια Λόγια… 248

 



Γίνεται πολλή δουλειά. Και καλή δουλειά. Στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής.
Στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της ανθούσας ΕΛΣ του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της Γιώργου Κουμεντάκη και των συνεργατών του και με την αποτελεσματική στήριξη του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» που, θαρραλέα και χωρίς μιζέριες, χώνει βαθιά το χέρι στην τσέπη, είδαμε και βλέπουμε καλές παραστάσεις που γεμίζουν και γεμίζουν, ξανά και ξανά, το θέατρο. Αλλά αυτό ήταν, λίγο-πολύ, αναμενόμενο. 
Το καινούργιο, το μη αναμενόμενο το συναντήσαμε και το συναντούμε στην Εναλλακτική Σκηνή. Του Υπεύθυνου του Καλλιτεχνικού Προγραμματισμού της Αλέξανδρου Ευκλείδη, του περιτριγυρισμένου από άξιους ανθρώπους, όπως ο Διευθυντής Παραγωγής της Εναλλακτικής Μανώλης Σάρδης, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και υπεύθυνος Επικοινωνίας της Εναλλακτικής Βάιος Μαχμουντές, ο Καλλιτεχνικός Συνεργάτης και Υπεύθυνος Δραματολογίας και Εκδόσεων της Εναλλακτικής Χαράλαμπος Γωγιός και άλλοι και άλλοι. Η Εναλλακτική τολμάει. Επιλέγει, συστήνει, προτείνει, δοκιμάζει, παραγγέλλει και, πέραν των αποτελεσμάτων που -φυσικό είναι- ποικίλλουν, εντάσσει, σιγά-σιγά, στο ενεργητικό της υλικό φρέσκο και νέες εκφράσεις που θέλω να ελπίζω ότι θα πλουτίσουν το νεοελληνικό, το σύγχρονο ρεπερτόριο του μουσικού θεάτρου μας με έργα που θα μπορούν να ξαναπαίζονται και να μην παραμένουν κολλημένα στην «παγκόσμια πρώτη» τους, έργα που θα μπορέσουν να ξεπεράσουν τα σύνορα και να ενταχθούν στο ρεπερτόριο και ξένων μουσικών


ιδρυμάτων. 
Ιδού κάποια παραδείγματα πρόσφατα: ο Νικόλας Τζώρτζης δούλεψε πάνω στο συνειρμικής γραφής πεζογράφημα του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη «Ο πεθαμένος και η ανάσταση», εμπνεύστηκε, προσάρμοσε τη μουσική του -μουσική καθόλου εύκολη- στο δύστροπο αυτό κείμενο αλλά αυτή τη «χασμωδία» τη μετέτρεψαν σε αρμονία η Αναστασία Κουμίδου με τη σκηνοθεσία της και ο Γιάννης Κατρανίτσας με τα σκηνικά, τα κοστούμια του και το σχεδιασμό βίντεο.
Ή το «The Fall of the House of Commons». Όπου ο Αλέκος Λούντζης, ο οποίος υπογράφει και τη σύλληψη και τη δραματουργία, άντλησε για το λιμπρέτο του, που συνυπογράφει με τον Ορφέα Απέργη, απ’ την «Πτώση του Οίκου των Άσερ», το μυθιστόρημα του Έντγκαρ Άλαν Πόου. Και το λιμπρέτο αυτό, που αφορά απολύτως το σήμερα, το μετέτρεψε σε μια όπερα δωματίου έξοχη ο Ορέστης Παπαϊωάννου. Μια όπερα δωματίου που ο Αλέξανδρος Ευκλείδης, ως σκηνοθέτης, της έδωσε, μαζί με τον Γιάννη Κατρανίτσα, στα σκηνικά και στα κοστούμια, φτερά.
Και δεν είναι τα μόνα παραδείγματα. Απλώς είναι πρόσφατα. Γιατί μπορώ πρόχειρα, ζητώντας συγγνώμη που ξεχνώ άλλα, να θυμηθώ το «Ζ» του Μηνά Μπορμπουδάκη, σε λιμπρέτο Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη απ’ το ομώνυμο μυθιστόρημα του Βασίλη Βασιλικού, έξοχα σκηνοθετημένο απ’ την Κατερίνα Ευαγγελάτου ή την εξαιρετική όπερα του Γιώργου Δούση «Έντα Γκάμπλερ», σε λιμπρέτο που υπογράφει η Έρι Κύργια, απ’ το αριστούργημα του Ίψεν, σκηνοθετημένη απ’ την Ράια Τσακηρίδη ή τον συναρπαστικό «Αποτυχημένο» του Τόμας Μπέρνχαρντ που κανε θέατρο και σκηνοθέτησε σπουδαία, με «βογιατζιδικές» λεπτομέρειες  ο Έκτορας Λυγίζος -τι σκηνικό η Μυρτώ Λάμπρο! Ή το εκπληκτικά ντυμένο με μουσική απ' τον Ζήση Σέγκλια «Όχι εγώ» του Σάμουελ Μπέκετ» σκηνοθετημένο με τέλειο στιλιζάρισμά απ τον Σάββα Στούμπο
Εν ολίγοις, πετάει η Εναλλακτική! (Φωτογραφίες: Γιάννης Αντώνογλου).

May 20, 2025

Στο Φτερό / Σοστακόβιτς για πάντα! Ή Σοστακόβιτς: αθάνατος!


Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Ο Βασίλης Χριστόπουλος στις “Εικόνες από μία έκθεση”. Έτος Σοστακόβιτς». Μουσική διεύθυνση: Βασίλης Χριστόπουλος. Σολίστ: Γιάννης Καραμπέτσος, τρομπέτα, Πάβελ Κολέσνικοφ, πιάνο.


Ακούσαμε ήδη, φέτος, από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, το Πρώτο Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και το Πρώτο του Κοντσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα. Ιδού, τώρα και τα δύο Κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα -το Πρώτο (και για τρομπέτα και ορχήστρα 
εγχόρδων) και το Δεύτερο- του τιμώμενου, με έναυσμα τα 50 χρόνια από το θάνατο του, το 1975, συνθέτη. Μας τα παρουσίασε, και πάλι, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε κοινή συναυλία και μάλιστα με κοινό σολίστα στο πιάνο -τον Ρόσο, με έδρα το Λονδίνο, Πάβελ Κολέσνικοφ. Χαριτωμένο, πεταχτό, πνευματώδες, παιχνιδιάρικο. μοντερνιστικό για την εποχή του αλλά όχι αβαθές, με ένα άκρως δεξιοτεχνικό, θυελλώδες φινάλε, όπου η τρομπέτα συμμετέχει ισάξια με το πιάνο, το Πρώτο (1933) ερμηνεύτηκε με ακρίβεια, με μέτρο, με ενθουσιασμό από τον 36χρονο -που μοιάζει 16χρονος...- Κολέσνικοφ. Το Δεύτερο (1957), έργο ωριμότητας πια του

συνθέτη, αλλά με κοινά σημεία με το Πρώτο, διακρίνεται για το γοητευτικό, αισθαντικό, υπέροχο, μεταρομαντικό δεύτερο μέρος του, το αντάντε. Ενώ το χειμαρρώδες φινάλε του παραπέμπει στο φινάλε του Πρώτου. Ο Πάβελ Κολέσνικοφ το ερμήνευσε με υψηλή δεξιοτεχνία και βαθιά συναισθηματική 
ταύτιση. Αλλά τον βοήθησε και η εξαιρετική όσμωσή του με την ορχήστρα. Ο μαέστρος Βασίλης Χριστόπουλος, ένα μεγάλο τάλαντο του ελληνικού πόντιουμ, που διαπρέπει στο εξωτερικό, καλλιτεχνικός διευθυντής, την τριετία 2011/2014, της ΚΟΑ την οποία οδήγησε στα ανώτατα όριά της αλλά την πορεία του ανέκοψε ένας από τους ανόητους άσχετους που διορίστηκαν υπουργοί στο υπουργείο Πολιτισμό, είχε και πάλι δέσει την ορχήστρα  -
έγχορδα, πνευστά (ξύλινα και χάλκινα) και κρουστά- με εξαιρετικά αποτελέσματα: να ανασαίνει με τον σολίστα, ειδικά στο Δεύτερο, σαν με μία πνοή. Το ίδιο διαπίστωσα και στο δεύτερο μέρος, με την εκτέλεση του έργου του σπουδαίου Μοντέστ Μούσοργκσκι «Εικόνες από μία έκθεση» (εκδοχή για πιάνο 1874), έργο εμπνευσμένο από τη μεταθανάτια έκθεση των  έργων του φίλου του, ζωγράφου Χάρτμαν. Έργο που έτυχε πολλών ενορχηστρώσεων, με αυτή (1922) του Γάλου Μορίς Ραβέλ να το καθιερώνει καταλήγοντας σε μία λαμπρή σαν πυροτέχνημα σύνθεση που το σπουδαίο αποτέλεσμά της είναι δύσκολο να το αποδόσεις στον Μούσοργκσκι ή στον

Ραβέλ. Ο Βασίλης Χριστόπουλος έβαλε τα δυνατά του -με τις ήρεμες, μετρημένες και με εσωτερικότητα κινήσεις του και το μόνιμο χαμόγελό του- να αποδώσει σε ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο το έργο εκτοξεύοντας την ΚΟΑ σε ορχήστρα «εφάμιλλη των ευρωπαϊκών». Μόνο ένα «μπράβο» τού -και τους- αξίζει (Φωτογραφίες: Μαργαρίτα Νικητάκη).
  
(Τη συναυλία συνόδευε το  δωρεάν, πολύπτυχο έντυπο πρόγραμμα -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή, σύνταξη κειμένων Τίτος Γουβέλης).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 16 Μαΐου 2025.
 

(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση απευθείας της ΚΟΑ)
.

May 15, 2025

Στο Φτερό / Πρωταγωνιστής ένας δεξιοτέχνης του τσέλου


Κρατική Ορχήστρα Αθηνών: συναυλία «Εντγκάρ Μορό και Μίχκελ Κίτσον. Έτος Σοστακόβιτς». Μουσική διεύθυνση: Μίχκελ Κίτσον. Σολίστ: Εντγκάρ Μορό, βιολοντσέλο.
 
 
«Έτος Σοστακόβιτς» το 2025 -πενήντα χρόνια από το θάνατο του κορυφαίου συνθέτη της Σοβιετικής Ένωσης και, ίσως, ολόκληρου του 20ου αιώνα- και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών φυσικά συμμετέχει -και άριστα πράττει. Μετά το Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα αρ. 1 που ακούσαμε στις 27 Φεβρουαρίου, με σολίστ τον έξοχο Βαντίμ Ρέπιν, τώρα ήταν η σειρά του Κοντσέρτου για βιολοντσέλο και ορχήστρα αρ. 1 του 

σοβιετικού -ρόσου- συνθέτη, το οποίο μετακλήθηκε να ερμηνεύσει ο επίσης εξαίρετος γάλος  τσελίστας  Εντγκάρ Μορό. Το έργο (1959) που ακολουθεί δομικά το μοντέλο του Πρώτου Κοντσέρτου για βιολί -τέσσερα μέρη και, στο τρίτο, η εκτενής καντέντσα (το σόλο μέρος του τσέλου) που δένεται με το έντονο τέταρτο- συνδυάζει την αισθαντικότητα με τον σοστακοβιτσιανό δυναμισμό, χωρίς να του λείπει το χιούμορ

που αγγίζει το γκροτέσκο. Ο σολίστας πέτυχε την ιδανική «δοσολογία» συνοδευόμενος ισότιμα από την ορχήστρα που έδωσε τον καλύτερό της εαυτό με τον Εσθονό Μίχκελ Κίτσον (ο οποίος αντικατέστησε, λόγω ασθενείας του δεύτερου, τον Μίχαελ Ζάντερλινκ) στο πόντιουμ. Ο Εντγκάρ Μορό λύγισε στη θερμότητα του 
χειροκροτήματος του κοινού και μας πρόσφερε, με ανάλογη αφοσίωση, για να καταχειροκροτηθεί, δύο ανκόρ: τις
Σαραμπάντες από τις Σουίτες αρ. 6 και αρ. 2 για σόλο τσέλο από τον περίφημο κύκλο των μεγάλης δεξιοτεχνίας έξι Σουιτών για σόλο τσέλο (περίπου 1717-1723) του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Το δεύτερο μέρος της συναυλίας ήταν αφιερωμένο στον Φινλανδό Γιαν 
Σιμπέλιους: το ελκυστικό, λαμπερό συμφωνικό ποίημά του «Φινλανδία» (1899/1900) -υπόδειγμα «εθνικής» μουσικής, κάτι σαν εθνικός ύμνος της χώρας του- και η σκοτεινή, πένθιμου ύφους Συμφωνία αρ. 7 -ουσιαστικά το -πρόωρο- κύκνειο άσμα του συνθέτη. Δυστυχώς, η ΚΟΑ δεν είχε την ανάλογη με το πρώτο μέρος, απόδοση υπό τον  Μίχκελ Κίτσον που την οδήγησε σε χλιαρές ερμηνείες.
 
(Το γνωστό, δωρεάν, πολύπτυχο έντυπο πρόγραμμα-αφίσα συνόδευε τη συναυλία -υπεύθυνη έκδοσης Αλίκη Φιδετζή, σύνταξη κειμένων Τίτος Γουβέλης).

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών / Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, 25 Απριλίου 2025.
  
(Τη συναυλία παρακολούθησα με πρόσκληση απευθείας από την ΚΟΑ).

May 9, 2025

Και πάλι μαζί ή Μια σπουδαία Ελληνίδα

Το Τέταρτο Κουδούνι / Τέτοιες Μέρες , Τέτοια Λόγια… 247
 


«Ξέρω τη δουλειά της απ’ την εποχή της ‘Μαχαμπχάρατα’» του Πίτερ Μπρουκ -της έχω κάνει και δυο, τουλάχιστον, συνεντεύξεις στα «Νέα». Μαθήτρια του Τσαρούχη -απ’ τον οποίο πάρα πολλά έμαθε-, η διεθνής μας σκηνογράφος / ενδυματολόγος, που παραδίδει μαθήματα λιτότητας με τη δουλειά της, στην Ελλάδα συνεργάστηκε μόνο (ελπίζω πως δεν ξεχνώ κάτι) με τον Κάρολο Κουν -στα πρώτα της βήματα, πριν ξεκινήσει την καριέρα της στο εξωτερικό -, με τον Λευτέρη Βογιατζή (στο θέατρό του της «Οδού Κυκλάδων», στην Επίδαυρο -θυμηθείτε την «Αντιγόνη» τους…- και στο Θέατρο «Οδού Κεφαλληνίας» της Μπέττυς Αρβανίτη, στις «Δούλες»)- και με την Άννα Κοκκίνου στην «Σφενδόνη»της.
Και με ΚΑΝΕΝΑ κρατικό Θέατρο. Ούτε με το Εθνικό, ούτε με το ΚΘΒΕ, ούτε με την Λυρική. Δεν ξέρω αν, τυχόν, κάποτε της έγινε πρόταση και την αρνήθηκε. Αλλά το θεωρώ ντροπή να μην έχει συνεργαστεί. Ένα εθνικό κεφάλαιο όπως η Χλόη Ομπολένσκι. Πόσο μάλλον όταν κρατάει την επαφή της με την Ελλάδα, μιλάει άψογα ελληνικά κι έχει σπίτι στην Ελλάδα». Αυτά έγραφα στο totetartokoudouni.blogspot.com στις 11 Οκτωβρίου 2013 -σχεδόν δώδεκα χρόνια πριν.
Αλλά ήγγικεν η ώρα. Επιτέλους! Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Η Εθνική Λυρική Σκηνή, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Γιώργο Κουμεντάκη, την κάλεσε και θα υπογράφει σκηνικά και κοστούμια στην «Τουραντότ», κύκνειο άσμα του Τζάκομο Πουτσίνι, με την οποία ανοίγει στο Ηρώδειο, την 1 Ιουνίου, το πρόγραμμα του φετινού -71ου- Φεστιβάλ Αθηνών. Με μουσική διεύθυνση Πιερ Τζόρτζιο Μοράντι και σε σκηνοθεσία: του Ρουμανοαμερικανού, με ελληνικό -κεφαλλονήτικο- αίμα, απ’ τη μεριά της μητέρας του η οποία λεγόταν Ελπίς, αλλά διεθνούς σκηνοθέτη Αντρέι Σερμπάν -μας είχει πρωτόρθει το καλοκαίρι του 2002, σκηνοθετώντας τον «Ηρακλή (μαινόμενο)» του Ευριπίδη για το ΚΘΒΕ με το οποίο το Θέατρο συμμετείχε στο Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Η Κυρία Χλόη Γεωργάκη που με το γάμο της έγινε Ομπολένσκι, μαθήτρια του Τσαρούχη και της Λίλα ντε Νόμπιλι, με πορεία η οποία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1966 απ’ το «Θέατρο Τέχνης και τους αριστοφανικούς «Βατράχους», όπου υπέγραψε σκηνικά και κοστούμια, και με ιλιγγιώδη διεθνή καριέρα που αμέσως μετά απογειώθηκε, συνεργάτρια σκηνοθετών όπως ο Πίτερ Μπρουκ σε πολλές παραστάσεις του, η Ντέμπορα Γουόρνερ, ο Ερμάνο Όλμι, ο Λεβ Ντόντιν, ο Πιερ Οντί, ο Φράνκο Τζεφιρέλι, ο Αλφρέντο Αρίας, ο ίδιος ο Σερμπάν..., με συμμετοχές σε κορυφαία φεστιβάλ και σε μεγάλα Θέατρα και Όπερες του εξωτερικού, με συνεργασίες σε ταινίες -κυρίως μεταφορές στην οθόνη παραστάσεών της-, με επιδόσεις στη φωτογραφία -το Μουσείο Μπενάκη την τίμησε με μεγάλη έκθεση-, με την έκδοση του καταπληκτικού φωτογραφικού άλμπουμ «Η ροσική αριστοκρατία-Ένα πορτρέτο σε φωτογραφίες» στο ενεργητικό της- η Χλόη Ομπολένσκι έγινε γνωστή στην Ελλάδα, είτε μέσα από ξένες σπουδαίες παραστάσεις που παίχτηκαν εδώ, είτε, καθυστερημένα, μέσα από ελληνικές παραστάσεις, κυρίως του Λευτέρη Βογιατζή. Ειδικά η «Αντιγόνη» τους στην Επίδαυρο, το 2006 και το 2007, για όσους καταφέραμε και την είδαμε, θα μας μείνει ως μια συγκλονιστική εμπειρία, αξέχαστη.
Δεν ξέρω πώς η Χλόη Ομπολένσκι θα κουμαντάρει σκηνογραφικά, το άβολο, δύσκολο Ηρώδειο. Αλλά εμείς εκεί θα είμαστε. Το τρέιλερ που ετοίμασε η ΕΛΣ και που συνοδεύει το κείμενο αυτό μας δίνει μια πρώτη ιδέα. Θα είμαστε εκεί για να Της ευχηθούμε να ’ναι και πάλι κοντά μας, γρήγορα. Αλλά και επειδή είναι, όπως έχω συμπεράνει απ’ τις δυο συνεντεύξεις, που
χουμε κάνει στο παρελθόν, ένας σπουδαίος άνθρωπος, αυστηρή στη δουλειά της, που ξεχειλίζει, όμως, από ευγένεια και αξιοπρέπεια (Φωτογραφία: Γιώργος Καλκανίδης).